Ενισχύεται η παραγωγή εκτός ΕΕ, σταθεροποιείται η κατανάλωση σε ώριμες και νέες αγορές
Η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 3,507 εκατομμύρια τόνους για τη σεζόν 2024/2025, σηματοδοτώντας το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ. Μετά τις ιδιαίτερα προβληματικές καμπάνιες του 2022 και του 2023, ο κλάδος επιστρέφει δυναμικά, ξεπερνώντας μάλιστα το προηγούμενο ρεκόρ των 3,415 εκατ. τόνων της περιόδου 2021/2022. Η νέα εκτίμηση υπερβαίνει κατά πολύ και τον πενταετή μέσο όρο των 3,005 εκατ. τόνων, καταγράφοντας αύξηση σχεδόν 36% σε σχέση με την υποτονική παραγωγή του 2023/2024.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η έκθεση που δημοσιεύτηκε από την ισπανική Agrobank σε συνεργασία με το Olive Oil World Congress επιβεβαιώνει ότι η παραγωγή εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεχίζει να ενισχύεται σταθερά. Για το 2024/2025, οι παραγωγοί εκτός ΕΕ αντιπροσωπεύουν πλέον το 40% της παγκόσμιας παραγωγής, έναντι λιγότερο από 33% το 2021/2022. Παράλληλα, 58 χώρες σε πέντε ηπείρους παράγουν πλέον ελαιόλαδο, μεταξύ των οποίων νέα αναδυόμενα κράτη όπως το Ελ Σαλβαδόρ, η Αιθιοπία, το Κουβέιτ, το Ουζμπεκιστάν, το Αζερμπαϊτζάν και η Βόρεια Μακεδονία.
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι, παρά το ότι το ελαιόλαδο μεταφέρεται και καταναλώνεται παγκοσμίως, η αύξηση νέων φυτεύσεων και η υιοθέτηση πιο παραγωγικών συστημάτων σε αναδυόμενες περιοχές δημιουργούν προοπτικές μέσης και μακροπρόθεσμης βελτίωσης των αποδόσεων.
Την ίδια στιγμή, αυξάνεται η κατανάλωση σε χώρες χωρίς δική τους παραγωγή, οι οποίες πλέον απορροφούν περίπου το 30% της παγκόσμιας ζήτησης, συχνά σε premium κατηγορίες και υψηλότερες τιμές. Στη Μεσόγειο, περίπου το 90% των πωλήσεων ελαιολάδου γίνεται μέσω μεγάλων λιανεμπόρων, με 60–70% των προϊόντων να διατίθενται ως private label. Μόνο το 5% των πωλήσεων αφορά υψηλότερες ποιοτικές κατηγορίες, ένα τμήμα που αυξάνεται αργά αλλά σταθερά.
Όσον αφορά την παγκόσμια κατανάλωση, τα στοιχεία δείχνουν ότι μετά από συνεχή άνοδο από το 2015 και μετά, η ζήτηση σταθεροποιήθηκε γύρω στα 3 εκατ. τόνους και τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει ελαφρά υποχώρηση. Για το 2024/2025, η κατανάλωση εντός ΕΕ εκτιμάται στα 1,42 εκατ. τόνους, ενώ στις εκτός ΕΕ αγορές αναμένεται να φτάσει τα 1,64 εκατ. τόνους, δείχνοντας μικρές μόνο αυξήσεις.
Σε εθνικό επίπεδο, η Ισπανία εξακολουθεί να κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως, με 2,7 εκατομμύρια εκτάρια ελαιώνων από τα συνολικά 11,7 εκατ. εκτάρια παγκοσμίως. Περίπου 400.000 Ισπανοί είναι ιδιοκτήτες ελαιώνων, με το 69% των εκμεταλλεύσεων να βρίσκεται σε ξηρικές, δύσβατες ή χαμηλής παραγωγικότητας περιοχές. Η χώρα έχει πρωτοστατήσει στην επέκταση των αρδευόμενων, εντατικών και υπερεντατικών καλλιεργειών, κυρίως στην Ανδαλουσία και την Εξτρεμαδούρα, όπου η μηχανική συγκομιδή ξεπερνά το 90% και οι φυτεύσεις φτάνουν τις 1.600–2.000 ελιές ανά εκτάριο.
Ωστόσο, το ισπανικό ελαιοκομικό μοντέλο αντιμετωπίζει και σημαντικές προκλήσεις: η έλλειψη εργατικού δυναμικού και η μειωμένη κερδοφορία σε παραδοσιακούς ελαιώνες απειλούν ιστορικά αγροτικά τοπία και πολιτιστική κληρονομιά, που συχνά συνδέονται με τα ποιοτικότερα ελαιόλαδα της χώρας.