FAO: Σημάδια ανάκαμψης στα ιχθυαποθέματα Μεσογείου–Μαύρης Θάλασσας

Έκθεση δείχνει μείωση της υπεραλίευσης, αύξηση της βιομάζας και ραγδαία ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας σε μια περιοχή που αλλάζει γρήγορα

Η εικόνα της αλιείας στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα φαίνεται επιτέλους να αλλάζει, καθώς το ποσοστό των υπεραλιευμένων αποθεμάτων καταγράφει το χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας. Η θετική αυτή εξέλιξη συμπίπτει με την εντυπωσιακή άνοδο της υδατοκαλλιέργειας, η οποία πλέον αποτελεί έναν από τους βασικούς τροφοδότες υδρόβιων προϊόντων στην περιοχή. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τη νέα έκθεση State of Mediterranean and Black Sea Fisheries 2025 (SoMFi), που δημοσίευσε η Γενική Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο του FAO.

Η έκθεση, προϊόν συνεργασίας περισσότερων από 700 ειδικών, δείχνει ότι οι πολιτικές περιορισμού της αλιευτικής πίεσης αποδίδουν. Μέσα σε δέκα χρόνια, η αλιευτική θνησιμότητα έχει μειωθεί κατά 50%, ενώ η βιομάζα των εμπορικών ειδών έχει αυξηθεί κατά 25%. Τα παραδείγματα της κουτσομούρας, της γαρίδας giant red shrimp, αλλά και της κοινής γλώσσας στην Αδριατική ή του καλκανιού στη Μαύρη Θάλασσα αποδεικνύουν πως η επιστημονικά τεκμηριωμένη διαχείριση μπορεί να αναστρέψει πολυετείς πιέσεις.

Ωστόσο, η κατάσταση δεν είναι ομοιόμορφη. Η σαρδέλα παραμένει σε κατάσταση υπερεκμετάλλευσης και χαμηλής βιομάζας, ενώ και ο ευρωπαϊκός μπακαλιάρος δείχνει μόνο περιορισμένη ανάκαμψη, παρά τη μείωση της αλιευτικής πίεσης. Παρά τις θετικές εξελίξεις, το 52% των αποθεμάτων εξακολουθεί να είναι υπεραλιευμένο — αν και αρκετά καλύτερο από το 87% της προηγούμενης δεκαετίας.

Την ίδια ώρα, η υδατοκαλλιέργεια αναδεικνύεται σε καθοριστικό πυλώνα του παραγωγικού συστήματος. Πάνω από το 45% των υδρόβιων τροφίμων της περιοχής προέρχεται πλέον από θαλάσσιες και υφάλμυρες μονάδες, με συνολική παραγωγή άνω των 940.000 τόνων. Η Τουρκία, η Αίγυπτος και η Ελλάδα πρωταγωνιστούν, ενώ η τσιπούρα και το λαβράκι αποτελούν σχεδόν τα δύο τρίτα της συνολικής παραγωγής. Η ευρύτερη αλυσίδα αξίας της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας παράγει 2,06 εκατομμύρια τόνους προϊόντων, δημιουργώντας έσοδα 21,5 δισ. δολαρίων και στηρίζοντας πάνω από 1,1 εκατ. θέσεις εργασίας.

Παρά τη δυναμική ανάπτυξη, ο τομέας αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις: ανάγκη για περιορισμό περιβαλλοντικών επιπτώσεων, καλύτερη βιοασφάλεια, κοινωνική αποδοχή και αντιμετώπιση γραφειοκρατικών εμποδίων. Την ίδια ώρα, η ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά έως το 2050, οδηγώντας την έκθεση να εκτιμά ότι η παραγωγή θα πρέπει να ενισχυθεί κατά 14–29% για να διατηρηθούν τα σημερινά επίπεδα κατανάλωσης.

Όπως σημειώνει ο Εκτελεστικός Γραμματέας της GFCM, Miguel Bernal, «η προσαρμογή στις νέες ανάγκες απαιτεί συνεργασία, αποτελεσματική διαχείριση και στήριξη των αλιέων και των υδατοκαλλιεργητών. Είναι κρίσιμο να διασφαλίσουμε ότι οι παράκτιες κοινότητες θα συνεχίσουν να στηρίζονται στα υδρόβια τρόφιμα — και στο μέλλον.»

* Δείτε ΕΔΩ την έκθεση