Παράγοντες που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα της λίπανσης

Του Θωμά Χανή για το agrocapital.gr

-Υδατοπεριεκτικότητα του εδάφους. Το νερό επηρεάζει σημαντικά την αποτελεσματικότητα της λίπανσης, βελτιώνοντας την απορρόφηση των Α.Θ.Σ.(Απαραίτητων Θρεπτικών Στοιχείων) και αυξάνοντας την παραγωγή βιομάζας. 

Η βελτίωση της απορρόφησης των ανόργανων θρεπτικών συστατικών από το νερό επιτυγχάνεται: 1)μέσω της αύξησης του ριζικού συστήματος που προκαλεί η επάρκεια νερού. Η αύξηση του ριζικού συστήματος ευνοεί ιδιαίτερα την απορρόφηση των φωσφορικών, τα οποία είναι τα πιο δυσκίνητα ανιόντα. 2)επειδή το νερό αποτελεί φορέα μετακίνησης ευκίνητων ιόντων (νιτρικά, θειικά) μέσω του εδαφικού διαλύματος στη ρίζα (μαζική ροή). 3)επειδή η παρουσία υμενίων νερού στα εδαφικά κοκκία ή συσσωματώματα που περιβάλλουν τη ρίζα υποβοηθεί τη διάχυση δυσκίνητων στοιχείων (φωσφορικά, κάλι) σε μικρές αποστάσεις από τη ρίζα.

Η επάρκεια νερού βελτιώνει την αντίδραση των καλλιεργειών στη λίπανση και μέσω της αυξημένης παραγωγής ξηράς ουσίας. Σε συνθήκες επάρκειας νερού τα στομάτια παραμένουν ανοιχτά περισσότερες ώρες την ημέρα και η παραγωγή ξηράς ουσίας μέσω φωτοσύνθεσης αυξάνεται. Το αντίστροφο συμβαίνει σε συνθήκες έλλειψης νερού. Κατά συνέπεια, η προσθήκη λιπάσματος έχει θεαματικότερες επιδράσεις στις τελικές αποδόσεις.

-Αερισμός του εδάφους. Η απορρόφηση των περισσότερων Α.Θ.Σ. από το έδαφος πραγματοποιείται κυρίως με κατανάλωση ενέργειας, η οποία παρέχεται μέσω των αναπνευστικών διεργασιών των ριζών. Έλλειψη επαρκούς οξυγόνου λόγω κατάκλισης ή συμπίεσης του εδάφους υποβαθμίζει την αναπνοή και μειώνει την διαθέσιμη ενέργεια για ενεργό απορρόφηση θρεπτικών συστατικών, ακόμη και όταν αυτά βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα λόγω λίπανσης. τα αρνητικά αυτά φαινόμενα είναι πιο έντονα στα περισσότερο λεπτόκοκκα εδάφη. 


-Ένταση φωτισμού. Επάρκεια φωτισμού αυξάνει την φωτοσυνθετική δραστηριότητα και την παραγωγικότητα των καλλιεργειών και, επομένως, και τον βαθμό αντίδρασής τους στην προσθήκη λιπαντικών στοιχείων. 
 

-Πυκνότητα φυτείας. τα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία αποτελούν αντικείμενο ανταγωνισμού μεταξύ των φυτών μιας καλλιέργειας. Σε χαμηλές πυκνότητες ο ανταγωνισμός είναι λιγότερο έντονος, αλλά αυξάνεται σταδιακά όσο αυξάνεται η πυκνότητα. Με την προϋπόθεση ότι η εδαφική υγρασία δεν αποτελεί περιοριστικό παράγοντα, πυκνότερες φυτείες αντιδρούν θεαματικότερα στην προσθήκη λιπαντικών στοιχείων λόγω του εντονότερου ανταγωνισμού των φυτών ως προς αυτά. 

-Αλληλεπιδράσεις μεταξύ ανόργανων θρεπτικών συστατικών. Η επίτευξη υψηλών αποδόσεων και ικανοποιητικής ποιότητας των προϊόντων προϋποθέτει ισόρροπο εφοδιασμό των φυτών με όλα τα ανόργανα θρεπτικά συστατικά και όχι μόνο με τα κύρια μακροστοιχεία (N, P, K). Είναι επομένως πιθανό, όταν χρησιμοποιούνται υψηλές δόσεις λιπασμάτων, να δημιουργούνται προϋποθέσεις διατάραξης της ισορροπίας των θρεπτικών συστατικών με επιπτώσεις σε σειρά φυσιολογικών μηχανισμών στα φυτά. 

Επιπλέον, τα διάφορα ανόργανα συστατικά μπορεί να αλληλεπιδρούν θετικά ή αρνητικά στην απορρόφησή τους από τα φυτά. Για παράδειγμα, υψηλά επίπεδα αζώτου στα φυτά μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την απορρόφηση καλίου. Υψηλές δόσεις καλιούχων λιπασμάτων επηρεάζουν αρνητικά την απορρόφηση των άλλων κατιόντων που προσροφώνται στα εδαφικά κολλοειδή, όπως Ca2+, Mg2+ και Na+. Εναλλακτικά, περίσσεια μαγνησίου στο νερό άρδευσης μείωνε την απορρόφηση καλίου. 
Άλλα παραδείγματα αλληλεπιδράσεων αποτελούν η παρεμπόδιση απορρόφησης σιδήρου από περίσσεια ασβεστίου, η βελτίωση απορρόφησης ασβεστίου παρουσία βορίου και η παρεμπόδιση απορρόφησης ψευδαργύρου από υψηλές συγκεντρώσεις φωσφόρου. Επιπλέον, οι μεταβολές στο εδαφικό pH που προκαλούν ορισμένα λιπάσματα επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα ορισμένων στοιχείων:για παράδειγμα, το νιτρικό νάτριο μειώνει την απορρόφηση του ψευδαργύρου επειδή αυξάνει το εδαφικό pH, ενώ αντίθετα το θειικό αμμώνιο την αυξάνει λόγω μείωσης του pH.

-Είδος ή ποικιλία του φυτού. Υπάρχουν διαφορές μεταξύ ειδών, αλλά και μεταξύ ποικιλιών ενός είδους, στην ικανότητα απορρόφησης θρεπτικών συστατικών από το έδαφος. Οι διαφορές αυτές μπορούν να αποδοθούν κυρίως σε χαρακτηριστικά του ριζικού συστήματος, όπως η ανάπτυξή του και η ικανότητα ανταλλαγής κατιόντων μεταξύ ριζών και εδάφους. 

Γενικά, οι παλαιότερες ποικιλίες ή φυσικοί πληθυσμοί, οι οποίοι χαρακτηρίζονταν από υψηλή προσαρμοστικότητα σε αντίξοες συνθήκες και σε εδάφη χαμηλής γονιμότητας, δεν αντιδρούν ικανοποιητικά στην προσθήκη λιπασμάτων, σε σχέση με τις νεότερες ποικιλίες που έχουν δημιουργηθεί για να αποδίδουν υπό συνθήκες υψηλής εδαφικής γονιμότητας.