Εκτός άλλων, ο κ Καββαθάς ανέφερε ότι το 95% των επιχειρήσεων του κλάδου κατέγραψε μείωση του τζίρου το 2020, οποίος μεσοσταθμικά μειώθηκε κατά 56,3%. Επιπλέον το 75% των επιχειρήσεων του κλάδου έχουν αναστείλει συμβάσεις εργασίας. Επιησς τόνισε ότι περισσότερες από 4 στις 10 επιχειρήσεις εστίασης έχουν μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα (ρευστότητα), δύο στις 10 έχουν ταμειακά διαθέσιμα για όχι περισσότερο από 1 μήνα, ενώ για το 16% των επιχειρήσεων εστίασης τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν για 2 μήνες.
Πιο συγκεκριμένα ο κ. Γιώργος Καββαθάς ανέφερε τα ακόλουθα:
«Επιτρέψτε μου πριν από τα σχόλια επί του νομοσχεδίου, να σας μεταφέρω σε ποια κατάσταση βρίσκεται η αγορά και κυρίως σε ποια κατάσταση βρίσκονται οι πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που πλήττονται δυσανάλογα από τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης και είναι εκείνες που διαχρονικά αποτελούν το 99,9% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα και προσφέρουν περισσότερο από το 85% των θέσεων απασχόλησης.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία από τις μετρήσεις που διενεργεί το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 8 στις 10 επιχειρήσεις κατέγραψαν μείωση του τζίρου τους το 2020. Για αυτές τις επιχειρήσεις ο μέσος όρος μείωσης του τζίρου ήταν 48,8%. 1 στις 2 πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχει κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές, τράπεζες). Αντίστοιχα 1 στις 2 επιχειρήσεις εκφράζει τον φόβο ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της το επόμενο διάστημα.
Οι μισές επιχειρήσεις έχουν ρευστότητα (ταμειακά διαθέσιμα) για όχι παραπάνω από 1 μήνα. Μάλιστα 1 στις 4 επιχειρήσεις δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα (ρευστότητα). Με βάση αυτά σχεδόν 6 στις 10 πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις φοβάται ότι θα κλείσει το επόμενο διάστημα. Μάλιστα 4 στις 10 φοβούνται ότι δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν το επόμενο εξάμηνο. Τα προαναφερόμενα περιγράφουν την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και συμβαδίζει με αυτά που εισπράττουμε από τα μέλη μας σε όλη την Ελλάδα.
Η κατάσταση τώρα για συγκεκριμένους κλάδους όπως πχ για την εστίαση είναι πραγματικά δραματική. Συγκεκριμένα το 95% των επιχειρήσεων του κλάδου κατέγραψε μείωση του τζίρου το 2020, οποίος μεσοσταθμικά μειώθηκε κατά 56,3%. Επιπλέον το 75% των επιχειρήσεων του κλάδου έχουν αναστείλει συμβάσεις εργασίας. Σε απόλυτα νούμερα, εκτιμάται ότι περίπου 200 χιλιάδες εργαζόμενοι βρίσκονται σε αναστολή. Οι θέσεις αυτές βρίσκονται σε επισφάλεια γιατί οι επιχειρήσεις τους αντιμετωπίζουν το φάσμα του λουκέτου που επιτείνεται από την αβεβαιότητα που υπάρχει ως προς το άνοιγμα της αγοράς, αλλά και από το γεγονός πως από την μια μεριά καλούνται να καλύψουν υποχρεώσεις έχοντας ακόμα και μηδενικά έσοδα, ενώ από την άλλη συσσωρεύουν μελλοντικές οφειλές.
Προς επίρρωση αυτών, περισσότερες από 4 στις 10 επιχειρήσεις εστίασης έχουν μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα (ρευστότητα). 2 στις 10 επιχειρήσεις έχουν ταμειακά διαθέσιμα για όχι περισσότερο από 1 μήνα, ενώ για το 16% των επιχειρήσεων εστίασης τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν για 2 μήνες. Επιπλέον, περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις εστίασης έχουν κάποιου είδους ληξιπρόθεσμης οφειλής (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές κλπ). Με βάση αυτά περισσότερες 1 στις 2 επιχειρήσεις του κλάδου εκφράζουν έντονα τον φόβο ότι θα βάλουν λουκέτο μέσα στο επόμενο εξάμηνο.
Όπως αντιλαμβάνεστε η κατάσταση στην αγορά είναι πάρα πολύ δύσκολη. Οι παρατεταμένοι περιορισμοί που έχουν ληφθεί για την προστασία της δημόσιας υγείας, έχουν αφήσει έντονα τα σημάδια τους στην οικονομία. Τα μέχρι τώρα μέτρα που έχουν ληφθεί για την στήριξη της οικονομίας αν και θετικά φαίνεται πως δεν επαρκούν για να κρατήσουμε όρθιες τις επιχειρήσεις που αποτελεί και προϋπόθεση για την συγκράτηση της απασχόλησης και την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Αυτό φαίνεται όλο και πιο έντονα όσο περνάει ο χρόνος και σημαντικοί κλάδοι της ελληνικής οικονομίας παραμένουν σε κατάσταση «ΜΕΘ».
Είναι αναγκαίο τα επόμενα μέτρα που θα ληφθούν για την στήριξη της οικονομίας και ιδιαίτερα για την στήριξη των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων να αποκτήσουν καλύτερη στόχευση που θα τους προσδώσει και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα».
Σε ό,τι αφορά στο νομοσχέδιο, ο Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ αναφέρθηκε ιδιαίτερα στο δεύτερο μέρος του που όπως επεσήμανε «είναι και εκείνο που μας αφορά περισσότερο», υπογραμμίζοντας τα εξής σημεία:
«Άρθρα 26 & 27 - Επέκταση της μείωσης μισθώματος επαγγελματικών μισθώσεων & Στήριξη των εκμισθωτών για τη μη είσπραξη μισθωμάτων
Στην εισηγητική-αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το Σ/Ν ίσως για πρώτη φορά, αναφέρεται ρητά «αντιμετωπίζεται η ανατροπή της οικονομικής κατάστασης των επαγγελματικών ομάδων για την λειτουργία των επιχειρήσεων ειδικά και έκτακτα μέτρα…». Μας δίνει την δυνατότητα συνδυαστικά με το 338 του ΑΚ για την μείωση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων.
Η ολική απαλλαγή στα μισθώματα των επιχειρήσεων που βρίσκονται σε αναστολή με κρατική εντολή και αντίστοιχα η στήριξη των εκμισθωτών είναι προφανές ένα θετικό και αναγκαίο μέτρο. Επειδή ωστόσο η κατάσταση έτσι όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα δεν φαίνεται πως θα βελτιωθεί, θεωρούμε ότι το μέτρο αυτό θα πρέπει να διατηρηθεί και για τους επόμενους μήνες. Η εκδήλωση μιας τέτοιας πρόθεσης από την μεριά της κυβέρνησης θα ήταν ωφέλιμη κυρίως για την ψυχολογία των επιχειρηματιών που βρίσκονται σε μια διαρκή κατάσταση ανασφάλειας και αβεβαιότητας για το μέλλον.
Άρθρο 28 - Αναστολή πληρωμών αξιόγραφων
Όσον αφορά την αναστολή πληρωμής των αξιόγραφων, προφανώς και είναι ένα θετικό μέτρο. Ωστόσο εκείνο που απαιτείται για τις επιχειρήσεις που έχουν πληγεί περισσότερο και κάνουν χρήση αυτού του μέτρου είναι κάποιου είδους χρηματοδοτική ενίσχυση ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε αυτή τους την υποχρέωση μετά το πέρας της περιόδου αναστολής.
Άρθρο 29 - Επιδότηση παγίων δαπανών
Το άρθρο 29 θέτει ένα γενικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο το δημόσιο μπορεί να καλύπτει ένα μεγάλο μέρος των παγίων δαπανών των επιχειρήσεων που επλήγησαν από την υγειονομική κρίση. Ωστόσο όλες οι σημαντικές λεπτομέρειες όπως πχ η μορφή της ενίσχυσης, οι δικαιούχοι, το ύψος της ενίσχυσης, ο προσδιορισμός των επιλέξιμων παγίων δαπανών προβλέπεται ότι θα καθοριστούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ.
Επειδή το μέτρο αυτό φαίνεται πως θα είναι το βασικό εργαλείο που θα αξιοποιηθεί για την χρηματοδοτική ενίσχυση των επιχειρήσεων, άρα και το βασικό εργαλείο για να κρατήσουμε όρθιες τις επιχειρήσεις και την οικονομία, θα θέλαμε πριν την έκδοση της σχετικής ΚΥΑ να έχουμε μια ενδελεχή ενημέρωση ώστε να συνδράμουμε και εμείς από την μεριά μας στην κατάρτιση ενός αποτελεσματικού προγράμματος ενίσχυσης των πολύ μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων».
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις