Ο Φοίνικας του Θεόφραστου

Phoenix theophrasti Greuter
Palmae
Phoenix theophrasti Greuter 3(2):243 (1967)


Τύπος:[Ελλάς(ΚΚ),Νήσος Κρήτη,Νομός Λασιθίου] ''prope Vai,in piano arenoso vel argilloso juxta mare lucum formans'',2 Oct.1966,Greuter 7650 (Ολότυπος:PAL-Greuter,ισότυποι:B, G, UPA, K, W, κ.α.)


Περιγραφή:
Δένδρο με έναν ή περισσότερους κύριους κορμούς, ύψος μέχρι 10-12 m. συμπεριλαμβανομένου  του φυλλώματος,περιβαλλόμενους από βραχύτερες πυκνές συστάδες βλαστών που εκφύονται από τη βάση.Κάθε κορμός σχηματίζει στην κορυφή του δέσμη πτερόσχιδών φύλλων, μήκους 3-5 m, που δημιουργούν σφαιρική κόμη. Φυλλάρια φθάνοντα το μήκος των 40 cm, γραμμοειδή, αναδιπλωμένα κατά το μήκος τους, με οξεία κορυφή. Βάση των φύλλων με οξύληκτες  ισχυρές άκανθες, περιβάλουσες τον μίσχο, προερχόμενες από μετασχηματισμό των κατωτέρων φυλλαρίων. Άρρενες και θήλεις ταξιανθίες σχηματιζόμενες σε διαφορετικά άτομα ( δίοικο φυτό), περικλειόμενες μεταξύ των ακανθωτών  βάεων των φύλλων. Οι άρρενες ταξιανθίες (φόβες) περικλείονται από σπάθες. Οι θήλεις ταξιανθίες (φόβες) είναι μεγαλύτερες, απλωτές, αποτελούμενες από πυκνά , ανοικτοκίτρινα  άνθη.Καρπός  δρύπη, καστανοκίτρινος στην αρχή, τελικώς μελανόχρους, μη εδώδιμος , 1,5 x 1 cm.


Χρωμόσωματικός αριθμός: 2n = 36 (Roser 1994) .


Γεωγραφική εξάπλωση:
Η κύρια περιοχή του Phoenix theophrasti ευρίσκεται στην Κρήτη (Βάι, Νομός Λασιθίου), όπου συναντάται και ο μεγαλύτερος πληθυσμός του είδους (μερικές χιλιάδες άτομα). Στην Κρήτη  εμφανίζεται, επίσης, σε μερικές άλλες θέσεις, υπό μορφή μικρών συστάδων, όπως π.χ. στο Μονοφάτσι (200 άτομα), στην Πρέβελη (100 άτομα) κ.α. Εκτός από τη Κρήτη, το είδος αναφέρεται ότι εμφανίζεται, επίσης, σε συστάδες ολίγων ατόμων σε διάφορα νησιά του Ν. και Α. Αιγαίου ,όπως στη Νίσυρο (5 άτομα), την Κω (20 άτομα), την Αμοργό και ενδεχομένως την Ανάφη. Η αυτόχθονη προέλευση του στα εν λόγω νησιά απαιτεί νεώτερη επιβεβαιωση, γι΄αυτό δεν σημειώνεται στο χάρτη έξαπλωσης. Για παράδειγμα σημειώνουμε ότι παλαιότερη αναφορά του  Phoenix theophrasti από τη Νίσυρο αποδείχθηκε λανθασμένη (Burton 1991). Επίσης, διαπιστώθηκε προσφάτως η ύπαρξη του φοίνικα και στην Πλεοπόννησο (Επίδαυρος) με την παρουσία 10 ατόμων (Thymakis 2003). Εκτός της Ελλάδας , το είδος είναι γνωστό από τα παράλια της Μικράς Ασίας, ιδιαίτερα στην παραλιακή περιοχή της Αττάλειας (ΝΔ Τουρκία).


Βιότοπος:
Το φοινικόδασος του Βάι παρουσιάζει μοναδική σπουδαιότητα, λόγω του σπανιότατου  τύπου οικοτόπου, στον οποιο αναπτύσσεται (Τσιαούση κ.ά. 2002). Σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ ''για την προστασία των τύπων οικοτόπων και των ειδών της άγριας πανίδας και της αυτοφυούς χλωρίδας'', οι οικότοποι με φοινικοδάση, όπως αυτός του Βάι, αποτελούν τύπο οικοτόπου προταιρεότητας με τον κωδικό *9370. Συγκεκριμένως, το φοινικοδάσος του Βάι ευρίσκεται στο βύθισμα μιας υδρολογικής λεκάνης που εκβάλλει στον ομώνυμο όρμο.Το δάσος εξαπλώνεται σε μια κοιλάδα πλάτους 100-250 m και μήκους περίπου 750 m, εκτείνεται δε μέχρι την παραλία, καταλαμβάνοντας έκταση περίπου 120 στρεμμάτων. Εντός του δάσους των φοινικών απαντούν, επίσης, τα είδη Vitex agnus-castus, Pistacia lentiscus, Quercus coccifera, Nerium oleander κ.α.


Ταξινομικά σχόλια:
Τα στενώς συγγενή είδη Phoenix theophrasti είναι ο P.dactylifera L.,ο οποίος είναι καλλιεργούμενο είδος με μεγάλους εδώδιμους καρπούς που σχηματίζουν κρεμαστή φόβη, η οποία δεν εσωκλείεται στην βάση των φύλλων, καθώς επίσης και ο P. canariensis Hort. ex Chabaud, από τις Καναρίους Νήσους, με καρπούς μη εδώδιμους, αλλά ο οποίος διαφέρει , μεταξύ άλλων, στο ότι έχει έναν και μόνο κορμό, προερχόμενο όχι από παραφυάδες, ισχυρότερο  από τον Phoenix theophrasti  και υψηλότερο (Greuter 1995b).


Κατάστση πληθυσμών: Η σημερινή κατάσταση του φοινικοδάσους στο Βάι είναι απολύτως εξαρτημένη από την τουριστική εκμετάλλευση της περιοχής, αλλά και από την αλλαγή χρήσης γης, η οποία έχει πραγματοποιηθεί πριν από μερικά χρόνια. Στη μελέτη του Τσιαούση κ.α (2002) αναφέρονται λεπτομερώς οι σοβαροί κίνδυνοι για την τύχη του φοινικοδάσους από τους ανωτέρω παράγοντες. Μεταξύ των άλλων, σημειώνεται ότι για την “βελτίωση” της όψης του δάσους πραγματοποιούνταν εκτεταμένες κοπές των ξερών φύλλων καθώς και η απομάκρυνση τους. Αλλά, πέραν από το γεγονός ότι τα ξερά φύλλα με την αποικοδόμηση τους αποτελούν πηγή θρεπτικών ουσιών, η απομάκρυνσή τους άνοιξε τον υπόροφο των συστάδων με αποτέλεσμα την ανάπτυξη ανταγωνιστικών ειδών όπως το Nerium oleander κ.α.


Κίνδυνοι και χαρακτηρισμός κατηγορίας απειλής:
Θα αναφερθούμε, ιδιαιτέρως, στο δάσος του Βάι, δεδομένου ότι αποτελεί την κύρια θέση εμφανίσεως του Phoenix theophrasti στον ελλαδικό χώρο, εν αντιθέσει προς τις υπόλοιπες θέσεις. Πολλοί και διάφοροι είναι οι κίνδυνοι που απειλούν το δάσος του Βάι. Αναφέρουμε τους κυριότερους:
Η εκτεταμένη βόσκηση αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, αφού τα νεαρά άτομα που φύονται ή φυτεύονται στις περιοχές αποκαταστάσεως, προτιμούνται ιδιαίτερα από τις αίγες που βόσκουν ελεύθερες στην περιοχή.
Η υποβάθμιση της παραλιακής ζώνης που ευρίσκεται εκτός της περίφραξης, από την συνεχή καταστροφή των θινών και την αποκάλυψη του ριζικού συστήματος των δένδρων ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα σταθερότητας και θρέψης στα φυτά. Αιτία αυτού του φαινομένου είναι η ισοπέδωση της άμμου, με μηχανικά μέσα για τουριστικούς λόγους.
Τα δένδρα του φοίνικα κινδυνεύουν από την προσβολή του μύκητα Graphiola phoenicus και την πιθνότητα προσβολής από το κολεόπτερο Rhynchophorus ferrugineus (Θυμάκης 2007, Thymakis & al. 2006), το οποίο έχει εξαπλωθεί σε όλη την Κρήτη και μπορεί να προσβάλλει επίσης τον P. theophrasti. Τέλος, αλλαγές στην επάρκεια του υδροφόρου ορίζοντα της περιοχής του Βάι αναμένεται να δημιουργήσουν σημαντικά προβλήματα στη μακροχρόνια διατήρηση του είδους. Ο πληθυσμός της Βαγιωνιάς (Επίδαυρος) αποτελεί την μοναδική εμφάνιση του P. theophrasti στην ηπειρωτική Ελλάδα (Πελοπόννησος). Αποτελείται μόνον από δέκα άτομα, και έχει άμεση ανάγκη προστασίας in situ. Προς αυτόν τον σκοπό, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά και άλλοι Περιβαλλοντικοί φορείς πρέπει να ενημερωθούν και να ενδιαφερθούν. Ομοίως, χρειάζεται να προστατευθούν οι μικρής έκτασης περιοχές, συχνά απομακρυσμένες από οικισμούς και εντατικές ανθρώπινες δραστηριότητες που φιλοξενούν το είδος στα νησιά του Αιγαίου.
Προτείνεται για τον Phoenix theophrasti η κατηγορία Τρωτό (UV) καθόσον, σύμφωνα με την IUCN (2001) πληροί τα κριτήρια B1a,b(i,iii, iv) και C1.


Μέτρα προστασίας: Όπως ήδη αναφέρθηκε, το φοινικόδασος του Βάι, με το μεγαλύτερο πληθυσμό του P. theophrasti, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε ότι αφορά στην προστασία του. Πέραν από τις δικές μας εκτιμήσεις, ελάβαμε επίσης σοβαρώς υπόψη την εμπεριστατωμένη μελέτη της Τσιαούση κ.α. (2002) με τίτλο Οδηγός διαχείρισης για το Φοινικοδάσος του Βάι και προτείνουμε τα εξής:


Διαχείριση επισκεπτών: Επιβάλλεται η οργάνωση πλαισίου λειτουργίας υποδομών διαχείρισης επισκεπτών και η αυστηρή εφαρμογή του. Στα πλαίσια αυτά, είναι απαραίτητη η ύπαρξη πληροφορικού υλικού για την σημασία του φοινικοδάσους και την ανάγκη προστασίας του. Όπως, επίσης, είναι επείγουσα η ανάγκη να δοθεί λύση στο πρόβλημα των μικροπωλητών, της λειτουργίας των εστιατορίων κ.λπ.
Συστηματικός έλεγχος για την έγκαιρη αντιμετώπιση της πιθανότητας προσβολής των δένδρων από το κολεόπτερο Rhynchophorus ferrugineus και τον μύκητα Graphiola phoenicis. Εφαρμογή όλων των μέτρων που έχουν αποφασιστεί για την αποφυγή εξάπλωσης του Rh. ferrugineus στην Κρήτη.
Αποφυγή κοπής ξερών φύλλων: η κοπή και απομάκρυνση των ξερών φύλλων ευνοεί την ανάπτυξη στον ζωτικό χώρο του φοινικοδάσους ανταγωνιστικών ειδών όπως το Nerium oleander κ.α.
Κατάρτιση σχεδίου δράσης πυρασφάλειας.
Καθιέρωση ενός αποτελεσματικού συστήματος φύλαξης, καθ’ όλη την διάρκεια του έτους και ιδιαιτέρως κατά τους θερινούς μήνες.
Οι μικρές, συνήθως μεμονωμένες συστάδες του Rh. ferrugineus στην υπόλοιπη Ελλάδα χρειάζονται επιτόπια προστασία μέσω της διαφύλαξης των βιοτόπων τους. Στα πλαίσια του προγράμματος CRETAPLANT  έχει δημιουργηθεί μικροαπόθεμα του είδους στην περιοχή της Χρυσοσκαλίτισσας στη Δ. Κρήτη, έκτασης 22 στρεμμάτων.

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΑΣ, ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ, 2009)
                                                                                                                                                                           

                                                                                                                                                                         Νίκος Θυμάκης