Ο σκοπός της «ορθολογιστικής» λίπανσης είναι ο εφοδιασμός των απαραίτητων ποσοτήτων θρεπτικών στοιχείων που δίνουν την άριστη απόδοση, δηλαδή η αποτελεσματική χρησιμοποίηση των λιπασμάτων. Η ποσότητα του λιπάσματος που προστίθεται πρέπει βασικά να αναπληρώνει την ποσότητα των θρεπτικών στοιχείων που αφαιρούνται από το έδαφος λόγω της παρουσίας της καλλιέργειας και εξαρτάται από τους εξής παράγοντες:
Λίπανση Ελιάς τον χειμώνα - Χρόνος, τρόπος εφαρμογής και τύπος λιπάσματος
Γονιμότητα και διατήρηση του εδάφους
Τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά του εδάφους που ενδιαφέρουν για την διατήρηση ή βελτίωση της γονιμότητας και η αποφυγή της διάβρωσης και της υποβάθμισης των φυσικών, χημικών και βιολογικών ιδιοτήτων.
Παρά το γεγονός ότι η ελιά αναπτύσσεται και καρποφορεί ακόμη και σε άγονα και ξηρικά εδάφη, για να επιτευχθεί γρήγορη είσοδος στην παραγωγή, εύρωστη βλάστηση και ικανοποιητική καρποφορία υψηλής ποιότητας πρέπει να εξασφαλίζεται γόνιμο, βαθύ και καλά αποστραγγιζόμενο έδαφος.
Η ελιά αναπτύσσεται και καρποφορεί καλά σε βαθιά αμμοπηλώδη εδάφη με καλή υγρασία και στράγγιση (Σφακιωτάκης, 1993).
Καλό είναι το pH του εδάφους να είναι μεταξύ 6-8 και σε περι-πτώσεις απόκλισης να διορθώνεται είτε με κατάλληλα εδαφοβελτιωτικά (π.χ. ασβέστωση) είτε με αντίστοιχα λιπάσματα.
Έτσι, σε ελαφρώς όξινα εδάφη προτιμώνται αλκαλικά λιπάσματα (π.χ. ασβεστούχος νιτρική αμμωνία) ενώ σε ελαφρώς αλκαλικά εδάφη εφαρμόζονται όξινα λιπάσματα (π.χ. θειϊκή αμμωνία). Σε ακραίες τιμές pH, μειώνεται η διαθεσιμότητα κάποιων θρεπτικών στοιχείων και παρατηρούνται συμπτώματα τοξικότητας από κάποια άλλα.
Ελαιόδεντρα που αναπτύσσονται σε εδάφη με κακή στράγγιση εκτός από τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών παρουσιάζουν και κακή ανάπτυξη που πολλές φορές συγχέεται με φυτοπαθολογικά ή θρεπτικά αίτια.
Σε υπερβολικά γόνιμα εδάφη μπορεί να παρατηρηθεί το φαινόμενο της βλαστομανίας κατά το οποίο τα φυτά παρουσιάζουν έντονη βλαστική ανάπτυξη και ελάχιστη έως μηδαμινή καρποφορία. Διαβρωμένα ή υποβαθμισμένα εδάφη πρέπει να αποφεύγονται καθώς χαρακτηρίζονται από μειωμένη γονιμότητα και προϋποθέτουν μεγάλο κόστος εισροών για τη διόρθωσή τους.
O τύπος λιπάσµατος για τις ελιές σε κάθε περιοχή της Ελλάδος πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ελαιοδένδρων σε θρεπτικά στοιχεία για όλη την καλλιεργητική περίοδο. Για να επιλέξουμε το σωστό τύπο θα πρέπει να εκτιµώνται οι καιρικές συνθήκες της περιοχής και ιδιαίτερα το ύψος και η κατανοµή των βροχοπτώσεων στη διάρκεια του έτους, καθώς και η συνολική λίπανση του χωραφιού τα προηγούμενα έτη.
Τα ελαιόδεντρα χρειάζονται σχεδόν κάθε χρόνο λίπανση με άζωτο, φώσφορο και κάλιο, γι'αυτό χρησιμοποιούνται συνήθως σύνθετα κοκκώδη ή οργανοχημικά λιπάσματα σε πέλλετς ή υδατοδιαλυτά, σε μορφή σκόνης. Ανάλογα µε τη γονιµότητα του εδάφους, την εδαφική υγρασία, την ηλικία των δέντρων, την αναµενόµενη παραγωγή και την ποικιλία της ελιάς, συνιστάται κάθε χρόνο η χορήγηση αζώτουχου λιπάσματος με παράλληλη οργανική λίπανση.
Υπολογίζεται ότι το ελαιόδεντρο ξοδεύει 3-3,5 kgr άζωτο, ανά 100 kgr καρπό και η έλλειψη αζώτου μπορεί να προκαλέσει κιτρίνισμα και φυλλόπτωση. Η καλιούχος λίπανση καθορίζεται µε βάση το ύψος της αζωτούχου λίπανσης και μπορεί να µεταβάλλεται από χρονιά σε χρονιά ανάλογα µε το ύψος καρποφορίας των ελαιόδενδρων. Επιπλέον φωσφορική λίπανση χρειάζεται µόνο, αν υπάρχουν ενδείξεις έλλειψης φωσφόρου στα δένδρα (πτωχά αβαθή εδάφη χωρίς οργανική ουσία, µε υψηλό ανθρακικό ασβέστιο, ή χαµηλό pH).
Για την επιλογή των λιπασµάτων πρέπει να λαµβάνονται υπόψη και τα εξής:
Η επιλογή των αζωτούχων λιπασµάτων πρέπει να γίνεται έτσι ώστε να αποφεύγεται η οξίνιση των εδαφών και η έκπλυση των νιτρικών προς το υπέδαφος και τον υδροφόρο ορίζοντα. Σε πολύ όξινα εδάφη (pH<6) πρέπει να αποφεύγεται η χρήση της θειικής ή νιτροθειικής αµµωνίας και να ενθαρρύνεται η χρήση του νιτρικού ασβεστίου και της ασβεστούχου νιτρικής αµµωνίας. Αντίστοιχα, στα ασβεστούχα-αλκαλικά εδάφη πρέπει να προτιµάται η θειική αµµωνία για την παροχή αζώτου, που είναι όξινο λίπασμα. Επίσης, ανάλογα µε το χρόνο εφαρµογής (Χειμώνας ή Ανοιξη), τη µηχανική σύσταση και δομή του εδάφους, τις αναµενόµενες βροχοπτώσεις κ.λ.π., θα πρέπει να επιλέγεται κάποιο σύνθετο λίπασµα ταχείας ή αργής αποδέσμευσης.
Σε εδάφη µε προβλήµατα αλατότητας, εφαρµόζονται λιπάσµατα με μεγάλη ποσότητα καλίου και χαµηλό δείκτη αλατότητας, όπως το θειικό κάλιο. Επίσης, πρέπει να λαµβάνουμε υπόψη και το ανταγωνισµό Καλίου-Μαγνησίου που υπάρχει στο έδαφος χορηγώντας έτσι την ανάλογη ποσότητα οξείδιο του μαγνησίου-MgO.
Πρέπει να αποφεύγεται η χρήση ανόργανων ή οργανικών λιπασµάτων που περιέχουν πολλά βαρέα µέταλλα ή τοξικές ουσίες βιολογικής προέλευσης.
Η εφαρµογή των ιχνοστοιχείων που χρειάζεται η ελιά, ιδιαίτερα µε διαφυλλικούς ψεκασµούς, θα πρέπει να γίνεται μετά από ανάλυση φυτικών ιστών (φύλλων κλπ). Δύο βασικά ιχνοστοιχεία που χρειάζονται σίγουρα τα ελαιόδεντρα για καλύτερη καρπόδεση είναι το Βόριο και ο Σίδηρος τα οποία συνδιάζονται με τα αζωτούχα ή τα σύνθετα λιπάσματα την Ανοιξη.