Μεσόγειος και Μαύρη Θάλασσα: οι ανησυχίες για τη βιωσιμότητα της αλιείας παραμένουν, αλλά η υπεραλίευση πέφτει στο χαμηλότερο επίπεδο της δεκαετίας

Μια νέα έκθεση της Γενικής Επιτροπής Αλιείας για τη Μεσόγειο του Διεθνούς Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) αποκαλύπτει μεγάλες προόδους στη βιωσιμότητα και στην ανάκαμψη σημαντικών αποθεμάτων

Παρότι η βιωσιμότητα της αλιείας στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα παραμένει πηγή ανησυχίας, το ποσοστό των αποθεμάτων που έχουν υπεραλιευθεί είναι το χαμηλότερο της τελευταίας δεκαετίας, ένα ορόσημο που συμπίπτει με την ταχεία ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας ως μείζονος πηγής τροφίμων υδρόβιας προέλευσης στην περιοχή, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύτηκε σήμερα από τη Γενική Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο (ΓΕΑΜ) του FAO. 

Η έκθεση State of Mediterranean and Black Sea Fisheries (SoMFi) για την κατάσταση της αλιείας στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα το 2025, που εκπονήθηκε με τη συμβολή περισσότερων από 700 εμπειρογνωμόνων από την περιοχή, καταδεικνύει ότι η στενή συνεργασία και η τεκμηριωμένη διαχείριση έχουν αποτέλεσμα. Η αλιευτική πίεση έχει μειωθεί κατά το ήμισυ τα τελευταία 10 χρόνια, ενώ σημαντικά αποθέματα παρουσιάζουν ανάκαμψη.  


Παράλληλα, η υδατοκαλλιέργεια σε θαλάσσια και υφάλμυρα ύδατα πλέον αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 45 τοις εκατό της παραγωγής τροφίμων υδρόβιας προέλευσης, αγγίζοντας τους 940.000 τόνους το 2023. Μαζί, η αλιεία και η υδατοκαλλιέργεια και η αλυσίδα αξίας τους παρήγαγαν 2,06 τόνους τροφίμων υδρόβιας προέλευσης, απέφεραν 21,5 δισεκατομμύρια δολάρια και στήριξαν 1,17 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. 

«Η έρευνα για την υδατοκαλλιέργεια στη Μεσόγειο αποτελεί ένα λαμπρό παράδειγμα διεπιστημονικής και πολυεθνικής συνεργασίας για τη σταδιακή και σταθερή επιτάχυνση βιώσιμων λύσεων για την παραγωγή υδρόβιων ζώων», δήλωσε ο Κωνσταντίνος Κ. Μυλωνάς, Διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιέργειας του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών.

«Τα αποθέματα δεν βρίσκονται ακόμα εκεί που θα θέλαμε, αλλά αρχίζουν να παρουσιάζουν ανάκαμψη χάρη σε διαχειριστικές δράσεις που στηρίζονται σε επιστημονικά στοιχεία και στη μεγάλη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων παραγόντων, ενώ η υδατοκαλλιέργεια, εάν γίνεται υπεύθυνα, αποδεικνύει ότι μπορεί να βοηθήσει στην ικανοποίηση της μελλοντικής ζήτησης για τρόφιμα υδρόβιας προέλευσης», είπε ο Manuel Barange, βοηθός γενικού διευθυντή και διευθυντής του τμήματος Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας του Διεθνούς Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) «Είναι σημαντικό να επιμείνουμε σε αυτές τις προσπάθειες για να διατηρήσουμε τα οικοσυστήματα, να ενισχύσουμε τα βιοποριστικά μέσα και να διασφαλίσουμε την επισιτιστική ασφάλεια της περιοχής μέσω του λεγόμενου Γαλάζιου Μετασχηματισμού (Blue Transformation)». 

Η βιώσιμη διαχείριση αποδίδει: μείωση της αλιευτικής πίεσης κατά 50 τοις εκατό 

Η έκθεση, που είναι και η πιο διεξοδική μέχρι σήμερα, αξιολογεί 120 αποθέματα στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα, επισημαίνοντας ότι μεταξύ του 2013 και του 2023 η αλιευτική θνησιμότητα μειώθηκε κατακόρυφα, ενώ η βιομάζα των εμπορεύσιμων ειδών που αξιολογήθηκαν αυξήθηκε κατά 25 τοις εκατό, χάρη σε μια ισχυρότερη, τεκμηριωμένη αλιευτική διαχείριση.  

‘Έχει παρατηρηθεί πρόοδος σε αρκετά βασικά εμπορεύσιμα είδη. Το μπαρμπούνι και η κόκκινη γαρίδα παρουσιάζουν εμφανή μείωση στην αλιευτική θνησιμότητα. Είδη που υπόκεινται σε ειδικά σχέδια διαχείρισης παρουσιάζουν ανάκαμψη μεγαλύτερη του μέσου όρου: η γλώσσα στην Αδριατική εμφανίζει μια πτώση 42 τοις εκατό στην αλιευτική θνησιμότητα και μια αύξηση 64 τοις εκατό στη βιομάζα από το 2019. Το καλκάνι στη Μαύρη Θάλασσα παρουσιάζει μια μείωση 86 τοις εκατό στην αλιευτική θνησιμότητα και μια αύξηση 310 τοις εκατό στη βιομάζα από το 2013. 

Ωστόσο, τα αποθέματα σαρδέλας έχουν υποστεί παρατεταμένη υπερεκμετάλλευση με το πέρασμα του χρόνου και επιδεικνύουν ακόμα σημάδια ελάττωσης της βιομάζας τους. Ο μπακαλιάρος, με υψηλή μεταβλητότητα ανά τις υποπεριοχές, επιδεικνύει περιορισμένα σημάδια ανάκαμψης βιομάζας, παρά τη μείωση 38 τοις εκατό στην αλιευτική θνησιμότητα από το 2015. 

Παρότι ανεπαρκείς, αυτές οι βελτιώσεις έπονται μιας δεκαετίας αυξημένης δράσης των μελών της ΓΕΑΜ, τα οποία από το 2013 έχουν θεσπίσει 11 σχέδια διαχείρισης, δημιούργησαν 11 περιοχές απαγόρευσης αλιείας, και δρομολόγησαν 18 ερευνητικά προγράμματα και πιλοτικές μελέτες με σκοπό την παροχή πληροφόρησης για τη λήψη αποφάσεων.

«Αυτά τα αποτελέσματα στηρίζονται σε περιφερειακές δεσμεύσεις, όπως η διακήρυξη MedFish4Ever και η Δήλωση της Σόφια, και αντικατοπτρίζουν τη σοβαρή δέσμευση των χωρών στη βιωσιμότητα», είπε η Milena Mihaylova, επικεφαλής της Μονάδας για τη Διαχείριση Αλιείας στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. «Ωστόσο, δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το έργο μας έχει ολοκληρωθεί. Χρειάζεται μεγαλύτερη συνεργασία και συνεχόμενη δράση και σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα σε βάθος χρόνου». 

Παρά την πρόοδο αυτή, το 52 τοις εκατό των αποθεμάτων που αξιολογήθηκαν στην περιοχή εξακολουθούν να υπεραλιεύονται. Πρόκειται για μια μεγάλη βελτίωση σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία, κατά την οποία υπεραλιευόταν το 87 τοις εκατό των αποθεμάτων, αλλά το ποσοστό εξακολουθεί να είναι υπερβολικά υψηλό για ένα υγιές θαλάσσιο οικοσύστημα. Παράλληλα, συνεχίζουν να υπάρχουν κι άλλες προκλήσεις, όπως η ενίσχυση της συμμόρφωσης με τα θεσπισθέντα μέτρα, η γήρανση του εργατικού δυναμικού και η ανισομερής κερδοφορία, που συνοδεύονται από απορρίψεις και παρεμπίπτοντα αλιεύματα ευάλωτων ειδών, ιδιαίτερα σε ταυτοποιημένες περιοχές υψηλής έντασης. 

Η υδατοκαλλιέργεια ως μοχλός ανάπτυξης και καινοτομίας

Για πρώτη φορά, αυτή η έκδοση του SoMFi παρέχει μια λεπτομερή επισκόπηση της υδατοκαλλιέργειας στην περιοχή, επιδεικνύοντας έναν ραγδαία αναπτυσσόμενο τομέα. Με τη συμπερίληψη της παραγωγής από εσωτερικά ύδατα, η υδατοκαλλιέργεια αποφέρει 9,3 δισεκατομμύρια δολάρια και παράγει σχεδόν 3 εκατομμύρια τόνους τροφίμων υδρόβιας προέλευσης. Η αξία της υδατοκαλλιέργειας μόνο από θαλάσσια και υφάλμυρα ύδατα ανέρχεται στα 5,2 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ σε αυτήν απασχολούνται άμεσα 113.000 εργαζόμενοι. 

Η παραγωγή παρουσιάζει υψηλή συγκέντρωση σε έναν μικρό αριθμό ειδών: μόνο 11 αντιπροσωπεύουν το 99 τοις εκατό της συνολικής παραγωγής, με κορυφαία την τσιπούρα (34,5 τοις εκατό) και το λαβράκι (29,7 τοις εκατό). 

Ομοίως, μόνο οκτώ χώρες παράγουν το 95,5 τοις εκατό των καλλιεργούμενων τροφίμων υδρόβιας προέλευσης της περιοχής, με επικεφαλής την Τουρκία (400.000 τόνοι), την Αίγυπτο (147.000 τόνοι) και την Ελλάδα (139.00 τόνοι). Ως αποτέλεσμα, η υδατοκαλλιέργεια έχει γίνει η πιο ραγδαία αναπτυσσόμενη πηγή τροφίμων υδρόβιας προέλευσης της περιοχής και ένας αναπτυσσόμενος πυλώνας επισιτιστικής ασφάλειας και βιοποριστικών μέσων στις παράκτιες ζώνες.

«Καθώς η υδατοκαλλιέργεια συνεχίζει να αναπτύσσεται, μια συντονισμένη προσέγγιση είναι απαραίτητη, ώστε να διασφαλιστεί ότι ο τομέας παραμένει βιώσιμος, παραγωγικός, ανταγωνιστικός και κερδοφόρος. Παράλληλα, θα πρέπει να διατηρήσει τις οικοσυστημικές υπηρεσίες, να διασφαλίσει την ευζωία των ζώων και να συμβάλει στη χωρίς αποκλεισμούς κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη στις παράκτιες κοινότητες», είπε ο Ahmet Seremed, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Κεντρικής Ένωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας στην Τουρκία.  

Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις. Ο τομέας της υδατοκαλλιέργειας θα πρέπει να μειώσει τις περιβαλλοντικές του επιπτώσεις, να διασφαλίζει την κατάλληλη υγεία των ζώων και πρακτικές βιοασφάλειας, και ταυτόχρονα να διαχειριστεί κατακερματισμένους και περίπλοκους κανονισμούς και να ενισχύσει την κοινωνική του αποδοχή.  

Ικανοποίηση της μελλοντικής ζήτησης

Η έκθεση σημειώνει ότι η ζήτηση για τρόφιμα υδρόβιας προέλευσης στην περιοχή αναμένεται να αυξηθεί, λόγω της πληθυσμιακής αύξησης και των μεταβαλλόμενων καταναλωτικών προτιμήσεων. Σύμφωνα με την έκθεση, εκτιμάται ότι, για να διασφαλίσουμε ότι όλοι έχουν πρόσβαση σε υγιεινά τρόφιμα υδρόβιας προέλευσης, συμβαδίζοντας ταυτόχρονα με τις καταναλωτικές τάσεις, η παραγωγή θα χρειαστεί να αυξηθεί κατά 14-29 τοις εκατό έως το 2050, ώστε να μπορέσουν όλες οι χώρες να διατηρήσουν τα τρέχοντα κατά κεφαλήν ποσοστά κατανάλωσης στην περιοχή. 

«Τα τρόφιμα υδρόβιας προέλευσης, οι αλιείς και οι υδατοκαλλιεργητές διαδραμάτιζαν πάντα έναν σημαντικό ρόλο στις παράκτιες κοινότητες της περιοχής», είπε ο Miguel Bernal, εκτελεστικός γραμματέας της ΓΕΑΜ. «Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα συνεχίσουν να το κάνουν στο μέλλον, μέσω συνεργασίας και αποτελεσματικής διαχείρισης».

Σχετικά με την έκθεση 

Η έκθεση SoMFi εκδίδεται κάθε δύο χρόνια και βασίζεται σε επίσημα στοιχεία από μέλη της ΓΕΑΜ και τις πιο πρόσφατες επιστημονικές αξιολογήσεις. Αποτελεί σημαντικό σημείο αναφοράς για τους φορείς λήψης αποφάσεων, καθώς καταγράφει την κατάσταση των αποθεμάτων της περιοχής, την απόδοση των αλιευτικών στόλων και των υδατοκαλλιεργειών και την πρόοδο προς επίτευξη των στόχων βιωσιμότητας.