Νέα πρωτοβουλία αναλαμβάνει η Greenpeace στο πλαίσιο της εκστρατείας της για την αλλαγή του αγροδιατροφικού παραγωγικού μοντέλου της χώρας.
Το πρόγραμμα "Εκπαίδευση αγροτών στα ελληνικά κτηνοτροφικά φυτά", αποκλειστικός δωρητής του οποίου είναι το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, αναλαμβάνει να υποστηρίξει τους αγρότες που θέλουν να επενδύσουν σε βιώσιμες αγροτικές πρακτικές, όπως η καλλιέργεια ελληνικών κτηνοτροφικών φυτών για ζωοτροφές χωρίς μεταλλαγμένα. Το πρόγραμμα έχει ήδη προκαλέσει το ενδιαφέρον πρωτοπόρων παραγωγών, αποδεικνύοντας ότι οι αγρότες χρειάζονται σήμερα ουσιαστικά κίνητρα και συγκεκριμένα μέτρα στήριξης από το Υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας ώστε να μπορούν να επενδύσουν στην καλλιέργεια ελληνικών κτηνοτροφικών φυτών. Η εφαρμογή άλλωστε βιώσιμων γεωργικών πρακτικών ωφελεί όχι μόνο το περιβάλλον, τη γεωργία και την τροφή μας, αλλά και την κοινωνία και την εθνική οικονομία.
Παρόλο που η χώρα μας μπορεί να παράγει ποιοτικές και ασφαλείς πρώτες ύλες για ζωοτροφές, η παραγωγή στηρίζεται σήμερα σε εισαγωγές πρώτων υλών που κοστίζουν στην εθνική οικονομία 500 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Οι εισαγωγές αυτές αφορούν κυρίως στη σόγια, η οποία είναι συχνά μεταλλαγμένη. Στον αντίποδα αυτής της επιζήμιας πρακτικής υπάρχει η καλλιέργεια ελληνικών κτηνοτροφικών φυτών, τα οποία μπορούν να υποκαταστήσουν τη σόγια. Η βιώσιμη γεωργία παράγει υγιεινή και ασφαλή τροφή, αφού δεν εξαρτάται από μεταλλαγμένα και χημικά φυτοφάρμακα. Επιπλέον εξασφαλίζει το παρόν και το μέλλον της γεωργίας και της τροφής μας προστατεύοντας παράλληλα το έδαφος, το νερό, το κλίμα και τη βιοποικιλότητα του πλανήτη. Η πρωτοβουλία της Greenpeace στοχεύει στην ενδυνάμωση των πρωτοπόρων αγροτών που έχουν ήδη προχωρήσει στα πρώτα βήματα εφαρμογής αντίστοιχων βιώσιμων πρακτικών[3] και στη μεταφορά της σχετικής εμπειρίας σε μεγαλύτερη κλίμακα.
«Οι αγρότες είναι οι πρώτοι που έχουν βιώσει τα αδιέξοδα του αγροτικού μοντέλου που επικρατεί σήμερα, τους κινδύνους των μεταλλαγμένων, την εξάρτηση από επικίνδυνα φυτοφάρμακα και λιπάσματα και το υψηλό κόστος παραγωγής που συνεπάγονται. Για αυτούς ακριβώς τους λόγους, συναντάμε το τεράστιο ενδιαφέρον παραγωγών που θέλουν να στραφούν στα ελληνικά κτηνοτροφικά φυτά. Η εφαρμογή βιώσιμων γεωργικών πρακτικών και η στροφή της Ελλάδας σε βιώσιμη γεωργία είναι η μόνη λύση που μπορεί να δώσει ανάσα στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο αγροτικός κλάδος και η εθνική οικονομία. Σήμερα κάνουμε το πρώτο βήμα, οι παραγωγοί όμως θα χρειαστούν τώρα τεχνογνωσία και μέτρα ενίσχυσης», τόνισε η Έλενα Δανάλη, υπεύθυνη της εκστρατείας της Greenpeace για τη βιώσιμη γεωργία.
Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Greenpeace, το οποίο στηρίζει ως αποκλειστικός δωρητής το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου, ξεκίνησε στα Δερβενοχώρια Βοιωτίας με επίκεντρο την καλλιέργεια κτηνοτροφικού κουκιού και θα συνεχιστεί στη Βόρεια Ελλάδα. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει δωρεάν εκπαιδευτικές ημερίδες και διανομή εγχειριδίων καλλιέργειας. Απευθύνεται σε παραγωγούς που ενδιαφέρονται να εξοικειωθούν με τα χαρακτηριστικά και τις καλλιεργητικές απαιτήσεις του κτηνοτροφικού κουκιού, του ρεβιθιού, του μπιζελιού και του λούπινου. Στη διάρκεια των ημερίδων οι παραγωγοί έχουν την ευκαιρία να μεταφέρουν την εμπειρία τους και να έρθουν σε επαφή με ειδικευμένους γεωπόνους(2) που προτείνουν ήπιες και βιώσιμες γεωργικές πρακτικές, όπως αμειψισπορά για φυσική λίπανση (εναλλαγή καλλιεργειών με κτηνοτροφικά φυτά) και επιφανειακή καλλιέργεια για φυσική αντιμετώπιση της αυτοφυούς βλάστησης (αγριόχορτα). Παράλληλα, η Greenpeace στηρίζει έμπρακτα τους παραγωγούς διανέμοντας σπόρο κτηνοτροφικών φυτών στους καλλιεργητές που συμμετέχουν στο πρόγραμμα. Ήδη οι πρώτες καλλιέργειες των αγροτών που συμμετείχαν ετοιμάζονται να ανθοφορήσουν.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις