Αφήνοντας πίσω τα στρέμματα και τα τρακτέρ - Αναζήτηση αξιοπρέπειας έξω από τη γεωργία
Στη Σκύδρα του νομού Πέλλας, μια οικογένεια με μακρά παρουσία στον αγροτικό κόσμο πήρε μια απόφαση που συζητείται έντονα στην τοπική κοινωνία. Ένας καλλιεργητής με 180 στρέμματα ιδιόκτητα και συνολική διαχείριση 800 στρεμμάτων, που μάλιστα διατηρούσε συμβολαιακή συνεργασία με μεγάλο εργοστάσιο παραγωγής αγροτικών προϊόντων, επέλεξε να αφήσει πίσω του τα χωράφια.
Ο ίδιος θα εργαστεί πλέον ως κηπουρός σε ξενοδοχείο πέντε αστέρων, ενώ η σύζυγός του αναλαμβάνει καθήκοντα επιστάτριας καμαριέρων στο ίδιο κατάλυμα. Για την οικογένεια, η αλλαγή αυτή δεν είναι απλώς μια επαγγελματική στροφή· είναι η αναζήτηση μιας πιο σταθερής καθημερινότητας, που θα τους επιτρέψει να μεγαλώσουν τα παιδιά τους με ασφάλεια και να εξασφαλίσουν ένα μέλλον λιγότερο αβέβαιο. Δεν πρόκειται μόνο για καλύτερες οικονομικές απολαβές, αλλά για τη δυνατότητα να προσφέρουν στα παιδιά τους μια ζωή με περισσότερη σιγουριά και φροντίδα, μακριά από τις αναταράξεις και τις αβεβαιότητες της αγροτικής παραγωγής.
Η απόφαση αυτή δεν είναι τυχαία. Παρά το γεγονός ότι η οικογένεια είχε επενδύσει σοβαρά στον αγροτικό τομέα, με τέσσερα τρακτέρ και εξοπλισμό αξίας άνω των 500.000 ευρώ, το οικονομικό περιβάλλον, οι αστάθειες στις τιμές και η αβεβαιότητα γύρω από τις αγροτικές ενισχύσεις οδήγησαν στην αναζήτηση σταθερότερων λύσεων.
Η ιστορία αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, καθώς οι ίδιοι οι συγχωριανοί μιλούν ήδη για «ντόμινο» εξελίξεων. «Δεν είναι οι μόνοι. Κι άλλοι σκέφτονται να φύγουν. Οι καλλιέργειες δεν δίνουν την ασφάλεια που χρειάζεται μια οικογένεια», λέει στο Agrocapital κάτοικος της περιοχής.
Η εικόνα αυτή δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό αλλά μέρος μιας βαθύτερης τάσης. Η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού στην Ελλάδα, με τον μέσο όρο ηλικίας των αγροτών να υπερβαίνει τα 57 έτη, δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα: οι νεότεροι στρέφονται σε πιο σταθερά επαγγέλματα, ενώ οι μεγαλύτεροι δυσκολεύονται να συντηρήσουν τις εκμεταλλεύσεις. Η αποχώρηση καλλιεργητών μεσαίας κλίμακας, που διαθέτουν ήδη εξοπλισμό και τεχνογνωσία, σημαίνει απώλεια παραγωγικής βάσης και υπονόμευση της επισιτιστικής ασφάλειας σε τοπικό επίπεδο.
Παράλληλα, η μείωση της αγροτικής δραστηριότητας απειλεί με κοινωνικό μαρασμό τις μικρές κοινότητες της υπαίθρου. Όταν οι οικογένειες επιλέγουν να μεταφέρουν το βιοποριστικό τους κέντρο βάρους εκτός γεωργίας, τα χωριά χάνουν όχι μόνο παραγωγούς, αλλά και φορείς της τοπικής ζωής: μαθητές για τα σχολεία, νέους για τους πολιτιστικούς συλλόγους, καταναλωτές για τα μικρά καταστήματα.
Η ελληνική γεωργία δεν δοκιμάζεται μόνο από τις διεθνείς τιμές, την κλιματική αβεβαιότητα ή τις καθυστερήσεις στις ενισχύσεις. Δοκιμάζεται από την ίδια τη φυγή των ανθρώπων της. Κι αν οι εικόνες από άδεια χωράφια στη Σκύδρα φαντάζουν σήμερα μεμονωμένες, αύριο ίσως γίνουν ο καθρέφτης μιας υπαίθρου που αργοσβήνει. Το ερώτημα είναι αν η χώρα θα αφήσει τους αγρούς να σιωπήσουν ή αν θα βρει τον τρόπο να δώσει ξανά προοπτική σε εκείνους που για δεκαετίες την κράτησαν όρθια.
Για λόγους σεβασμού στην ιδιωτικότητα των προσώπων που μίλησαν στο ρεπορτάζ, δεν αναφέρονται τα πλήρη στοιχεία τους.