Rabobank: Συγκρατημένες οι τιμές των γαλακτοκομικών προϊόντων και στο βάθος… κίνδυνοι

Πάγωμα στην παγκόσμια αγορά

Η διεθνής αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων ενδέχεται να πλησιάζει σε μια στάσιμη φάση μετά από ένα κύκλο τιμών ρεκόρ από τα τέλη του 2024. Σύμφωνα με την έκθεση “Global Dairy Quarterly Q2 2025”: Too Good to be True?” που δημοσιεύθηκε από τη Rabobank, ο συνδυασμός εμπορικών εντάσεων, διαταραχών εφοδιασμού και επιβράδυνσης της ζήτησης δημιουργεί συνθήκες που θα μπορούσαν να επιβάλουν μια σταδιακή αναπροσαρμογή της αγοράς κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2025.

Αβεβαιότητα για το εμπόριο μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας

Μια προσωρινή εκεχειρία στον εμπορικό πόλεμο μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας επέτρεψε τη μείωση των δασμών στα αμερικανικά γαλακτοκομικά προϊόντα από 125% σε 10%, ένα μέτρο που θα ισχύει μόνο για 90 ημέρες.

Αυτή η προσωρινή ανακούφιση έχει ασκήσει άμεση καθοδική πίεση στις τιμές στην κινεζική αγορά, ενώ οι Αμερικάνοι εξαγωγείς αντιμετωπίζουν τώρα ένα εξαιρετικά ασταθές περιβάλλον και δυσκολεύονται να σχεδιάσουν μακροπρόθεσμεςα στρατηγικές. 

Αυτή η κατάσταση επηρεάζει επίσης τους Ευρωπαίους εξαγωγείς, οι οποίοι θα μπορούσαν να χάσουν ευκαιρίες εάν επανεισαχθούν οι δασμοί στις εξαγωγές γαλακτοκομικών προϊόντων στις ΗΠΑ – εμπορικές συναλλαγές αξίας 2,2 δισ. ευρώ – ανακατευθύνοντας  ενδεχομένως0 τα προϊόντα προς τη βρετανική αγορά. 

Στο πλαίσιο αυτό, το Ηνωμένο Βασίλειο υπέγραψε νέα εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ αν και τα γαλακτοκομικά προϊόντα παραμένουν ανεξέλεγκτα και διατηρούν δασικό δασμό 10%.

Ευρώπη: Μεταξύ περιβαλλοντικών περιορισμών και αξιοποίησης του τυριού

Η ευρωπαϊκή παραγωγή γαλακτοκονικών προϊόντων διανύει μια άνιση περίοδο. Ενώ η Rabobank προβλέπει αύξηση 0,4% στη παραγωγή για το 2025, η συμβουλευτική εταιρία GIRA προβλέπει μια μικρή μείωση 0,1%, επικαλούμενη παράγοντες όπως η εξάπλωση του ίου του καταρροϊκού πυρετού, η μείωσή του αριθμού των αγελάδων κατά 2,6% και η εαρινή ξηρασία. 

Στην Ιρλανδία, η πιθανή απώλεια της εξαίρεσης από τα νιτρικά άλατα θα μπορούσε να απαιτήσει μείωση του ζωικού κεφαλαίου έως και 18% κάτι που θα είχε διατηρηθεί χάρη στην ισχυρή ζήτηση για τυρί και ορό γάλακτος, η οποία έχει διατηρήσει υψηλές τις τιμές του λίπους του γάλακτος.

Οι ευρωπαϊκές εξαγωγές κρέμας του βουτύρου έχουν ενισχυθεί από την ανάγκη πρόβλεψης της επιστροφής των αμερικανικών δασμών, με αποτέλεσμα την εξάντληση των αποθεμάτων και την αύξηση των τιμών. 
                                                              
Γάλα σε σκόνη και τυρί: αντικρουόμενες τάσεις τιμών

Οι τιμές του αποβουτυρωμένου γάλακτος σε σκόνη έχουν παραμείνει σταθερές μέχρι στιγμής φέτος, σε ασθενή ζήτηση στην Ε.Ε., τις ΗΠΑ και την Κίνα, και μειωμένο ενδιαφέρον από την εξαρτώμενη από το πετρέλαιο, Αλγερία. Ωστόσο, η ζήτηση από τη Νοτιοανατολική Ασία συνεχίζει να αυξάνεται και θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2025.

Αντιθέτως, το τυρί διατηρεί ισχυρή παγκόσμια ζήτηση, ιδίως στην Ευρώπη, όπου η μεταποίηση επικεντρώνεται σε αυτό το προϊόν λόγω των καλύτερων περιθωρίων κέρδους του. Ο ανταγωνισμός για το γάλα, που περιορίζεται από τις ελλείψεις στην προσφορά, θα παραμένει βασικός παράγοντας.

Παγκόσμια παραγωγή: μέτρια ανάπτυξη, αλλά με σημάδια επιβράδυνσης

Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι επτά μεγαλύτεροι εξαγωγείς, συμπεριλαμβανομένων της Νέας Ζηλανδίας, των ΗΠΑ και της Αργεντινής, προβλέπουν ανάπτυξη 1% για το 2025, την υψηλότερη από το 2020. Ωστόσο η Rabobank προβλέπει ότι αυτή η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 0,3% το 2026.

Ενώ οι χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Ιρλανδία παρουσιάζουν αύξηση της προσφοράς, η ηπειρωτική Ευρώπη έχει αντιμετωπίσει αυξημένους υγειονομικούς και περιβαλλοντικούς περιορισμούς, οι οποίοι περιορίζουν την ανάκαμψη της παραγωγής γάλακτος. 

Επισκόπηση: Προς ομαλοποίηση της αγοράς

Η Rabobank πιστεύει ότι η αγορά οδεύει προς συγκράτηση, με τις τιμές να είναι πιθανό να ευθυγραμμιστούν με τους ιστορικούς δείκτες. Πρόσφατα αποτελέσματα από το Παγκόσμιο Εμπόριο Γαλακτοκομικών προϊόντων αντικατοπτρίζουν ήδη αυτή την τάση σταθεροποίησης. 

Ωστόσο, η αναντιστοιχία μεταξύ των τιμών των ΗΠΑ και της Ωκεανίας, μαζί με τις περιφερειακές διάφορες στην προσφορά και τη ζήτηση, περιπλέκει τις προοπτικές. 

Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι παράγοντες του κλάδου πρέπει να προετοιμαστούν για αυξημένο ανταγωνισμό, πιθανώς μειωμένα περιθώρια κέρδους και ένα παγκόσμιο περιβάλλον όπου οι εμπορικές πολιτικές θα είναι εξίσου καθοριστικές με τη δυναμική της αγοράς.