Γ. Ρέτσος: Βαδίσαμε καλά το 2013, μπορούμε καλύτερα

 

 

 

 

 

 

 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ του ΓΙΑΝΝΗ ΡΕΤΣΟΥ  στην ΆΝΝΑ ΣΤΕΡΓΙΟΥ

Το ελληνικό ξενοδοχείο πέρασε κρίση, πολλές δομές έκλεισαν αλλά έχει και παρόν και μέλλον και μπορεί να διασφαλίσει χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Προϋπόθεση βέβαια για όλα αυτά είναι να υπάρξουν  συνέργιες, να τρέξουν εγκαίρως τα προγράμματα, να υπάρξει σταθερό επενδυτικό περιβάλλον και συνολική θεώρηση για τον τουριστικό κλάδο, που δυσκολεύεται  από τις συναρμοδιότητες, γραφειοκρατία, προσβασιμότητα  ενώ θα πρέπει να βελτίωση στην εκπαίδευση και κατάρτιση στελεχών. Οι στόχοι που έχουν τεθεί για το 2014 από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων, όπως λέει σε συνέντευξή του στο Agrocapital, ο επικεφαλής του φορέα, Γιάννης Ρέτσος, είναι να φθάσουμε τα 18 εκατ. σε αφίξεις και τα 13 δισ. ευρώ σε έσοδα. Θεωρεί ότι είναι απαραίτητη η «χειμωνιάτικη ανάπαυλα», διότι η κατάσταση στους τουριστικούς προορισμούς της ενδοχώρας είναι δυσκολότερη, λόγω της κρίσης στον εσωτερικό τουρισμό,  τονίζει πως η Αθήνα έχει μεγαλύτερο περιθώριο τουριστικής ανάπτυξης, πως ο γαστρονομικός τουρισμός είναι άλλο ένα πλεονέκτημα της χώρας μας, ενώ θα πρέπει να υπάρξει συνολικό πλαίσιο και για το θαλάσσιο τουρισμό.

-Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων πρωτοστάτησε για τη δημιουργία ενός νέου τουριστικού προϊόντος της «Λευκής Εβδομάδας», ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς αλλά το υπουργείο Παιδείας φαίνεται να κάνει ένα βήμα πίσω.  Γιατί;
«Καταρχήν να διευκρινίσουμε ότι η πρόταση της ΠΟΞ δεν αναφέρεται σε μία «Λευκή Εβδομάδα» υπό την έννοια της διασύνδεσής της αποκλειστικά με χιονοδρομικές δραστηριότητες. Η πρόταση της Ομοσπονδίας μας αφορά στη δημιουργία μίας ολιγοήμερης σχολικής ανάπαυλας στην καρδιά της χειμερινής περιόδου που θα αξιοποιηθεί προς όφελος των τοπικών κοινωνιών και οικονομιών στην ελληνική επικράτεια, συνδυαζόμενη με πληθώρα δραστηριοτήτων, με επίκεντρο τον Πολιτισμό, το Περιβάλλον, τη Γαστρονομία, την Παράδοση κ.λπ., χωρίς να χαθούν διδακτικές ώρες και με σημαντικά κίνητρα, τουλάχιστον από πλευράς ξενοδόχων. Η ουσία αυτής της πρότασης είναι να υποβοηθηθεί η κίνηση στους χειμερινούς προορισμούς και να ενισχυθούν όλες εκείνες οι περιοχές και οι επιχειρήσεις τους, που δοκιμάζονται σκληρά από τη δραματική μείωση στην αγορά εσωτερικού τουρισμού. Η πρόταση έγινε αποδεκτή από την κυβέρνηση επί της αρχής της και περιμένουμε τις τελικές αποφάσεις για το πως μπορεί να οργανωθεί και να συντονιστεί συνολικά αυτός ο θεσμός που προτείνουμε».

- Πολλοί δεν το γνωρίζουν ότι πριν το φετινό success story, μέσα στην κρίση έκλεισαν δεκάδες ξενοδοχεία. Σε ποιες περιοχές υπάρχει ακόμη και σήμερα έντονο το πρόβλημα;

«Έχουμε πολλές φορές επισημάνει ότι ο ελληνικός τουρισμός άρχισε να βρίσκεται σε κρίση, από το 2009 λόγω εξωγενών παραγόντων τότε. Ο Ξενοδοχειακός κλάδος, που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της τουριστικής οικονομίας της χώρας μας, δέχθηκε ισχυρές πιέσεις και είχε σημαντικές απώλειες αυτά τα χρόνια, με αποτέλεσμα, η πλειονότητα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία τους.  Η εσωτερική κρίση, τα τελευταία τρία χρόνια επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση και τα αποτελέσματα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, οι οποίες, χρησιμοποίησαν την τιμολογιακή τους πολιτική ως βασικό μοχλό προσέλκυσης τουριστών, προκειμένου να κρατήσουν όρθιο τον τουρισμό. Επιπρόσθετα η έλλειψη ρευστότητας, οι υπέρμετρες φορολογικές επιβαρύνσεις και το γενικότερα δυσμενές επιχειρηματικό περιβάλλον έχουν φέρει πολλά ξενοδοχεία στα όρια των αντοχών και της βιωσιμότητάς τους.
Οι απώλειες στα έσοδα και στους τζίρους των ξενοδοχείων, ύστερα από έξι χρόνια ύφεσης, δεν μπορούν να καλυφθούν με μία καλή χρονιά. Αυτός είναι ο λόγος που κάποια ξενοδοχεία έχουν διακόψει τη λειτουργία τους και δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι είναι θέμα περιοχών ή συγκεκριμένων προορισμών.
Βεβαίως, η κατάσταση στους προορισμούς που βασίζονταν στην εσωτερική αγορά είναι δυσκολότερη».         

- Υπάρχει πάντα το θέμα τι ζητούν οι ξένοι και τι προσφέρουμε εμείς. Πόσο η ελληνική αγορά ανταποκρίνεται στα «θέλω» της τουριστικής αγοράς και τι είδους ελλείψεις έχει;

«Η Ελλάδα διαχρονικά βρίσκεται σε πολύ υψηλή θέση παγκοσμίως ως προς τα μεγέθη του τουρισμού της. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Η περαιτέρω αύξηση των μεριδίων αγοράς που έχει η Ελλάδα σε κάθε αγορά προέλευσης τουριστών μπορεί να επιτυγχάνεται ξεκινώντας με μελέτη των τάσεων και των προτιμήσεων της πελατείας που μας ενδιαφέρει και κατόπιν με στοχευμένη προσέγγιση και προβολή των προϊόντων και των υπηρεσιών που διαθέτει ο κάθε προορισμός και η κάθε επιχείρηση. Η σχέση αξίας προς τιμή, αυτό που αποκαλούμε «value for money», η ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών – σε όλες τις κατηγορίες – καθώς και η δυνατότητα πρόσθετων επιλογών και δραστηριοτήτων είναι αυτά που κάνουν τελικά τη διαφορά. Κάθε προορισμός της χώρας μας έχει τα δικά του πρόσθετα πλεονεκτήματα και το δικό του προϊόν, το οποίο, όπως προανέφερα πρέπει να οργανωθεί και προβληθεί σωστά. Αυτό το έργο επιχειρεί να βάλει σε νέα τροχιά και κατεύθυνση και η «Marketing Greece». Αυτά, βέβαια, υπό την προϋπόθεση ότι έχουμε επιτύχει και ένα ικανοποιητικό επίπεδο λειτουργίας των βασικών δημόσιων υποδομών μας, όπως τα αεροδρόμια, τα λιμάνια, το οδικό δίκτυο κ.λ.π.».

- Η Ελλάδα έχει δίπλα της την Τουρκία που έχει χαμηλές τιμές και χαμηλά τέλη αεροδρομίου. Πως και σε τι μπορούμε να τους ανταγωνιστούμε;
«Δεν είναι ακριβές το ότι η Τουρκία έχει σήμερα χαμηλές τιμές. Ο τουρκικός τουρισμός έχει κάνει τεράστια άλματα την τελευταία δεκαετία, τόσο σε επίπεδο οργάνωσης, επενδύσεων, δημόσιων υποδομών και marketing, όσο και σε επίπεδο μεγεθών τουριστικής κίνησης, αλλά σε επίπεδο τιμών δεν μπορούμε να πούμε, σήμερα, ότι είναι πιο οικονομικός προορισμός από την Ελλάδα, τουλάχιστον στον τομέα της διαμονής. Ως προς την τιμολογιακή πολιτική σε θέματα όπως οι αερομεταφορές, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Τουρκία δεν έχει τους περιορισμούς που έχουμε εμείς, ως χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε θέματα προσφοράς κινήτρων ή και άμεσης χρηματοδότησης αεροπορικών εταιρειών και tour operators».

-Οι Ρώσοι έσωσαν το 2013 την «παρτίδα». Τι εικόνα έχετε για φέτος;
«Η Ρωσία είναι μία από τις αγορές που έδωσαν πολύ μεγάλη αύξηση, από πλευράς αφίξεων, στον ελληνικό τουρισμό το 2013. Δεν ήταν, όμως η μόνη αγορά που συνέβη αυτό, ούτως ώστε να μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ήταν μόνον αυτή που «έσωσε την παρτίδα». Αν δούμε λίγο πιο αναλυτικά τα στατιστικά στοιχεία για την τουριστική κίνηση, θα διαπιστώσουμε ότι πολύ σημαντική αύξηση – και σε ποσοστά και σε πραγματικούς αριθμούς – είχαμε και από τη Γαλλία, με τις αφίξεις να ξεπερνούν, για πρώτη φορά το ένα εκατομμύριο, την Τουρκία, την Ολλανδία, τη Σερβία κ.ά. Συνολικά το 2013 ξεπεράσαμε τα 17,5 εκατ. αφίξεις και τα 12 δισ. ευρώ σε έσοδα. Για το 2014, η δυναμική από τη Ρωσία δείχνει και πάλι να κινείται σε πολύ καλό ρυθμό, όπως κι από τις άλλες μεγάλες αγορές μας. Ειδικά για τη Ρωσία, καθοριστικός παράγοντας πάντα, είναι η διαδικασία χορήγησης θεωρήσεων βίζας. Πέρυσι είχαμε πολύ καλά αποτελέσματα διότι έγιναν συντονισμένες προσπάθειες κυβέρνησης και ιδιωτικών φορέων. Αυτό επιδιώκουμε και για τη φετινή περίοδο και ήδη το θέμα της βίζας και της προετοιμασίας των μηχανισμών έχει τεθεί και συζητηθεί σε κυβερνητικό επίπεδο. Οι στόχοι που έχουν τεθεί για το 2014, είναι να φθάσουμε τα 18 εκατ. σε αφίξεις και τα 13 δισ. ευρώ σε έσοδα».

- Νοιαζόμαστε για τις ασιατικές χώρες, τους αρέσουμε αλλά δεν τα έχουμε καταφέρει ακόμη με το θέμα της βίζας κι όχι μόνο. Πως θα πείσουμε την ασιατική αγορά να μας εμπιστευθεί και τι θέλει αυτό το ταξιδιωτικό κοινό;

«Οι αγορές της Ασίας είναι μεν πολλά υποσχόμενες αλλά απαιτούν και ειδικές προσεγγίσεις. Πέραν του αυτονόητου, δηλαδή της ευκολίας στις διαδικασίες χορήγησης θεωρήσεων, υπάρχει το μείζον ζήτημα των πτήσεων και της προσβασιμότητας εν γένει, αλλά και της προσαρμογής της αγοράς και των ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων στις απαιτήσεις και προτιμήσεις αυτών των πελατών, οι οποίοι διαφέρουν αρκετά από τους Ευρωπαίους ή τους επισκέπτες από την Αμερική.
Οι πελάτες από τις μεγάλες ασιατικές αγορές, όπως π.χ. η Κίνα, ενδιαφέρονται για τον πολιτισμό και την ιστορία, άρα θα πρέπει να μπορούν να επισκέπτονται Αρχαιολογικούς χώρους και Μουσεία καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας, τους αρέσουν πολύ οι αγορές, ειδικά προϊόντων πολυτελείας, άρα θα πρέπει να μπορούν να ψωνίζουν όλες τις μέρες και ώρες της εβδομάδας, κολακεύονται, όταν το προσωπικό που τους εξυπηρετεί μιλά τη γλώσσα τους κι αισθάνονται πιο ασφαλείς όταν ξέρουν ότι σε έναν προορισμό θα βρουν και κουζίνα οικεία στις προτιμήσεις τους».
 
- Κρυφά και φανερά  η  μόνιμη επωδός μέσα στα ξενοδοχεία ήταν ότι οι τουριστικές πράκτορες καθορίζουν, αν θα «κάψουν» μια περιοχή ή θα την αναδείξουν και συχνά «γεμίζουν» με εξευτελιστικές τιμές. Με βάσει την εμπειρία σας, πως επιλέγουν οι τουριστικοί πράκτορες προορισμούς;

«Οι τουριστικοί οργανισμοί, οι tour operators, είναι επιχειρήσεις, που κινούνται με γνώμονα τις απαιτήσεις των πελατών τους και τα περιθώρια κέρδους τους. Είναι αλήθεια ότι λόγω των μεγεθών τους και της οικονομικής τους ισχύος, οι μεγαλύτεροι από αυτούς, διαθέτουν θεωρητικά τη δύναμη να επηρεάζουν ως έναν βαθμό τη ροή της κίνησης προς έναν προορισμό, θετικά ή αρνητικά. Ωστόσο, ο ανταγωνισμός και στον δικό τους τομέα είναι οξύς και σκληρός και η ζήτηση παραμένει ο παράγοντας που καθορίζει, εν πολλοίς,  τις κινήσεις τους. Όταν ένας προορισμός έχει καλό επίπεδο υπηρεσιών, καλό προϊόν, προβάλλεται επαρκώς και καταγράφει υψηλό βαθμό ικανοποίησης πελατών, δεν μπορεί να αγνοηθεί ή να «πνιγεί», όπως λέτε, εύκολα. Ιδίως όταν οι συνεργασίες με τις τοπικές τουριστικές επιχειρήσεις κινούνται σε καλή και ειλικρινή βάση».
 
- Το  30% όμως των επισκεπτών πια επιλέγει περιοχή μέσω ιντερνέτ. Πόσο σας έχει βοηθήσει  αυτό και πόσο σας έχει δυσκολέψει λόγω διαφόρων επιτήδειων, που εκμεταλλεύονται την ανωνυμία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης;

«Σε ορισμένες αγορές, το ποσοστό των πελατών που ενημερώνονται και κάνουν τις κρατήσεις τους μέσω internet, είναι πολύ υψηλότερο, πλέον, από το 30%. Το κοινό αυτό λειτουργεί με άλλες καταναλωτικές λογικές και η προσέγγισή του γίνεται μέσω διαφορετικών δικτύων διανομής απ’ ό,τι με τα οργανωμένα πακέτα.
Για τα ξενοδοχεία που έχουν επενδύσει στο διαδίκτυο και είναι έτοιμα να «εκτεθούν» στις αναζητήσεις και στις προτιμήσεις αυτής της κατηγορίας πελατών, οι προοπτικές και οι ευκαιρίες είναι πραγματικά πολύ μεγάλες. Ωστόσο, είναι μία πολιτική πωλήσεων που απαιτεί διαρκή εγρήγορση, πολύ καλά αντανακλαστικά, άριστη τεχνολογική οργάνωση και μεγάλη «διαφάνεια» ως προς τις προσφερόμενες τιμές.
Για το δεύτερο σκέλος, αν εννοείτε τα sites αξιολόγησης ξενοδοχείων και τουριστικών επιχειρήσεων, είναι αλήθεια οτι υπάρχει μία συζήτηση, διεθνώς, για την αξιοπιστία διαφόρων κριτικών και αξιολογήσεων που γίνονται και αυτήν την περίοδο διενεργείται και μία μεγάλη έρευνα από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα αποτελέσματα της οποίας θα δημοσιοποιηθούν το καλοκαίρι».

- Έχουμε ένα νέο τουριστικό νόμο από τον περασμένο Αύγουστο, υπάρχει το ζήτημα με το χωροταξικό με τις αδειοδοτήσεις. Που νομίζετε ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν βελτιώσεις;
«Ο Νόμος 4179 ήρθε να διευθετήσει διάφορα θέματα που απασχολούν την τουριστική αγορά, τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τις τουριστικές επενδύσεις. Πιστεύουμε ότι κινήθηκε γενικά στη σωστή κατεύθυνση. Το Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο για τον Τουρισμό, που εγκρίθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, είναι ένα μεγάλο και καθοριστικής σημασίας πλαίσιο, απαραίτητο για την τουριστική ανάπτυξη και την προώθηση των τουριστικών επενδύσεων σε συνάρτηση πάντα με την χωροταξική οργάνωση και την προστασία του περιβάλλοντος. Σε γενικές γραμμές είναι βελτιωμένο σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς, έχει προβλέψεις και για νέες τουριστικές επιχειρηματικές και επενδυτικές δραστηριότητες, αλλά υπάρχουν ακόμα πολλά περιθώρια βελτιώσεων. Ειδικά όμως, όσον αφορά τις αδειοδοτήσεις, τόσο για μεγάλες επενδύσεις, όσο και για την έναρξη νέων επιχειρήσεων και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, πιστεύουμε ότι θα πρέπει να υπάρξουν τολμηρές αποφάσεις και ρηξικέλευθες παρεμβάσεις από πλευράς κυβέρνησης, προς την κατεύθυνση της ριζικής απλούστευσης των διαδικασιών αδειοδότησης νέων αλλά και υφιστάμενων επιχειρήσεων (ανανεώσεις, επικαιροποιήσεις κ.λ.π.)».

- Πολλές φορές μιλάμε για τουριστική εκπαίδευση, αλλά ενώ υπάρχουν δεκάδες σχολές ΑΕΙ, ΤΕΙ Διοίκησης Επιχειρήσεων, η εκπαίδευση περνά συχνά από Ελβετία ή από ιδιωτικά ΙΕΚ. Πως βλέπετε την κατάρτιση ελληνικών στελεχών και τι θα θέλατε παραπάνω;

«Η τουριστική αγορά και δη ο ξενοδοχειακός κλάδος έχουν διαρκή ανάγκη καταρτισμένων στελεχών και ειδικευμένων εργαζόμενων. Όλοι γνωρίζουμε ότι ο ανθρώπινος παράγοντας είναι θεμελιώδες στοιχείο για τον τομέα του τουρισμού. Γενικά διαπιστώνουμε ότι ο αριθμός των αποφοίτων σχολών τουριστικών επαγγελμάτων δεν είναι πάντα επαρκής, για να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς.
Ο κλάδος μας προσφέρει σημαντικές προοπτικές ανέλιξης και εργασιακής εμπειρίας και αυτή η διάσταση έχει πρόσθετη υπεραξία εφόσον η επιλογή των τουριστικών σπουδών είναι πρώτη προτίμηση και όχι απλώς μία τρίτη ή τέταρτη εναλλακτική λύση. Επιμόρφωση, όμως, χρειάζονται και οι ίδιοι οι επιχειρηματίες και τα στελέχη των τουριστικών επιχειρήσεων. Σ’ αυτό το επίπεδο πιστεύουμε ότι το ΙνΣΕΤΕ, το Ινστιτούτο που μόλις συστάθηκε από τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο το επόμενο διάστημα».

- Πολλά ειπώθηκαν για το θέμα του Αστέρα. Θεωρείται ότι υπάρχει περιθώριο ανάπτυξης του τουρισμού στην Αθήνα;
«Η Αθήνα είναι ο προορισμός που έχει δεχθεί τη μεγαλύτερη πίεση τα τελευταία έξι χρόνια κι έχει υποστεί τις πιο βαριές απώλειες. Η πώληση ενός και μόνον ακινήτου, όσο εμβληματικό και ιστορικό και αν είναι αυτό, δεν αρκεί από μόνη της, για να οδηγήσει την πρωτεύουσα στην ανάκτηση του χαμένου εδάφους των τελευταίων ετών. Η Αθήνα έχει πολύ μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης και μπορεί να διεκδικήσει πολύ υψηλή θέση μεταξύ των δημοφιλέστερων προορισμών-πόλεων στη διεθνή αγορά. Το 2013 σηματοδότησε μία θετική στροφή στο αρνητικό κλίμα και τα πρώτα μηνύματα για το 2014 δείχνουν ότι μπορεί να επανέλθει σε τροχιά ανάκαμψης.
Εξελίξεις όπως η απόφαση της Ryanair να δημιουργήσει βάση στην Αθήνα, από τον Απρίλιο, παραπέμπουν σ’ αυτό το συμπέρασμα. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, ότι δεν θα ξαναζήσουμε έκτακτες και δυσάρεστες καταστάσεις».

- Ένα από τα αγκάθια είναι το θέμα του ωραρίου των αρχαιολογικών χώρων. Πως  σας φαίνεται το νέο μέτρο, που ανακοινώθηκε;  

«Η πολιτιστική μας κληρονομιά είναι ένα από τα ισχυρότερα στρατηγικά μας πλεονεκτήματα. Τα Μουσεία μας και οι αρχαιολογικοί μας χώροι πρέπει να λειτουργούν άψογα και με ωράριο τέτοιο που να διευκολύνει όσο το δυνατόν περισσότερους επισκέπτες.
Η διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας είναι ένα πολύ θετικό βήμα. Πρέπει όμως να συνοδευτεί και από άλλες παρεμβάσεις εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης και των υπηρεσιών που αυτά προσφέρουν στους επισκέπτες, από την έκδοση και τον έλεγχο των εισιτηρίων, μέχρι γενικότερα το marketing και την προβολή τους».
    
- Μιλάμε για θαλάσσιο τουρισμό, καταδυτικό, κρουαζιέρα,  ιστιοπλοΐα. Ποια ζητήματα θεωρείτε εσείς μείζονος σημασίας για να προχωρήσει αυτού του είδους ο θεματικός τουρισμός, που δεν άπτονται μόνο του Υπουργείου Τουρισμού;
«Πρωταρχικό ζήτημα, το Α και το Ω για την σωστή ανάπτυξη αλλά και εξυπηρέτηση αυτών των ειδικών μορφών τουρισμού,  είναι οι καλές υποδομές – μαρίνες, λιμάνια, προβλήτες, τουριστικά αγκυροβόλια – και οι προσφερόμενες υπηρεσίες σ΄ αυτές. Εδώ υπάρχει ένα σύνθετο θέμα με τις αρμοδιότητες, μεταξύ των συναρμόδιων υπουργείων και του Υπουργείου Τουρισμού και του ΕΟΤ, που καλό θα ήταν να αποσαφηνιστεί».

- Ο γαστρονομικός τουρισμός είναι στο προσκήνιο αυτό το διάστημα, λόγω και των 100+1 προϊόντων ΠΟΠ, που γιορτάστηκαν στο Ίδρυμα Θεοχαράκη. Πως βλέπετε εσείς το γαστρονομικό τουρισμό μέσα από τους δρόμους του κρασιού, τη μεσογειακή διατροφή αλλά και τη διατροφή ευεξίας στον ιατρικό τουρισμό;
«Η σημασία της διασύνδεσης της γαστρονομίας και κατά προέκταση, του πρωτογενούς τομέα και των παραδοσιακών προιόντων με τον τουρισμό, είναι πασιφανής. Η γαστρονομία δεν αντικατοπτρίζει μόνον τον τρόπο ζωής μας, συνδέεται άρρηκτα με την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας. Το καλό φαγητό, το κρασί, τα παραδοσιακά ποτά και προϊόντα είναι όλα στοιχεία που προσδίδουν μεγάλη υπεραξία στον τουριστικό μας προϊόν κι αποτελούν από μόνα τους ελκυστικά σημεία αναφοράς για την προσέλκυση επισκεπτών και την προσφορά ολοκληρωμένων εμπειριών. Από πλευράς ξενοδοχείων, το τελευταίο διάστημα τρέχει ένα μεγάλο πρόγραμμα, το «Ελληνικό Πρωϊνό», που αφορά στην προσφορά πρωινού με παραδοσιακά προϊόντα κάθε περιοχής, στα ξενοδοχεία που εντάσσονται σ’ αυτό».

- Ο όρος επενδύσεις ακούγεται κατά κόρον και ήδη ξένοι απευθύνονται στα μεσιτικά γραφεία για ελληνικά ξενοδοχεία. Τι εικόνα έχετε εσείς;
«Μία γενική διαπίστωση είναι ότι πράγματι υπάρχει μία συζήτηση περί προσφοράς μεγάλου αριθμού ξενοδοχείων προς πώληση, αλλά επί της ουσίας, είναι ελάχιστες, αναλογικά, τέτοιες περιπτώσεις αγοραπωλησιών. Και να υποθέσουμε ότι είναι έτσι, το ότι υπάρχει ένας αριθμός ξενοδοχείων που προσφέρονται προς πώληση, καθώς οι ιδιοκτήτες τους αντιμετωπίζουν ποικίλα προβλήματα και δυσκολίες μία συγκεκριμένη περίοδο καθώς και το ότι από την άλλη πλευρά, υπάρχουν ενδιαφερόμενοι που αναζητούν ευκαιρίες ή θέλουν να εκμεταλλευθούν μία κατάσταση, δεν σημαίνει ότι αυτό είναι υγιές επενδυτικό ενδιαφέρον για τουριστική ανάπτυξη. Πιστεύουμε ότι πρέπει να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες για ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και για τη δημιουργία ενός φιλικού, σταθερού και ευέλικτου επενδυτικού περιβάλλοντος, που θα φέρει νέες επενδύσεις, για νέα ή υφιστάμενα ξενοδοχεία, που θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και θα αναβαθμίσει συνολικά το προϊόν μας».
    
- Πολλές φορές τα προγράμματα ΕΣΠΑ ή του Αλέξανδρου Μπαλτατζή για μικρές δράσεις αργούν υπερβολικά να τρέξουν. Τι δεσμεύσεις πήρατε για τις ξενοδοχειακές επενδύσεις;
«Οι δράσεις και τα προγράμματα που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ είναι μεγάλης σημασίας για τον ξενοδοχειακό κλάδο. Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις λόγω του χαρακτήρα λειτουργίας τους και του αντικειμένου τους, απαιτούν τακτικές επενδύσεις εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης και όταν παρατηρούνται καθυστερήσεις στις διάφορες φάσεις των προγραμμάτων που μπορεί να αξιοποιήσει μία ξενοδοχειακή επιχείρηση, προκύπτουν δυσκολίες και εμπόδια. Η επίσπευση των ρυθμών προκηρύξεων, της υποβολής και της αξιολόγησης φακέλων αλλά και των προβλεπόμενων εκταμιεύσεων, είναι τα κύρια αιτήματα που έχουμε θέσει από την πλευρά μας στο αρμόδιο Υπουργείο και αναμένουμε την ικανοποίησή τους».   

- Σε μια Ελλάδα που οι πολίτες της οικονομικά  αιμορραγούν ή και μεταναστεύουν, με αποτέλεσμα να χάνουμε τα «μυαλά» της χώρας, εσείς υπογράψατε τελικά τη σύμβαση με τη συμβολική αύξηση 1% υπέρ εργαζομένων από το 2015. Πως οραματίζεστε τον ελληνικό τουρισμό τα επόμενα χρόνια;
«Να επισημάνω ότι η ΠΟΞ υπογράφει Κλαδική Σύμβαση για δεύτερη συνεχόμενη φορά με τους Ξενοδοχοϋπαλλήλους, εν μέσω κρίσης, μία από τις ελάχιστες που υπεγράφησαν πανελλαδικά και η μοναδική, φέτος, που προβλέπει αυξήσεις. Ως προς το δεύτερο ζήτημα που θέτετε, ο τουρισμός απέδειξε ότι είναι ο τομέας που πρωταγωνιστεί στην προσπάθεια εξόδου από την κρίση, ότι είναι ο τομέας που μπορεί να φέρει ανάπτυξη, να διατηρήσει και να δημιουργήσει νέες θέσεις απασχόλησης και να συνεισφέρει στο ΑΕΠ και στην Εθνική Οικονομία.
Είμαι βέβαιος ότι σε ένα περιβάλλον σταθερότητας και ομαλότητας, ο ελληνικός τουρισμός θα έχει μία σταθερά ανοδική τροχιά ανόδου τα επόμενα χρόνια. Βάσει των εκτιμήσεων που έχουμε, ο Τουρισμός, το 2021 μπορεί να φθάσει τα 22-24 εκατ. αφίξεις, η συνεισφορά του στο ΑΕΠ να αυξηθεί σε 20%-21% από 16,4% που είναι σήμερα και να προσθέσει 300.000 νέες θέσεις εργασίας».