Μειώνονται δραματικά οι ψαράδες στην Ευρώπη

Ακόμη και οι καλές ψαριές δεν είναι αρκετές για να εγγυηθούν την οικονομική επιβίωση των μικρών αλιευτικών επιχειρήσεων.

Για πολλές γενιές, το ψάρεμα ήταν μια αξιοσέβαστη εμπορική δραστηριότητα και ένας παραδοσιακός τρόπος ζωής για πολλές οικογένειες στην νησιωτική κοινότητα Πελίνκι, στα νότια της Φινλανδίας. Σήμερα όμως ο αριθμός των τοπικών ψαράδων έχει μειωθεί δραματικά. Απομένουν ελάχιστοι.

Μία από τις αιτίες είναι ότι τα αλιεύματα έχουν μειωθεί. Οι ψαράδες θεωρούν υπεύθυνους τους θηρευτές που πολλαπλασιάζονται: Οι φώκιες και οι κορμοράνοι καταστρέφουν τα δίχτυα και τους κιούρτους και αποδεκατίζουν τα ψάρια. Ακόμη και οι καλές ψαριές δεν είναι αρκετές για να εγγυηθούν την οικονομική επιβίωση των μικρών αλιευτικών επιχειρήσεων.

Τα περισσότερα παιδιά από οικογένειες ψαράδων κάνουν ασφαλέστερες επαγγελματικές επιλογές. Φεύγουν από τα σπίτια τους για να σπουδάσουν κάτι άλλο. Καθώς οι γονείς τους μεγαλώνουν και βγαίνουν στη σύνταξη, οι μικρές αλιευτικές επιχειρήσεις, που είναι τυπικό χαρακτηριστικό της Φινλανδίας, κλείνουν. Σε εθνικό επίπεδο, ο αριθμός των ψαράδων έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες από τους 1800 σε περίπου 400 επαγγελματίες. Η Μαρί Σέλγκρεν ασχολείται λίγο χρόνο με την αλιεία:

«Είμαι 27 ετών και ασχολούμαι με την αλιεία τα τελευταία 4-5 χρόνια. Δεν είμαστε πολλοί οι νέοι που ψαρεύουμε. Πιστεύω ότι οφείλεται στο ότι είναι μια σκληρή χειρωνακτική δουλειά και επειδή δεν ξέρεις πόσα χρόνια θα μπορείς να την κάνεις. Είναι μεγάλο ρίσκο να ξεκινήσεις κάτι τέτοιο. Δεν σκόπευα να γίνει ψαράς. Έχω σπουδάσει επίσης τουριστικές επιχειρήσεις στο Ελσίνκι. Και ταυτόχρονα έκανα αυτό το πρόγραμμα "Δάσκαλος-Μαθητευόμενος" εδώ, στο σπίτι μου, με τον πατέρα μου».

Το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από την Ε.Ε. Παρείχε ένα μικρό ποσό στην Μαρί για το έτος που έκανε τη μαθητεία της ως ψαράς. Έτσι δεν επιβαρύνθηκε οικονομικά ο πατέρας της. Τώρα η Μαρί είναι επαγγελματίας και συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση δεκαετιών. Το πρόγραμμα εκπαίδευσης περιλάμβανε μερικά θεωρητικά μαθήματα και 800 ώρες πρακτικής: «Έμαθα να ψαρεύω με δίχτυα και παγίδες. Να φροντίζω τα ψάρια και τα αλιεύματα και να τα προετοιμάζω. Να τα αλατίζω και να τα καπνίζω ή να τα κάνω με ψυχρό υποκαπνισμό. Να κάνω σνίτσελ ψαριών. Να κάνω μάρκετινγκ και ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε για να πληρώνω τους λογαριασμούς»

 

Η χρηματοδότηση για το πρόγραμμα «Δάσκαλος-Μαθητευόμενος» δόθηκε από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας που υποστηρίζει την ανανέωση των γενεών του αλιευτικού τομέα της Ευρώπης. Η ιδέα γεννήθηκε σ' αυτή την μικρή αλιευτική κοινότητα, όπου μια άλλη ψαράς, η Τάνια Άκερφελτ, έδωσε αγώνα για να μπει στο χώρο: «Στον πατέρα μου δεν άρεσε καθόλου η ιδέα. Μου είπε να μην το κάνω. Γι' αυτό αναγκάστηκα να μιλήσω σε άλλους ψαράδες για να δω πώς θα το κάνουμε. Συνάντησα τον Έσκο και μαζί καταλήξαμε σ' αυτή την ιδέα».

Ο Έσκο Ταανίλα είναι διευθυντής της εταιρικής ένωσης που αποτελείται από ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς και έχει να κάνει με τον τοπικό τομέα αλιείας. Ονομάζεται FLAG, δηλαδή Τοπική Ομάδας Δράσης για την Αλιεία. Ο Έσκο απλοποίησε τη διαδικασία. Πλέον περιλαμβάνει ένα επίσημο συμβόλαιο και ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης για τον δάσκαλο και τον μαθητευόμενο.

Η εκπαίδευση ενός νέου ψαρά κοστίζει γύρω στα 6.000 ευρώ. Ο Έσκο υποστηρίζει ότι δεν κοστίζει πολύ. Με αυτόν τον τρόπο ενισχύεται η επαγγελματική αλιεία, που είναι η μόνη οικονομική δραστηριότητα σ' αυτή την περιοχή που διαρκεί όλο τον χρόνο. Το πρόγραμμα βοηθά επίσης στην επιβράδυνση της γήρανσης και της παρακμής της αλιευτικής κοινότητας στη Νότια Φινλανδία. Δεν μπορεί όμως να αναστρέψει την κατάσταση: «Κάθε φορά που εγκαταλείπουν 10 ψαράδες, έχουμε έναν το πολύ δύο νέους που ενδιαφέρονται να κάνουν αυτή τη δουλειά» αναφέρει ο Ταανίλα.

Το πρόγραμμα τρέχει εδώ και τρία χρόνια. Από τους 15 μαθητευόμενους, οι 12 αποφάσισαν να συνεχίσουν να αλιεύουν επαγγελματικά. Το ποσοστό επιτυχίας είναι μεγάλο. Αλλά καθώς οι φώκιες αυξάνονται, δημιουργώντας διαρκώς προβλήματα και τα ψάρια μειώνονται, οι προσπάθειες που γίνονται μπορεί να μην πιάσουν τόπο: «Πρέπει να βρούμε νέους ψαράδες, γιατί ο μέσος όρος ηλικίας εδώ είναι τα 60 έτη. Εάν δεν κάνουμε κάτι, σε 5-6 χρόνια όλοι θα έχουν εγκαταλείψει το επάγγελμα. Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε έναν ζωντανό αλιευτικό τομέα στις παράκτιες περιοχές μας. Αλλιώς θα είναι μια νεκρή ζώνη. Δεν θα είναι ωραίο».

Πολύ πιο νότια, στην ακτή της Οστάνδης, η παράδοση της αλιείας είναι ζωντανή. Ο στόχος είναι η ανανέωσή της. Στο βελγικό λιμάνι, εκπαιδευόμενοι στην τοπική ναυτική σχολή Μερκάτορ προσπαθούν να οδηγήσουν το σκάφος τους στην φουρτουνιασμένη Βόρεια Θάλασσα. Η δοκότρατά τους ονομάζεται Broodwinner. Είναι το εκπαιδευτικό σκάφος. Κατασκευάστηκε το 1967. Συντηρήθηκε και ανακαινίστηκε με χρήματα της Ε.Ε. Βελτιώθηκε η ασφάλεια και η άνεσή της. Οι εκπαιδευόμενοι δεν είχαν στο παρελθόν καμιά επαγγελματική αλιευτική εμπειρία:

«Περίπου το 20% είναι από οικογένειες ψαράδων. Το 80% δεν έχει καμιά ιδέα από αλιεία. Προέρχονται από μεγάλες πόλεις όπως η Αμβέρσα και οι Βρυξέλλες, που δεν έχουν καμιά σχέση με τη θάλασσα. Είναι σημαντικό να υπάρχει ένα σκάφος στην σχολή για να κατανοήσουν για το τι πρόκειται. Για να πάρουν μια ιδέα και να αποφασίσουν αν θέλουν να κάνουν αυτή τη δουλειά στο μέλλον» εξηγεί ο Μπαρτ ντε Βεγκέναρε, δάσκαλος στο Θαλάσσιο Ινστιτούτο Μερκάτορ.

Οι μαθητευόμενοι κάνουν οκτάωρα ταξίδια με το σκάφος, ξεκινώντας από την ηλικία των 12. Στα 16 τους, περνούν τις μισές σχολικές τους εβδομάδες, κάνοντας εξάσκηση στη θάλασσα. Πέρα από αλιευτικές δεξιότητες, μαθαίνουν επίσης να κυβερνούν το σκάφος και αποκτούν και μηχανολογικές γνώσεις. Οι περισσότεροι αναζητούν εργασία στη ναυτιλία. Όχι απαραίτητα στην αλιεία, όπου η δουλειά είναι σκληρή και ο κίνδυνος ατυχήματος υψηλός: «Πρέπει να μάθεις να οδηγείς μόνος σου το σκάφος. Πρέπει να ξυπνάς τα βράδια για να επιδιορθώνεις τα δίχτυα. Είναι πολύ δύσκολο» τονίζει ο μαθητής Σαμί Τεμπούς.

Τα λεφτά που βγάζουν οι ψαράδες μπορεί να είναι πολλά αλλά και λίγα, ανάλογα με την ψαριά: «Είναι απρόβλεπτο, πόσα χρήματα μπορείς να κερδίσεις. Γι' αυτό πολλοί δεν αισθάνονται σιγουριά και δεν θέλουν να κάνουν αυτό το επάγγελμα. Αλλά και γιατί είναι μια πολύ σκληρή δουλειά. Και υπάρχει κόσμος που έχει παιδιά και υποχρεώσεις και δεν θέλει να τα αφήσει πίσω» επισημαίνει ο μαθητής της σχολής Σέπε Ντεκίντερ.

Το Βέλγιο δεν έχει μεγάλη ακτογραμμή. Τα αλιευτικά του σκάφη δεν ξεπερνούν τα 80. Αλλά για τη δυτική Φλάνδρα, το ψάρεμα έπαιζε πάντα πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή της περιοχής. Τη δεκαετία του '80, πέντε επαγγελματικά σχολεία εκπαίδευαν 300 μαθητές στην αλιεία. Σήμερα υπάρχει μόνο ένα με 40 μαθητές. Οι δάσκαλοι θεωρούν ότι παρότι το επάγγελμα έχει εκσυγχρονιστεί, δεν είναι ελκυστικό στους νέους.

«Στο παρελθόν, οι εκπαιδευόμενοι ήταν για παράδειγμα δύο εβδομάδες στη θάλασσα και τρεις μέρες στο λιμάνι. Αλλά από τις τρεις μέρες, έπρεπε να δουλεύουν δύο μέρες. Και δεν ήταν πρόβλημα. Τώρα στις 8 μέρες στην θάλασσα, είναι 4 μέρες στο λιμάνι. Και πρέπει να δουλεύουν 1 ή 2 μέρες. Και δεν τους αρέσει. Είναι δηλαδή πολύ δύσκολο να προσελκύσεις νέους σ' αυτή τη δουλειά» αναφέρει ο Τζάκι Σέρενς, διευθυντής του Ναυτικού Ινστιτούτου Μερκάτορ.

Υπάρχει όμως ελπίδα να προστεθούν σύντομα έξι νέα σκάφη στον βελγικό αλιευτικό στόλο. Ίσως αυτό αναζωογονήσει το ενδιαφέρον για την αλιεία και προσελκύσει νέους που ψάχνουν τι θα κάνουν στη ζωή τους.

πηγη