Η Ουκρανία και το ψωμί - «Είδος πολυτελείας» τα βασικά τρόφιμα

Μήπως γίνουν σύντομα…«είδη πολυτελείας» τα βασικά τρόφιμα;

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του FAO, τον Ιανουάριο οι παγκόσμιες τιμές των τροφίμων έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο από το 2011. Ηταν τότε που σε χώρες της Βόρειας Αφρικής, οι υψηλές τιμές στα τρόφιμα, σε συνδυασμό με τη διαφθορά και την οικογενειοκρατία, πυροδότησαν την «Αραβική Ανοιξη»- τις πολιτικές εξεγέρσεις στην Τυνησία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη…

Ένδεκα χρόνια μετά, με τον πληθωρισμό να μαστίζει ήδη τους πολίτες στην Ευρώπη και την Αμερική κυρίως, οι τιμές στα τρόφιμα απογειώνονται, καθώς η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία απειλεί με μείωση βασικών καλλιεργειών στον κόσμο. Η Ουκρανία και η Ρωσία μαζί αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα τέταρτο του παγκόσμιου εμπορίου σιταριού, καθώς και το ένα πέμπτο των πωλήσεων καλαμποκιού.

Ο αποκλεισμός των λιμανιών και του σιδηροδρομικού δικτύου στην Ουκρανία-στον «σιτοβολώνα της Ευρώπης» έχει ήδη αρχίσει να μειώνει δραστικά τις εξαγωγές. Αν ο πόλεμος συνεχιστεί για πολύ, θα σταματούσε τις εξαγωγές σιτηρών της Ουκρανίας και πιθανότατα θα οδηγούσε στην αύξηση κατά 30% των τιμών του σιταριού και κατά 20% του καλαμποκιού, σύμφωνα με αναλυτές της Rabobank.

Αλλά και η Ρωσία είναι επίσης ένας σημαντικός εξαγωγέας χαμηλού κόστους σχεδόν κάθε είδους λιπασμάτων. Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πόσο σημαντικό είναι το λίπασμα για την αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων - πρακτικά κάθε πιάτο φαγητού που τρώμε έχει γίνει με τη βοήθεια λιπασμάτων. Αν το παγκόσμιο εμπόριο διαταραχθεί, αυτό θα σημαίνει υψηλότερο κόστος για τους αγρότες σε όλον τον κόσμο και κατ' επέκταση νέα αύξηση των τιμών. «Οι καλλιεργητές παλεύουν επίσης με το αυξανόμενο κόστος λιπασμάτων, ασφάλισης καλλιεργειών και αγροχημικών» δήλωσε ο Κρις Εντζινγκτον, πρόεδρος της Αμερικανικής Ένωσης Καλλιεργητών Καλαμποκιού.

Τα είχε όλα το κλήμα…

Οι παγκόσμιες τιμές των τροφίμων είχαν ήδη εκτοξευθεί σε επίπεδα ρεκόρ τους τελευταίους μήνες. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν δυσκολέψει πολλές καλλιέργειες, ενώ η έλλειψη εργαζομένων και το υψηλότερο κόστος αποστολής κατέστρεψαν τις αλυσίδες εφοδιασμού. «Η κρίση στην Ουκρανία απλώς θα ωθήσει περαιτέρω τις τιμές» λέει ο Τζακ Σκόβιλ, αντιπρόεδρος της Price Futures Group Inc. στο Σικάγο. Οι ειδικοί στο Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών του Μονάχου (Ifo) φοβούνται ότι οι τιμές των τροφίμων θα μπορούσαν να αυξηθούν έως και 7% εφέτος. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να υπάρξουν περαιτέρω αυξήσεις τιμών για τα δύο τρίτα των βασικών τροφίμων, γεγονός που θα πυροδοτεί τις πληθωριστικές πιέσεις.

Η αύξηση των τιμών των φυτικών προϊόντων οφείλεται κυρίως στην αύξηση των τιμών των σιτηρών από τον Ιούλιο του 2020, εκτιμά το Ifo.

Η τιμή της σόγιας αυξήθηκε κατά 52% τον τελευταίο ενάμιση χρόνο και του καλαμποκιού και του σιταριού κατά 80%. Λόγω των συνεχιζόμενων ξηρασιών στη Νότια Αμερική, οι τιμές εξαγωγής καλαμποκιού αυξήθηκαν κατά 3,8% τον Ιανουάριο.
Κίνδυνοι από την μείωση της βιοποικιλότητας

Την ίδια ώρα, η μείωση της βιοποικιλότητας θέτει σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια. Περισσότερα από τα τρία τέταρτα των τροφίμων στον κόσμο εξαρτώνται από μόλις δώδεκα φυτικά και πέντε ζωικά είδη.

Η γενετική δεξαμενή σε καλλιέργειες και ζώα γίνεται ολοένα και πιο στενή. Η ολοένα πιο ενοποιημένη και τυποποιημένη παραγωγή τροφίμων ενισχύει την τάση προς τη μείωση της ποικιλομορφίας. Επιπλέον, η αγροτική παραγωγή συγκεντρώνεται σε λίγες τοποθεσίες, κυρίως στις ΗΠΑ και την Κίνα, ακολουθούμενες από την Ινδία, την ΕΕ, τη Βραζιλία, την Αργεντινή, την Αυστραλία, τη Ρωσία και την Ουκρανία. Ωστόσο, λόγω της κλιματικής αλλαγής, οι ξηρασίες, οι πλημμύρες και η εξάπλωση των φυτικών ασθενειών γίνονται όλο και πιο συχνές σε αυτές τις περιοχές. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι οι συνέπειες είναι τεράστιες στις καλλιέργειες και θα αποτελέσουν ακόμη μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια στο μέλλον.
Στα πιο φτωχά νοικοκυριά, το μεγαλύτερο βάρος

Οι άνθρωποι σε χώρες που εξαρτώνται από εισαγόμενα τρόφιμα αισθάνονται περισσότερο τις επιπτώσεις του πληθωρισμού. Λόγω της παγκοσμιοποίησης, αυτή η εξάρτηση έχει αυξηθεί. Μόνο στην Αφρική, περισσότεροι από 100 εκατομμύρια άνθρωποι πλήττονται από επισιτιστική ανασφάλεια, εκτιμά ο Τζότζεφ Σίγκλ, διευθυντής ερευνών στο African Center for Strategic Studies στο National Defense University, στην Ουάσιγκτον.

Δεν είναι ασυνήθιστο για τους ανθρώπους στην Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Λατινική Αμερική να ξοδεύουν το 50% έως και 60% του εισοδήματός τους σε τρόφιμα, σύμφωνα με τον Αμερικανό οικονομολόγο Μορίς Ομπσφελντ, ο οποίος διδάσκει οικονομικά στο Πανεπιστήμιο του Berkeley.

Στο Μεξικό, για παράδειγμα, ο πληθωρισμός των τιμών των τροφίμων έφτασε το Νοέμβριο στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών. Για παράδειγμα, οι απλές οικιακές βοηθοί στην Πόλη του Μεξικού πρέπει να ξοδεύουν περίπου το μισό μηνιαίο εισόδημά τους σε είδη παντοπωλείου. Και οι φτωχότεροι από τους φτωχούς ξοδεύουν όλο το εισόδημά τους σε τρόφιμα . «Ο κόσμος πλησιάζει σε παγκόσμια επισιτιστική κρίση», φοβάται ο Κρίστιαν Μπόγκμανς, επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Ακόμη και πριν από την κρίση της πανδημίας βέβαια, οι παγκόσμιες τιμές των τροφίμων κινούνταν ανοδικά. Περισσότεροι από 100 εκατομμύρια χοίροι προσβλήθηκαν από πανώλη των χοίρων στην Κίνα το 2019. Εκατομμύρια ζώα πέθαναν ή έπρεπε να θανατωθούν. Την ίδια χρονιά, ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας επέβαλε δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Κίνα απάντησε αναστέλλοντας τις αγορές αγροτικών προϊόντων από τις ΗΠΑ.

Οι πόλεμοι απλά επιδεινώνουν το πρόβλημα: Και δεν είναι μόνο η Ουκρανία, φυσικά. Στη Μοζαμβίκη, οι ένοπλες συγκρούσεις ήταν ο λόγος για τον οποίο η τιμή του αλεύρου μανιόκας αυξήθηκε κατά 45 % από τον Μάρτιο έως τον Μάιο του 2021.

Σε ορισμένες περιοχές του κόσμου, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη κοινωνική αναταραχή. Στη Γερμανία, πρόσφατα, διαδηλωτές απέκλεισαν δρόμους σε μεγάλες γερμανικές πόλεις για να επισημάνουν «τους κινδύνους για την επισιτιστική ασφάλεια και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας». Η ακτιβίστρια Κάρλα Χίνριτς λέει πώς «αν συνεχίσουμε όπως πριν, περίπου το ένα τρίτο της συγκομιδής δεν θα υπάρχει το 2050».

Πηγή: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ