Η Ιταλία ρίχνει τον πήχη: Η αγορά σκληρού σίτου γυρίζει σελίδα

Με τιμές προ κρίσης η Ιταλία δίνει το σήμα για το σιτάρι του 2025

Η Ιταλία, μία από τις μεγαλύτερες αγορές σκληρού σίτου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εισέρχεται στη νέα εμπορική περίοδο υπό το βάρος μιας σημαντικής πτώσης τιμών και μιας διαρκώς επιδεινούμενης ψυχολογίας στην αλυσίδα αξίας. Οι τιμές παραγωγού έχουν πλέον επιστρέψει κάτω από τα 300 ευρώ ανά τόνο, επίπεδα που είχαν να καταγραφούν από τις αρχές του 2021, προτού δηλαδή ξεσπάσει η διεθνής επισιτιστική κρίση που προκλήθηκε από την εισβολή στην Ουκρανία και τα αλλεπάλληλα σοκ στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Σήμερα, το σκληρό σιτάρι κατηγορίας "fino" στην αγορά της Μπολόνια διαπραγματεύεται μεταξύ 293 και 298 €/τόνο, ενώ η κατηγορία "buono mercantile" κυμαίνεται στα 276–281 €/τόνο. Ακόμη χαμηλότερες τιμές καταγράφονται στις νοτιότερες αγορές της Ιταλίας, όπως στη Φότζια, όπου οι τιμές παραγωγού έχουν υποχωρήσει στα 295,5 €/τόνο, ενώ στο Μιλάνο –που λειτουργεί ως δείκτης για τη βόρεια αγορά– η μέση τιμή έχει σταθεροποιηθεί στα 315,5 €/τόνο.

Η αγορά έχει απολέσει σχεδόν το 50% της αξίας της από τα ιστορικά υψηλά του 2022, όταν το σκληρό σιτάρι "buono mercantile" είχε φθάσει σε εξωπραγματικά επίπεδα, με ανώτατες τιμές που άγγιζαν τα 536,8 €/τόνο. Η σημερινή τιμή των 278,5 €/τόνο αντικατοπτρίζει όχι μόνο την αποφόρτιση της διεθνούς ζήτησης, αλλά και τις μεγάλες προσδοκίες για καλή φετινή σοδειά σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της FAO για τον Μάιο του 2025, ο δείκτης τιμών των δημητριακών υποχώρησε κατά 1,8% σε μηνιαία βάση, ενώ η παγκόσμια αγορά σίτου επηρεάστηκε αρνητικά από τη βελτίωση των κλιματικών συνθηκών στην Ευρώπη και την αναθεώρηση προς τα πάνω των εκτιμήσεων για τις αποδόσεις στις κύριες χώρες παραγωγής.

Η τάση αυτή δεν είναι μεμονωμένο ιταλικό φαινόμενο. Αντιθέτως, αποτελεί αντανάκλαση μιας γενικευμένης παγκόσμιας πτώσης στις τιμές των σιτηρών, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να προετοιμάζονται για ρεκόρ παραγωγής καλαμποκιού και τις αγορές να προεξοφλούν αυξημένες διαθέσιμες ποσότητες σε σιτάρι, καλαμπόκι και κριθάρι. Παράλληλα, η FAO εκτιμά μείωση 6,9% στο παγκόσμιο εμπόριο δημητριακών για την περίοδο 2024/25, με το σκληρό σιτάρι να βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της συρρίκνωσης.

Για την Ελλάδα, οι τιμές που διαμορφώνονται στην Ιταλία δεν είναι απλώς μια εξωτερική αναφορά, αλλά λειτουργούν ως στρατηγικό σημείο τιμολόγησης για τις πρώτες εξαγωγικές αποστολές της νέας ελληνικής εσοδείας. Ήδη, σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες από εμπορικούς κύκλους, φορτίο σκληρού σιταριού από την Αλεξανδρούπολη έχει «κλειδώσει» στην τιμή των 270 €/τόνο FOB προς την Ιταλία, γεγονός που ευθυγραμμίζεται απόλυτα με το ιταλικό εύρος τιμών. Πρόκειται για μια συμφωνία που θα αποτελέσει το πρώτο καθαρό σήμα κατεύθυνσης της αγοράς και θα λειτουργήσει ως βαρόμετρο για τους παραγωγούς και τους εμπόρους στη Βόρεια Ελλάδα.

Η αποκατάσταση των ισορροπιών μετά την εκτόξευση των τελευταίων ετών είναι αναμενόμενη, αλλά το ερώτημα που τίθεται είναι αν το σημείο ισορροπίας έχει πλέον μετακινηθεί πιο χαμηλά απ’ ό,τι είχε αρχικά υπολογιστεί. Η συμπεριφορά των hedge funds στα συμβόλαια σιταριού Euronext, η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, καθώς και οι μετεωρολογικές συνθήκες του Ιουνίου θα είναι οι παράγοντες που θα καθορίσουν αν αυτή η καθοδική τάση θα συνεχιστεί ή θα υπάρξει έστω μια τεχνική αντίδραση.

Σε κάθε περίπτωση, η ιταλική αγορά εκπέμπει ένα σαφές μήνυμα: η υπερτίμηση των προηγούμενων ετών ανήκει οριστικά στο παρελθόν. Από εδώ και πέρα, ο ανταγωνισμός θα βασίζεται στην ποιότητα, στην ιχνηλασιμότητα και στην ταχύτητα τοποθέτησης του προϊόντος. Για τους Έλληνες παραγωγούς και εξαγωγείς, η φετινή εμπορική περίοδος δεν θα είναι εύκολη, αλλά θα είναι κρίσιμη για την επανατοποθέτηση του ελληνικού σκληρού σιταριού στη Μεσόγειο.