Ο πληθωρισμός «φρενάρει» και τα φυτικά προϊόντα

Η αναπτυξιακή πορεία της κατηγορίας κατεβάζει ταχύτητα λόγω της ακρίβειας.

O πληθωρισμός «δαγκώνει» την εγχώρια αγορά των φυτικών προϊόντων, βάζοντας για την ώρα «φρένο» στην αναπτυξιακή πορεία της κατηγορίας.

Σε διεθνές επίπεδο η άσκηση των προβλέψεων για την πορεία της κατηγορίας των plant based προϊόντων φαίνεται ότι δυσκολεύει στους καιρούς της ακρίβειας, δημιουργώντας στρατηγικές δύο ταχυτήτων στους ισχυρούς παίκτες τροφίμων.

Στην εγχώρια αγορά, όπου την πρωτοκαθεδρία στην κατηγορία των plant based διατηρούν τα φυτικά ροφήματα, καταγράφεται σημαντική υποχώρηση στους όγκους πωλήσεων στο ράφι, καθώς η ακρίβεια φαίνεται ότι υπερισχύει της διάθεσης των καταναλωτών να υιοθετήσουν εναλλακτικές διατροφικές συνήθειες.

Όπως αναφέρουν μιλώντας στη «Ν» αναλυτές της αγοράς των βασικών καταναλωτικών προϊόντων, «η διαφορά τιμής από τα συμβατικά προϊόντα αποτελεί τον βασικό ανασταλτικό παράγοντα για την ανάπτυξη των plant based στην υφιστάμενη περίοδο. Οι φυτικοί κωδικοί ήταν πάντα ακριβότεροι σε σχέση με τους συμβατικούς, ωστόσο η αγορά επένδυσε στη διεθνώς αυξανόμενη τάση των καταναλωτών να στραφούν σε υποκατάστατα κρέατος. Η τάση αυτή έγινε αισθητά έντονη κατά την περίοδο της κρίσης Covid-19. Μάλιστα, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη των plant based κωδικών κρέατος σε διεθνές επίπεδο “βλέπουν” ανάπτυξη με ρυθμό 17,9%, στα 6,69 δισ. δολάρια το 2023. Όμως ο αυξημένος πληθωρισμός έχει ανατρέψει τις εκτιμήσεις αυτές. Αυτή τη στιγμή οι εκτιμήσεις διίστανται στο κατά πόσο η κατηγορία των plant based θα αποβεί ή όχι ανθεκτική στην κρίση της ακρίβειας, τη στιγμή που οι τιμές των τροφίμων παραμένουν υψηλές και πλέον καταγράφονται σημαντικές απώλειες στην κατανάλωση του συμβατικού κρέατος και των γαλακτοκομικών».
Δυσοίωνα μηνύματα

Τα μηνύματα για την πορεία των εγχώριων πωλήσεων με βάση τις περσινές επιδόσεις των φυτικών προϊόντων στο ράφι δεν είναι ευοίωνα, τουλάχιστον για όσο ο πληθωρισμός στα τρόφιμα παραμένει σε ανοδική διψήφια τροχιά.

«Η αγορά των φυτικών προϊόντων στην Ελλάδα είναι σε εμβρυακή φάση, με τον συνολικό τζίρο να διαμορφώνεται στα 50 εκατ. ευρώ για όλες τις κατηγορίες: ροφήματα, κρέας, επιδόρπια, τυρί, παγωτό, κρέας. Υπό το πρίσμα αυτό η αγορά έχει τεράστια προοπτική για να αγγίξει τις επιδόσεις άλλων αγορών. Όμως το 2022 ο έντονος πληθωρισμός μάλλον τράβηξε χειρόφρενο στην ανάπτυξη των φυτικών προτάσεων, επιβραδύνοντας σημαντικά τους ρυθμούς των πωλήσεων, διατηρώντας σε θετικό πρόσημο μόνο τους κωδικούς που αφορούν σε φυτικό κρέας και τα παγωτά» σημειώνουν οι αναλυτές, ενώ αναφέρουν ότι «οι πρώτοι μήνες του 2023 εμφανίζουν μεγαλύτερες απώλειες σε τεμαχιακές πωλήσεις».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, το 2022 η κατηγορία των φυτικών ροφημάτων κατέγραψε υποχώρηση όγκου (σ.σ. τεμάχια) κατά 9,3%, ενώ σε αξία η μείωση ήταν 3,1%. Να σημειωθεί ότι ο τζίρος της κατηγορίας των ροφημάτων διαμορφώθηκε σε 33,3 εκατ. ευρώ, αποτελώντας το 66% του συνόλου των εσόδων των φυτικών κωδικών στα εγχώρια ράφια. Απώλεια 7% εμφάνισαν τα έσοδα στα επιδόρπια, στα 4,2 εκατ. ευρώ, που αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη κατηγορία βάσει τζίρου, ενώ η υποχώρηση στον όγκο κυμάνθηκε στο 17,1%.

Θετικές επιδόσεις κατέγραψαν τα παγωτά, εμφανίζοντας πέρυσι αύξηση σε αξία κατά 31,4%, με τον τζίρο τους να διαμορφώνεται σε 171 χιλ. ευρώ, ενώ σε όγκο η αύξηση ανήλθε στο 27,1%.

Αντίστοιχα, στο φυτικό κρέας ο τζίρος πέρυσι ενισχύθηκε κατά 18,1%, στα 2,8 εκατ. ευρώ, ενώ οι επιδόσεις σε όγκο πωλήσεων ήταν αυξημένες κατά 36,3%.

Και σε διεθνές επίπεδο όμως φαίνεται ότι κυριαρχεί μια αβεβαιότητα σχετικά με το μέλλον των φυτικών προϊόντων.

Από τη μια πλευρά έχουμε την απόφαση της πολυεθνικής General Mills να διακόψει την παραγωγή της μάρκας φυτικού τυριού κρέμα, Bold Cultr, όταν μέχρι πρότινος ο όμιλος εξέφραζε την πρόθεση να ενισχύσει σημαντικά το brand. H ξαφνική απόφαση της General Mills να τερματίσει την παραγωγή δημιουργεί σκεπτικισμό για το μέλλον της κατηγορίας καθώς αρκετοί «μεταφράζουν» αυτήν την κίνηση ως συντηρητική στρατηγική έναντι μιας γενικότερης καθοδικής πορείας για τα φυτικά γαλακτοκομικά προϊόντα.

Πηγή: Ναυτεμπορική