Μητσοτάκης: Αύξηση 50% στην παραγωγή λιγνίτη για 2 χρόνια

«Για την επόμενη διετία είναι λογικό να αυξήσουμε το λιγνίτη για να μειώσουμε μακροπρόθεσμα την εξάρτησή μας από το φυσικό αέριο», ανέφερε ο πρωθυπουργός.

Κατά την τελετή των εγκαινίων του φωτοβολταϊκού πάρκου των ΕΛΠΕ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προανήγγειλε την παράταση της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ για δύο χρόνια και τη συνέχιση της λειτουργίας μίας λιγνιτικής μονάδες μέχρι το 2028 αυξάνοντας παραλλήλως την εξόρυξη του λιγνίτη κατά 50%, ώστε να μειωθεί βραχυπρόθεσμα η εξάρτηση από το φυσικό αέριο.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση προσαρμόζει τον εθνικό σχεδιασμό ώστε η χώρα να αυξήσει την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη και να μειώσει την εξάρτηση από το φυσικό αέριο.

Στο πλαίσιο αυτό η νέα μονάδα της ΔΕΗ Πτολεμαίδα 5, η οποία μπαίνει σε πιλοτική λειτουργία το επόμενο διάστημα, θα λειτουργήσει ως λιγνιτική πιθανότατα έως το 2028 (από το 2025 που ήταν ο στόχος) ενώ δεν απέκλεισε αν χρειαστεί να παραταθεί και η λειτουργία των μονάδων του Αγίου Δημητρίου και της Μελίτης, οι οποίες είχαν σχεδιαστεί να κλείσουν το 2023.

Αναφερόμενος στον λιγνίτη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι η αύξηση της εξόρυξης λιγνίτη δεν ανατρέπει στο ελάχιστο τον σχεδιασμό για την πράσινη μετάβαση, ούτε αλλάζει τα πραγματικά δεδομένα για τον λιγνίτη.

«Είναι τουλάχιστον προκλητικό να χύνουν κάποιοι κροκοδείλια δάκρυα. Κάποιοι κλαίνε για τον λιγνίτη όταν δεν έκαναν ουσιαστικά τίποτα για να προετοιμάσουν την περιοχή για τη μέρα μετά το λιγνίτη. Ο λιγνίτης είναι ακριβός και ρυπογόνος. Υπό κανονικές συνθήκες πολύ ακριβότερος από το φυσικό αέριο. Πάντα ακριβότερος από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας λόγω των πολύ υψηλών δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων. Και έπρεπε να συμβεί ένας πόλεμος αυτού του μεγέθους που οδήγησε το φυσικό αέριο σχεδόν σε δεκαπλάσια τιμή για να γίνει προσωρινά -το τονίζω- προσωρινά πιο φθηνή η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη», τόνισε ο πρωθυπουργός.

«Σε μία αχαρτογράφητη συγκυρία η πολιτική μας οφείλει να είναι ευέλικτη. Και οι όποιες μικρές, διορθωτικές παρεμβάσεις γίνουν στο Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος, σε καμία περίπτωση -θα το τονίσω αυτό- δεν θα θέσουν σε αμφισβήτηση τους φιλόδοξους στόχους που έχουμε θέσει για τη μείωση των εκπομπών του αερίου του θερμοκηπίου κατά 55% το 2030 και βέβαια την κλιματική ουδετερότητα έως το 2050», υπογράμμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

«Ναι, για την επόμενη διετία σίγουρα είναι λογικό να αυξήσουμε την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη, μεγιστοποιώντας, αυξάνοντας κατά 50% την εξόρυξή του ώστε να μειώσουμε βραχυπρόθεσμα την εξάρτησή μας από το φυσικό αέριο. Αυτό είναι ένα προσωρινό μέτρο», επισήμανε.

Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν σε συνάρτηση με τις γεωπολιτικές εξελίξεις και ανάλογα με την πορεία των τιμών. Όπως δήλωσε το διεθνές οικονομικό περιβάλλον επιβάλλει αναπροσαρμογές σε όλες τις στρατηγικές χωρίς όμως να ανατρέπει το σχέδιο του ΕΣΕΚ και την πορεία της χώρας στην οικονομία του μηδενικού άνθρακα αλλά και τις δράσεις του προγράμματος για την δίκαιη μετάβαση που αποτελεί την βάση του σχεδίου της απολιγνιτοποίησης.

Με αφορμή το νέο σχεδιασμό, ο Πρωθυπουργός δήλωσε ότι χρειάζεται να αποδομηθούν δύο μύθοι. Ο πρώτος όπως είπε, είναι η δήθεν βίαιη απολιγνιτοίηση και ο δεύτερος ότι θα υπάρχει πάντα διαθέσιμος λιγνίτης. Ο κ. Μητσοτάκης επισήμανε ότι η απολιγνητοποίηση έχει ξεκινήσει από το 2010 με σταδιακή απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων και ότι η αντιπολίτευση που σήμερα γκρινιάζει είχε μειώσει κατά 50% την λιγνιτική παραγωγή έως το 2019. Κάποιοι κλαίνε με κροκοδείλια δάκρυα είπε ενώ δεν έκαναν τίποτα για να προετοιμάσουν την εποχή για την μετά λιγνίτη εποχή.

Όπως αναφέρθηκε σε αυτή την συγκυρία ο λιγνίτης είναι συγκυριακός φθηνότερος λόγω της εκτίναξης των τιμών του φυσικού αερίου ώστε να καλυφθούν οι τρύπες που γεννιούνται στο ενεργειακό σύστημα της χώρας σε περίπτωση ακραίων σεναρίων επάρκειας. «Η πολιτική μας χρειάζεται να είναι ευέλικτη χωρίς όμως να ξεχνά το κέντρο προσανατολισμού που είναι η ενεργειακή μετάβαση και η ανάπτυξη των τεχνολογιών των ΑΠΕ και χωρίς οι αλλαγές αυτές να γίνουν σε βάρος του ΕΣΕΚ».

Το φωτοβολταϊκό πάρκο των ΕΛΠΕ και τα οφέλη για την κοινωνία

Ο διευθύνων σύμβουλος των ΕΛΠΕ κ. Ανδρέας Σιάμισης κατά την έναρξη της τελετής χαρακτήρισε εμβληματικό έργο το φωτοβολταικό πάρκο της εταιρείας στην Κοζάνη. Το μεγαλύτερο στην χώρα και από τα μεγαλύτερα στην ΕΕ, το οποίο ολοκληρώθηκε μέσα σε δύο χρόνια εν μέσω πανδημίας.

Η ύπαρξη και λειτουργία του πάρκου θα δώσει ένα όφελος στην ελληνική οικονομία 80 εκατ. με 100 εκατ. το χρόνο από την μείωση των εισαγωγών του φυσικού αερίου και από το κόστος αγοράς ρύπων.

Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κώστας Σκρέκας εξειδικεύοντας την σημασία του υπογράμμισε ότι το έργο καλύπτει το 40% της ζήτησης των νοικοκυριών της Δυτικής Μακεδονίας. Η Κοζάνη είπε γίνεται σημείο αναφοράς στην ΕΕ και ένα ελληνικό best practice για την μετάβαση στην οικονομία του χαμηλού άνθρακα.

«Ζούμε μια πολύ δύσκολη περίοδο ως ενεργειακή εταιρεία κατά την οποία είναι στο επίκεντρο η ακριβή ενέργεια και η κλιματική αλλαγή. Είμαστε μέρος της αλυσίδας και της λύσης και για αυτό θα πρέπει να αλλάξουμε» δήλωσε ο επικεφαλής των ΕΛΠΕ.

Σύμφωνα με τον κ. Σιάμισιη 600.000 ευρώ το χρόνο θα πηγαίνουν στις τοπικές κοινωνίες ενώ δρομολογούνται επενδύσεις ύψους 1,5 εκατ. για την δημιουργία υποδομών που θα υποδείξει το δασαρχείο με διάνοιξη διαδρόμων και με παράδοση του 1/3 της έκτασης για κτηνοτροφικές χρήσεις. Υπολογίζεται ότι 75.000 νοικοκυριά θα επωφεληθούν από το έργο της Δυτικής Μακεδονίας.

Στόχος το 1 GW έως το τέλος του 2026

Η κατασκευή του πάρκου, το οποίο είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη με φωτοβολταϊκά πλαίσια διπλής όψεως (bifacial modules) και διαθέτει τελευταίας γενιάς σύστημα αυτοματισμών παρακολούθησης και ελέγχου της παραγωγής (Energy Management System), ολοκληρώθηκε εντός του χρονοδιαγράμματος, παρά τις δυσκολίες που προκλήθηκαν από την πανδημία.

Κύριος εργολάβος του έργου ήταν η εταιρεία JUWI, ενώ την παρακολούθηση της κατασκευής είχε αναλάβει η εταιρεία ΑΣΠΡΟΦΟΣ θυγατρική του Ομίλου ΕΛΠΕ, η οποία ακολουθεί τη στρατηγική στροφή του Ομίλου αναπτύσσοντας τεχνογνωσία στη νέα αυτή αγορά.

Κατά την ομιλία του ο Γενικός Διευθυντής Στρατηγικού Σχεδιασμού και Νέων Δραστηριοτήτων του Ομίλου ΕΛΠΕ κ. Γιώργος Αλεξόπουλος, ανέφερε ότι «σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα τα ΕΛΠΕ απέκτησαν εγκατεστημένη ισχύ 300 MW από ΑΠΕ και έχουν θέσει ως μεσοπρόθεσμο στόχο το 1GW μέχρι το τέλος του 2026 και την ανάπτυξη ενός διαφοροποιημένου, ισχυρού χαρτοφυλακίου έργων, άνω των 2 GW σε λειτουργία έως το 2030.


Η ταυτότητα της επένδυσης – Μία από τις μεγαλύτερες φωτοβολταϊκές μονάδες στην Ευρώπη

Το φωτοβολταϊκό πάρκο στην Κοζάνη είναι η μεγαλύτερη εν λειτουργία μονάδα ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην Ελλάδα και μία από τις μεγαλύτερες φωτοβολταϊκές μονάδες στην Ευρώπη, καθώς η εγκατεστημένη ισχύς της ανέρχεται στα 203 μεγαβάτ.

Η μονάδα έχει τη δυνατότητα να παράγει 350 γιγαβατώρες ηλεκτρικής ενέργειας ανά έτος, ποσότητα που ισοδυναμεί με τις ανάγκες 75.000 νοικοκυριών, ενώ οι ετήσιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της χώρας μας θα μειωθούν κατά 300.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα, συμβάλλοντας στον στρατηγικό στόχο του πράσινου μετασχηματισμού της οικονομίας.

Η επένδυση για την υλοποίηση του έργου ανήλθε σε 130 εκατομμύρια ευρώ. Το έργο ανακοινώθηκε τον Μάρτιο του 2020 και, παρά τις αντιξοότητες που προκάλεσε η πανδημία, ολοκληρώθηκε σε μόλις δύο χρόνια.

Το συγκρότημα αποτελείται από 18 επιμέρους πάρκα, εσωτερικό οδικό δίκτυο μήκους 4,5 χιλιομέτρων, έναν υποσταθμό υψηλής τάσης και 13,3 χλμ. γραμμών μεταφοράς ισχύος υψηλής τάσης.

Για την κατασκευή του δημιουργήθηκαν 350 θέσεις εργασίας, ενώ για τη λειτουργία του πάρκου θα απορροφηθούν δεκάδες εργαζόμενοι από την τοπική κοινότητα. Παράλληλα, εκτιμάται ότι το έργο θα συνεισφέρει στην τοπική κοινωνία 500.000 ευρώ ετησίως σε όμορους Δήμους και οικιακούς καταναλωτές.

Περίπου το 1/3 της συνολικής έκτασης των 4.400 στρεμμάτων στην οποία αναπτύχθηκε το πάρκο της Κοζάνης θα επιστραφεί στον τοπικό πρωτογενή τομέα ώστε να αξιοποιηθεί για κτηνοτροφία.

Το άλμα προς τις ΑΠΕ την τελευταία διετία

Στην Ελλάδα λειτουργούν αυτή τη στιγμή περισσότερες από 17.000 μονάδες που αξιοποιούν «πράσινες» μορφές ενέργειας και η αθροιστική εγκατεστημένη ισχύς τους υπερβαίνει τα 8.600 μεγαβάτ. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα υποστηρίζει έμπρακτα τις ΑΠΕ, υπερκαλύπτοντας τους στόχους για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αλλά και για την ενεργειακή αποδοτικότητα που συχνά ξεπερνούν τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς, τοποθετώντας την Ελλάδα στην πρώτη γραμμή της πράσινης μετάβασης στην ΕΕ.

Συγκεκριμένα, η στρατηγική για το 2030 προβλέπει 35% μερίδιο ΑΠΕ στην τελική ακαθάριστη κατανάλωση ενέργειας, αντί του ευρωπαϊκού στόχου για 32%, και 38% βελτίωση ενεργειακής απόδοσης, αντί του ευρωπαϊκού στόχου για 32,5%.

Η παραγωγή και ο αριθμός των μονάδων ΑΠΕ αυξήθηκε δραστικά τα τελευταία δυόμισι χρόνια, καθώς η Ελλάδα στράφηκε αποφασιστικά στην ανάπτυξη των εγχώριων ηλεκτροπαραγωγικών δυνατοτήτων ώστε να μειώσει το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα και να αυξήσει τον βαθμό της ενεργειακής της αυτάρκειας.

Είχε προηγηθεί μία τετραετία στασιμότητας, καθότι μεταξύ 2015 και 2018 προστέθηκαν στο δίκτυο μόνο 123 έργα, με αποτέλεσμα η ποσοστιαία αύξηση των ΑΠΕ να μην ξεπεράσει ούτε μία χρονιά το 0,4% -μολονότι κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας του 2010 είχε αναπτυχθεί σημαντική δυναμική και ο αριθμός των ΑΠΕ αυξανόταν σταθερά.

Στον αντίποδα, το 2019 αριθμός των ΑΠΕ αυξήθηκε κατά 2,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ ακολούθησε άνοδος της τάξης του 5,16% το 2020 και του 9,06% το 2021. Ενδεικτικό είναι ότι τα δύο τελευταία έτη ο κλάδος των ανανεώσιμων ενισχύθηκε με 2.143 έργα -αριθμός 17 και πλέον φορές μεγαλύτερος από αυτόν που καταγράφηκε την περίοδο 2015 έως 2018.

Η σωρευτική ισχύς των ΑΠΕ την τελευταία διετία ανήλθε κατά 2.107 μεγαβατώρες (αύξηση 33,5%), ενώ την τετραετία έως το 2018 μετά βίας είχαν προστεθεί περισσότερα από 805 μεγαβάτ.

Η τάση άνθισης των ΑΠΕ συνεχίζεται το 2022, καθώς ήδη έχουν τεθεί σε λειτουργία 381 έργα.