«Νέες μορφές μάθησης και διδασκαλίας στα πανεπιστήμια»

 

 

 

 

 

Η ομάδα υψηλού επιπέδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον εκσυγχρονισμό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δημοσιεύει σήμερα την έκθεσή της με θέμα τις «νέες μορφές μάθησης και διδασκαλίας στα πανεπιστήμια».

Η ομάδα, υπό την προεδρία της πρώην προέδρου της Ιρλανδίας Mary McAleese, διατυπώνει 15 συστάσεις που τονίζουν την ανάγκη για καλύτερη στόχευση των πόρων για την προώθηση της ανάπτυξης και της χρήσης πιο ευέλικτων ψηφιακών μεθόδων μάθησης και διδασκαλίας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Η κ. Ανδρούλλα Βασιλείου, επίτροπος αρμόδια για την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, την πολυγλωσσία και τη νεολαία, εκφράζει την ικανοποίησή της για την έκθεση που δημοσιεύει σήμερα η ομάδα: «Η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη, αφενός, με την πρόκληση να υποδεχθεί μεγαλύτερο αριθμό σπουδαστών με μεγαλύτερη διαφοροποίηση μεταξύ τους, και, αφετέρου, με την ανάγκη να βελτιώσει την ποιότητα της μάθησης και της διδασκαλίας. Η ομάδα της κ. Mary McAleese όρισε ρεαλιστικά και πρακτικά μέτρα που μπορούν να ληφθούν από την ΕΕ και τις εθνικές αρχές για να χρησιμοποιηθούν καλύτερα οι νέες τεχνολογίες στην εκμάθηση και τη διδασκαλία και να ανταποκριθούν σε αυτές τις ανάγκες. Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής για το γεγονός ότι το νέο πρόγραμμα Erasmus+, το οποίο ξεκίνησε τον Ιανουάριο, θα μπορέσει να στηρίξει την υλοποίηση των συστάσεων της ομάδας.»

Η κ. Mary McAleese, η οποία παρουσίασε σήμερα τα συμπεράσματα της έκθεσης σε συνεδρίαση με την επίτροπο κ. Βασιλείου, πρόσθεσε: «Με εντυπωσίασαν τα εξαιρετικά παραδείγματα καλών πρακτικών που μας παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο των εργασιών μας. Αυτά τα παραδείγματα έδειξαν πόσο σημαντικό είναι να υπάρχουν όχι μόνο εξειδικευμένα άτομα σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και πρωτοποριακές κυβερνήσεις που αναλαμβάνουν δεσμεύσεις και τα υποστηρίζουν προκειμένου να μεγιστοποιηθεί το δυναμικό αυτών των νέων μορφών μάθησης και διδασκαλίας. Αν και η Ευρώπη αρχίζει να σημειώνει πρόοδο, εξακολουθεί να υστερεί σε σχέση με τις ΗΠΑ όσον αφορά τη χρήση των νέων τεχνολογιών στα πανεπιστήμια και τα κολέγιά μας. Θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τα πλεονεκτήματά μας, όπως η ευρεία χρήση των διδακτικών μονάδων του συστήματος ECTS[1], για να εξασφαλιστεί ότι η ψηφιακή μάθηση στην Ευρώπη αναγνωρίζεται, πιστοποιείται και είναι ποιοτικά διασφαλισμένη.»

Οι εκπαιδευτικοί πόροι από όλο τον κόσμο είναι όλο και πιο εύκολα προσβάσιμοι και όλο και πιο διαδραστικοί, και υπερβαίνουν την απλή, διαδικτυακή παράδοση μαθημάτων. Η ψηφιακή μάθηση και διδασκαλία μπορούν να προσαρμοστούν καλύτερα στις ατομικές ανάγκες των σπουδαστών. Η πρόοδος στην ανάλυση της μάθησης δίνει τη δυνατότητα στους εκπαιδευτικούς να λαμβάνουν υπόψη ταχύτερα την απόδοση των σπουδαστών και να εντοπίζουν τους τομείς στους οποίους απαιτείται μεγαλύτερη υποστήριξη.

Οι ψηφιακές μέθοδοι διδασκαλίας αρχίζουν να ενσωματώνονται τόσο μέσα στο πανεπιστήμιο όσο και διαδικτυακά, επειδή πολλά ευρωπαϊκά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης χρησιμοποιούν τις νέες ευκαιρίες που προσφέρει η τεχνολογία. Ωστόσο, πολύ συχνά οι εξελίξεις βασίζονται σε λίγα ενθουσιώδη μέλη του προσωπικού και δεν υπάρχει συνεκτική στρατηγική στα ιδρύματα ή στις διάφορες χώρες.

Με βάση εμπεριστατωμένη ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης και των ορθών πρακτικών σε ολόκληρη την ΕΕ και πέραν αυτής, η ομάδα υψηλού επιπέδου έχει υποδείξει κατευθύνσεις για την υποστήριξη της εκπαίδευσης που βασίζεται στις νέες τεχνολογίες. Η ομάδα αποδέχεται μεν ότι τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι οι κύριοι φορείς για την επίτευξη αλλαγών, αλλά τόνισε την ευθύνη των δημόσιων αρχών για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που θα ευνοεί την αλλαγή.
Η ομάδα υψηλού επιπέδου συγκροτήθηκε το 2012 για την αντιμετώπιση των πλέον πιεστικών ζητημάτων στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ευρώπη. Κατά το πρώτο έτος, η ομάδα διατύπωσε συστάσεις που απευθύνονταν σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη βελτίωση της ποιότητας της διδασκαλίας και της μάθησης στην ευρωπαϊκή τριτοβάθμια εκπαίδευση.