Ο θάνατος της γεωργίας είναι ο θάνατος ενός έθνους

Η απαξίωση του πρωτογενούς τομέα, το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ και η ερημοποίηση της ελληνικής υπαίθρου

Σε μια περίοδο που η Ευρωπαϊκή Ένωση δοκιμάζει τα όριά της ανάμεσα στη φιλοδοξία για «πράσινη μετάβαση» και στην πραγματικότητα μιας αγροτικής βάσης που καταρρέει, η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια υπαρξιακή κρίση. Η γεωργία, που κάποτε ήταν θεμέλιο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ταυτότητας της χώρας, μοιάζει πλέον να έχει μετατραπεί σε παραφωνία μέσα σε ένα σύστημα που δεν την σέβεται και δεν την προστατεύει. Η ελληνική ύπαιθρος μαραζώνει, όχι από φυσική φθορά, αλλά από θεσμική εγκατάλειψη και υποκρισία.

Το πρόσφατο σκάνδαλο στον ΟΠΕΚΕΠΕ ανέδειξε με τον πιο βίαιο τρόπο τη διαχρονική παθογένεια της διαχείρισης των ευρωπαϊκών αγροτικών ενισχύσεων. Πίσω από τα φανταχτερά συστήματα ελέγχου και τις κοινοτικές ντιρεκτίβες, κρύβεται ένα δίκτυο πελατειακών εξυπηρετήσεων, πλαστών δηλώσεων και ατιμώρητης καταλήστευσης δημόσιων πόρων. Όχι από τους «αγρότες», αλλά από ένα σύστημα που εκμεταλλεύτηκε τον όρο «αγρότης» για να μετατρέψει τα ευρωπαϊκά κονδύλια σε εργαλείο πολιτικής εξαγοράς, οικονομικού εκμαυλισμού και εθνικής υπονόμευσης.

Οι πραγματικοί παραγωγοί, αυτοί που ξυπνούν πριν το φως και δουλεύουν μέχρι να πέσει η νύχτα, δεν έχουν καμία σχέση με τα όσα αποκαλύπτονται τους τελευταίους μήνες. Αντιθέτως, είναι οι πρώτοι που έχουν νιώσει την απουσία του κράτους, την αδιαφορία των θεσμών και την αποσύνδεση των πολιτικών από την ύπαιθρο. Για αυτούς, το όνομα του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει πάψει προ πολλού να σημαίνει «στήριξη»: συμβολίζει τη διαφθορά, την αδικία, την ταπείνωση.

Η αποσύνθεση, ωστόσο, δεν σταματά στα όρια του θεσμικού εκφυλισμού. Η ελληνική γεωργία βιώνει μια βαθιά και σύνθετη κρίση, κοινωνική και παραγωγική. Η έλλειψη υποδομών, η δραματική υποβάθμιση των υδάτινων πόρων, η κλιματική αστάθεια, οι υψηλές τιμές ενέργειας και εισροών, η απουσία επαρκούς έρευνας και καινοτομίας, έχουν οδηγήσει στην απώλεια ανταγωνιστικότητας και στη συρρίκνωση του γεωργικού πληθυσμού.

Τα χωριά ερημώνουν. Οι νέοι μεταναστεύουν όχι από επιλογή, αλλά από ανάγκη. Παιδιά αγροτών που μεγάλωσαν με την αγωνία της επιβίωσης και την αίσθηση της αδικίας, δεν βλέπουν κανένα μέλλον στον τόπο τους. Τα καλύτερα μυαλά της ελληνικής επαρχίας είτε φεύγουν για τα νησιά να γίνουν γκαρσόνια το καλοκαίρι, είτε παίρνουν τον δρόμο της μετανάστευσης για ένα «καλύτερο αύριο» που εδώ πια δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Η αγροτική εκπαίδευση υποβαθμίζεται, η αγροτική έρευνα στερεύει, και η πολιτεία εξακολουθεί να βλέπει την ύπαιθρο μόνο ως πεδίο απορρόφησης κονδυλίων, όχι ως θεμέλιο εθνικής πολιτικής.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση γεννήθηκε μέσα από τη συνένωση των αγροτικών πολιτικών, και για να διασφαλίσει την επισιτιστική ασφάλεια, ποιότητα, και σταθερότητα τιμών σε μια μεταπολεμική ήπειρο που ήξερε τι σημαίνει πείνα. Σήμερα, το όραμα αυτό μοιάζει απειλούμενο. Οι φωνές που μιλούν για επανεθνικοποίηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) ακούγονται όλο και πιο συχνά. Κι όμως, μια τέτοια στροφή, χωρίς σχέδιο, χωρίς θεσμική εγγύηση, θα σήμαινε την πλήρη κατάρρευση του αγροτικού ιστού στην Ελλάδα.

Η διάβρωση δεν είναι πλέον ηθική ή θεσμική. Είναι δομική, παραγωγική, πολιτισμική. Ολόκληρες περιοχές μετατρέπονται σε γεωγραφικές σκιές, σε χώρους χωρίς λειτουργική κοινωνία, χωρίς νέους, χωρίς σχολεία, χωρίς υγεία, χωρίς μέλλον. Η απουσία εθνικής στρατηγικής για την αγροτική ανασυγκρότηση είναι κραυγαλέα, όπως και η αδιαφορία για τα δομικά αίτια του δημογραφικού και παραγωγικού μαρασμού.

Σε τελική ανάλυση, το τέλος της γεωργίας σημαίνει τον θάνατο μιας χώρας. Και η Ελλάδα, που κάποτε τάιζε την Ανατολή και την Ευρώπη, δεν αντέχει άλλο την ηθελημένη τύφλωση όσων σχεδιάζουν για λογαριασμό της χωρίς αυτήν. Το ερώτημα, όσο σκληρό κι αν ακούγεται, είναι απλό: θέλουμε γεωργία ή απλώς την ιδέα της; Γιατί χωρίς γη, νερό, ανθρώπους, και κυρίως πολιτική βούληση, η ιδέα δεν θα αρκεί ούτε για να γεμίσουμε το καλάθι του σούπερ μάρκετ.