Καραγκούνης: Πυλώνας ανάπτυξης η Αγροτική Πολιτική

Η χώρα από τις αρχές του 2010, βυθισμένη στην αγανάκτηση, βιώνει τη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική κρίση της μεταπολιτευτικής ιστορίας της. Κατακτήσεις 10ετιών έχουν χαθεί. Τα αίτια που οδήγησαν τη χώρα στην κατάσταση αυτή πρέπει να απασχολήσουν πλέον,  τους ιστορικούς και τους δικαστές. Οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις του τόπου πρέπει να κοιτάξουν μπροστά. Οι νέοι πρέπει να κοιτάξουν μπροστά. Πρέπει να ατενίσουν το μέλλον με αισιοδοξία, αφού η κρίση μεταξύ των άλλων γεννά και ευκαιρίες. Πρέπει να εκπονήσουν ένα νέο στρατηγικό σχεδιασμό για την εθνική οικονομία με έμφαση στην εγχώρια παραγωγή και τις εξαγωγές. Οι εξαγωγές, κατά γενική ομολογία, είναι ο κινητήριος μοχλός για την ανάπτυξη μιας χώρας, αφού: αναδεικνύουν την παραγωγική της ικανότητα δημιουργούν πλούτο σταθεροποιούν τις σχέσεις της με τις χώρες στις οποίες εξάγει προϊόντα και την εδραιώνουν ως οικονομική δύναμη. Μετά την ένταξη της χώρας στο ΔΝΤ και στον καταιγισμό των aπαισιόδοξων προβλέψεων για την εθνική οικονομία, δύο ειδήσεις χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής: η απασχόληση στον κλάδο της αγροτικής οικονομίας αυξήθηκε κατά 6,1% το 2010 σε σύγκριση με το 2009 και κατά 10% περίπου το 2011 σε σχέση με το 2010 και οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων το 2011 κατέγραψαν αύξηση κατά 4,2% σε σχέση με το 2010, ανήλθαν σε 4,096 δις ευρώ και αντιστοιχούν στο 18,2% των συνολικών εξαγωγών. Έχω ένα πίνακα της ΕΛΣΤΑΤ  εδώ που καταδεικνύει τα παραπάνω με πολύ παραστατικό τρόπο. Οι εξαγωγές το 2011 σε αγροτικά προϊόντα ανήλθαν σε 4 δις Ευρώ αυξημένες σε σχέση με το 2010 οι εισαγωγές όμως ανήλθαν σε 5,9 δις το 2011 σε σχέση με 5,7 το 2010.

Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πόσα μπορούμε να πετύχουμε, πόσα μπορούμε να παράγουμε ακόμα, πόσο μπορούμε να μειώσουμε τις εισαγωγές και να αυξήσουμε τις εξαγωγές. Αρκεί να έχουμε σχέδιο και να το θελήσουμε. Αρκεί να επενδύσουμε στον τομέα αυτό σοβαρά υπεύθυνα και μακρόπνοα και όχι να συντηρούμε ελλειμματικές καταστάσεις που ρουφάνε αδιάλειπτα τον κρατικό κορβανά. Είναι πιστέψτε με καθαρά θέμα επιλογών και προτεραιοτήτων τομέας της αγροτικής οικονομίας εκπέμπει ένα αισιόδοξο μήνυμα. Τη στιγμή, που άλλοι τομείς της οικονομίας καταρρέουν, αυτός όχι μόνο αντέχει, αλλά εμφανίζει μια ιδιαίτερη δυναμική, καθώς παράγει προϊόντα με ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και υπό τις υφιστάμενες συνθήκες αποτελεί κλάδο αιχμής για την ενίσχυση των εξαγωγών και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας συνολικά. Επίσης, καθημερινά σε όλο και περισσότερες έρευνες καταγράφεται ότι η στήριξη της πρωτογενούς παραγωγής και η ενίσχυση του εξαγωγικού προσανατολισμού των ελληνικών αγροτικών προϊόντων, μπορούν να αποτελέσουν έναν από τους βασικούς μοχλούς για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας και την έξοδο της χώρας από την κρίση.

Μάλιστα σε πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ αναφέρεται ότι «ο πολλαπλασιαστής της άμεσης συμβολής της γεωργίας στο ΑΕΠ είναι τουλάχιστον 5», που σημαίνει ότι αύξηση της αξίας του «προϊόντος» της ελληνικής γεωργίας κατά +1 %, μπορεί να προσδώσει αύξηση του ΑΕΠ κατά +5 %.Εσείς οι οικονομολόγοι αντιλαμβάνεστε τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Αν αυξήσουμε τις εξαγωγές λόγου χάρη κατά 5 δις  θα δημιουργήσουμε κύκλο εργασιών και ωφελειών στην ελληνική οικονομία τουλάχιστον 20 δις. Όμως τόσο η ελληνική γεωργία (που χαρακτηρίζεται από πολλαπλότητα και πολυμορφία) όσο και η ελληνική ύπαιθρος λειτουργούν στα όριά τους, ύστερα από τη σταδιακή έκθεσή του στις δυνάμεις του διεθνούς ανταγωνισμού, σε συνδυασμό με την αστάθεια των γεωργικών αγορών και του γεωργικού εισοδήματος.
Έτσι:

- το κόστος παραγωγής των αγροτικών προϊόντων συνεχίζει να είναι υψηλό
- το αγροτικό εισόδημα παραμένει χαμηλότερο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
- η επενδυτική δραστηριότητα στον πρωτογενή τομέα σε ότι αφορά τις ιδιωτικές επενδύσεις  παρουσιάζει τις τελευταίες δεκαετίες μόνιμη πτωτική τάση
- και η χρηματοδότηση κάθε αναπτυξιακής προσπάθειας έχει καταστεί σχεδόν αδύνατη
- το μικρό μέσο οικονομικό μέγεθος των εκμεταλλεύσεων  περιορίζει τη χρήση σύγχρονων μέσων τεχνολογίας
-η υπεραπασχόληση (δηλ. απασχόληση πέρα από τις αγροτικές δουλειές) κατέστη δομικό στοιχείο της απασχόλησης στο γεωργικό τομέα
-η κρίση στο συνεταιριστικό κίνημα (όχι στη λογική των συντεχνιών αλλά στη λογική της σωστής διαπραγμάτευσης
 και η κατάργηση συλλογικών φορέων  δημιούργησαν κενά τα οποία δεν μπόρεσαν να καλυφθούν από νέους θεσμούς
-η θεσμική οργάνωση στερείται της αναγκαίας συνοχής και αποτελεσματικότητας
-η διάθεση των αγροτικών προϊόντων ρυθμίζεται από τις αλυσίδες πολυκαταστημάτων και τους χονδρέμπορους σε βάρος της τιμής που εισπράττουν οι αγρότες  και της ποιότητας που αγοράζουν οι καταναλωτές
-οι γραφειοκρατικές διαδικασίες αποθαρρύνουν την ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών
-οι επαγγελματικές οργανώσεις στερούνται μαζικότητας και της αντίστοιχης επιρροής
-οι συνεταιριστικές οργανώσεις έχουν οδηγηθεί σε πολύπλευρη κρίση παρά το γεγονός ότι ειδικά στην περίπτωση της ελληνικής γεωργίας που αποτελείται από μικρές και διάσπαρτες εκμεταλλεύσεις είναι απολύτως αναγκαίες
-οι εισροές (αγροχημικά, πολλαπλασιαστικό υλικό, μηχανήματα, εξοπλισμός, κατασκευές) σχεδόν στο σύνολό τους είναι εισαγόμενες
-το ΕΘΙΑΓΕ, τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα και τα Ερευνητικά Ινστιτούτα δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην ταχύτητα των τεχνολογικών εξελίξεων
-οι μηχανισμοί σύνδεσης των ερευνητικών αποτελεσμάτων με την παραγωγή είναι ανεπαρκείς. Ο κύριος παράγοντας που διαμορφώνει και καθοδηγεί την ελληνική γεωργία  είναι πλέον το διεθνές περιβάλλον (πολύπλοκο και πολυδιάστατο) και θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη προκειμένου να προβλεφθούν οι τάσεις, οι προοπτικές, οι επιδράσεις και οι δυνατότητες προσαρμογής της ελληνικής γεωργίας.

Η νέα διεθνής οικονομία, όπως εκφράζεται με την «παγκοσμιοποίηση» χαρακτηρίζεται από:
-άρση ή δραστική μείωση των εμπορικών εμποδίων
-μείωση του κόστους των διεθνών μεταφορών
-αύξηση της ταχύτητας μετάδοσης και συγκέντρωσης των πληροφοριών και μείωση του κόστους αυτών
-εναρμόνιση των διεθνών προδιαγραφών και
-διεθνοποίηση των επιχειρήσεων.

Οι μελλοντικές εξελίξεις φαίνεται ότι θα διαμορφωθούν από τρεις παράγοντες:

1.    Την ένταση του διεθνούς ανταγωνισμού εξαιτίας της ακόμα μεγαλύτερης απελευθέρωσης του εμπορίου
στα πλαίσια του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου αλλά και την είσοδο στις αγορές αγροτικών προϊόντων από νέες εξαγωγικές χώρες (Ουκρανία, Κίνα, Βραζιλία, Αργεντινή).
2.    Τη ζήτηση από όλο και περισσότερους καταναλωτές στις ανεπτυγμένες χώρες αγροτικών προϊόντων και τροφίμων ποιοτικών, υγιεινών και ασφαλών.
3.    Τη συνεχή αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής με περιορισμό των επιδοτήσεων και αύξηση των δαπανών για την προστασία του περιβάλλοντος.

Αν δείτε και τα τρία προηγούμενα ευνοούν την Ελλάδα σε σχέση με το μέλλον διότι και μοναδικά προϊόντα έχουμε και ποιοτικά μπορούμε να παράγουμε με ασφάλεια και σύμφωνα με τους καλύτερους κανόνες υγιεινής. Θα πρέπει όμως να κατανοήσουμε ότι στο άμεσο μέλλον θα έχουμε αγροτιά χωρίς επιδοτήσεις με την έννοια που τις ξέραμε ως σήμερα και βεβαίως προσανατολισμένη στην προστασία του περιβάλλοντος πράγμα που σημαίνει ότι θα επωφελούμαστε από ευρωπαϊκούς πόρους. Οι έλληνες αγρότες δεν μπορούν να αγνοήσουν τις γενικότερες διεθνείς τάσεις, αλλά οφείλουν να προσαρμοσθούν στη νέα πραγματικότητα και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια βιώσιμη γεωργική δραστηριότητα, όπου οι τιμές και η ποιότητα των παραγόμενων αγροτικών προϊόντων θα εξασφαλίζουν τη συνεχή ανταγωνιστικότητά τους στην εγχώρια και διεθνή αγορά. Σε ένα τέτοιο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον στρατηγικός στόχος της αγροτικής ανάπτυξης της χώρας πρέπει να είναι η βιωσιμότητα της γεωργίας μέσα σε μια αναπτυγμένη ύπαιθρο. Κι αυτό γιατί χωρίς βιώσιμη γεωργία δεν μπορεί να αναπτυχθεί η ύπαιθρος και χωρίς ανάπτυξη της υπαίθρου δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη γεωργία.

Για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου είναι αναγκαία η ικανοποίηση μιας σειράς επιμέρους στόχων, όπως:
-δημιουργία οικονομικών και κοινωνικών υποδομών στην ύπαιθρο, ώστε να αποτελεί ελκυστικό τόπο εγκατάστασης νέων ανθρώπων με νέες ιδέες και επιχειρηματικές αντιλήψεις για την αξιοποίηση των τοπικών πόρων

-μετατροπή της υπαίθρου σε τόπο αναψυχής και ξεκούρασης για τους κατοίκους των αστικών κέντρων με την παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών αγροτουριστικού χαρακτήρα, εξίσου σημαντικός παράγων ανάπτυξης

-ανάπτυξη συνδυασμένων οικονομικών δραστηριοτήτων, ώστε να επιτυγχάνεται ολοκληρωμένη ανάπτυξη και να περιορίζονται οι συνέπειες διεθνών κρίσεων

-παραγωγή ανταγωνιστικών αγροτικών προϊόντων υψηλής ποιότητας και υψηλής προστιθέμενης αξίας ανάλογα με τις δυνατότητες και τους περιορισμούς κάθε περιοχής και με λιγότερη εξάρτηση από τις επιδοτήσεις

-προσαρμογή των μεθόδων παραγωγής και των παραγόμενων προϊόντων στη ζήτηση και τις τεχνολογικές δυνατότητες με επιχειρηματική αντίληψη και

-διατήρηση και αξιοποίηση του αγροτικού τοπίου και του πολιτιστικού πλούτου με την αειφορική διαχείριση των πόρων και τη χρησιμοποίηση μεθόδων παραγωγής φιλικών για το περιβάλλον. Ύστερα και από την οικονομική κρίση που βιώνουμε, η ελληνική γεωργία καλείται να παράγει διεθνώς ανταγωνιστικά ποιοτικά προϊόντα με τρόπους φιλικούς για το περιβάλλον, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών και διατηρώντας παράλληλα τα χαρακτηριστικά της συνεργαζόμενης οικογενειακής εκμετάλλευσης οργανωμένης σε επιχειρηματική βάση. Ο αγροτικός τομέας οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά είναι ιδιαίτερα σημαντικός τόσο για την εθνική οικονομία (παραγωγή υλικών αγαθών), όσο και για την ύπαιθρο (παραγωγή άυλων αγαθών) και μάλιστα σήμερα σε εποχή αυξημένης ανεργίας και κοινωνικής αποδιάρθρωσης. Αναγνωρίζοντας την πολλαπλή σημασία του αγροτικού τομέα κάθε σχεδιασμός για το μέλλον του πρέπει να ξεκινά από το δεδομένο αυτό, να λαμβάνει υπόψη την πολυμορφία και τη συνθετότητά του και να διατυπώνει τις προτεραιότητες και κατευθύνσεις πολιτικής κατά τέτοιο τρόπο που να επιτρέπουν στον τομέα να ανταποκριθεί στα σύγχρονα αιτήματα της ευρύτερης κοινωνίας πέρα από αγοραίες και συγκυριακές διατυπώσεις αναγκών και πολιτικών.

Η πολυμορφία και οι ιδιαιτερότητες του αγροτικού τομέα επιβάλλουν όπως, οι πολιτικές ανάπτυξης καθορισθούν από τα πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής. Στις ορεινές – μειονεκτικές και στις νησιωτικές περιοχές οι πολιτικές ανάπτυξης πρέπει να εμπεριέχουν κοινωνικά κριτήρια, να υπερβαίνουν τον όρο «ανταγωνιστικότητα» και να εξειδικεύονται προκειμένου να αξιοποιήσουν τα τοπικά προϊόντα, τους τοπικούς πόρους με έμφαση στις εναλλακτικές μορφές τουρισμού και τον πολιτιστικό πλούτο και να διαχειρισθούν το ευαίσθητο περιβάλλον. Στις πεδινές περιοχές οι πολιτικές ανάπτυξης πρέπει να στοχεύουν στην ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων (έδαφος, νερό), στην ποιοτική αναβάθμιση της παραγωγής, στην επάνοδο σε πολυκαλλιεργητικές μεθόδους, στην εισαγωγή κατάλληλων νέων καλλιεργειών, στη μείωση του κόστους και την επιχειρηματική οργάνωση των εκμεταλλεύσεων, στην αναζωογόνηση των συλλογικών μορφών διάθεσης της παραγωγής (σύσταση ομάδων παραγωγών) και στη σύνδεση της παραγωγής με τις ανάγκες των ορεινών περιοχών (κτηνοτροφικά φυτά) και των αστικών κέντρων.   Όσον αφορά τη θεσμική οργάνωση του αγροτικού τομέα, που αποκτά ιδιαίτερη σημασία στην εποχή της παγκοσμιοποίησης γιατί ενισχύει ή αποδυναμώνει τη συνεργιστική δράση των συντελεστών παραγωγής, απαιτείται:
- διακομματική συναίνεση στις βασικές κατευθύνσεις της αγροτικής πολιτικής
- αναδιοργάνωση των Υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων με κάθετη οργάνωση των περιφερειακών υπηρεσιών του και έμφαση στον επιτελικό του χαρακτήρα
- ενθάρρυνση της αυτενέργειας των κοινωνικών εταίρων
-  σταθερότητα στις θεσμικές ρυθμίσεις και εξασφάλιση αποτελεσματικής λειτουργίας των ιδρυόμενων φορέων
-  περιορισμός της γραφειοκρατίας, ενδυνάμωση των ελέγχων και αυστηρή πάταξη των παραβάσεων για την απελευθέρωση των δυνάμεων ανάπτυξης επιχειρηματικότητας
- ανάπτυξη καινοτόμων οργανωτικών σχημάτων παραγωγής κατά προϊόν που να μπορούν να διασφαλίσουν την εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων τεχνικού και οικονομικού management και τη δικτύωση της αλυσίδας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.Στο σημείο αυτό αξίζει να διαβάσω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την καθημερινή εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», που καταδεικνύει την αρνητική επίδραση της γραφειοκρατίας στην ανάπτυξη της χώρας. «Είκοσι ημέρες για την έκδοση όλων κι όλων πέντε εγγράφων και κόστος γύρω στα 1.000 ευρώ χρειάστηκε επιχειρηματίας από τον χώρο των αγροτικών προϊόντων προκειμένου να εξάγει από τον Πειραιά ένα και μόνο κοντέινερ συσκευασμένου ελαιολάδου! Αφού ετοίμασε τη φορτωτική και το τιμολόγιο, έπρεπε να περιμένει δύο εβδομάδες για την προετοιμασία του πιστοποιητικού προέλευσης, τη λεγόμενη τελωνειακή διασάφηση, και το έγγραφο των τεχνικών - ποιοτικών ελέγχων. Εν συνεχεία, πέρασαν δύο ημέρες για τη διαχείριση του φορτίου στο λιμάνι και τον τερματικό σταθμό, δύο επιπλέον ημέρες για τον εκτελωνισμό και τον οριστικό τελωνειακό έλεγχο και άλλες δύο για την τελωνειακή διαμετακόμιση και διαχείριση. Το δε συνολικό κόστος απ' όλες αυτές τις διαδικασίες έφτασε στα 950 ευρώ! Και όλα αυτά για την εξαγωγή ενός απλού κοντέινερ χωρίς το περιεχόμενο του φορτίου να είναι επικίνδυνο, να χρειάζεται να βρίσκεται στο ψυγείο ή να συνοδεύεται από κάποια άλλα ειδικά πιστοποιητικά. Αν όλοι αυτοί οι χρόνοι μειώνονταν στα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα, το πολύ δηλαδή ένα 10ήμερο, τότε οι εξαγωγές στην Ελλάδα θα αυξάνονταν κατά 10%, όπως πρόσφατα επισήμανε ο επικεφαλής της Task Force, και προσφιλής σε όλους μας να προσθέσω εγώ κύριος  Χορστ Ράιχενμπαχ». Τέλος, είναι αναγκαία η ανάπτυξη της εγχώριας έρευνας και τεχνολογίας από το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα με προσανατολισμό των ερευνητικών προγραμμάτων στις εγχώριες ανάγκες και σύνδεση των ερευνητικών αποτελεσμάτων με την αγροτική παραγωγή, τη μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων και τη διαχείριση των φυσικών πόρων. Φίλες και Φίλοι δεν θέλω να σας κουράσω άλλο με τις αγροτικές μου ανησυχίες και επιδιώξεις. Για όσους δεν γνωρίζουν εκλέγομαι σε ένα αγροτικό νομό που έχει τεράστιες δυνατότητες στον τομέα αυτό την Αιτωλοακαρνανία και για το λόγο αυτό εξειδίκευσα την ομιλία μου στον αγροτικό τομέα ως πυλώνα ανάπτυξης. Θεωρώ ότι είναι ο μοναδικός πυλώνας σταθερής και μόνιμης ανάπτυξης για τη χώρα. Αρκεί βεβαίως να το επιδιώξουμε ως κράτος. Γιατί τίποτε από αυτά τα ωραία και φιλόδοξα που ανέφερα δεν μπορούν να γίνουν αν δεν διαθέσει η χώρα χρήμα γι αυτό το σκοπό. Το ζήτημα είναι τι προτιμά Να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο δίνοντας διέξοδο στην ανεργία και στην παραγωγικότητα ή θα συντηρήσει τα κατεστημένα και τα σάπια που εξέθρεψε όλα αυτά τα χρόνια; Ελπίζω να πράξει το πρώτο

Κώστας Καραγκούνης: Υποψήφιος Βουλευτής στην Αιτωλοακαρνανία με τη Νέα Δημοκρατία
Σύντομο Βιογραφικό Σημείωμα

Γεννήθηκε το 1975 και είναι γιος του Ανδρέα Καραγκούνη και της Παναγιώτας Χριστοδούλου. Είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει παρακολουθήσει stage μαθημάτων Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου και Ευρωπαϊκού Συγκριτικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Francois Rabelais de Tours και είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου του Πανεπιστημίου του Λονδίνου UEL, από το οποίο αποφοίτησε με άριστα με ειδίκευση στον τομέα του Διεθνούς Δικαίου. Συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, ειδικευόμενος στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας.
 Ακολούθως εκπλήρωσε την στρατιωτική του θητεία στην Πολεμική Αεροπορία στην 114 Πτέρυγα Μάχης. Είναι Δικηγόρος Αθηνών. Έχει μετεκπαιδευτεί στο Harvard Kennedy School (John F. Kennedy School of Goverment). Μιλάει άριστα Αγγλικά και Γαλλικά. Με την πολιτική ασχολείται ήδη από τις τάξεις της Ο.Ν.ΝΕ.Δ και της Δ.Α.Π.-Ν.Δ.Φ.Κ. Νομικής. Εξελέγη βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου 2009. Με απόφαση του Προέδρου της Ν.Δ. ανέλαβε πρόσφατα αναπληρωτής τομεάρχης στον τομέα πολιτικής ευθύνης Δικαιοσύνης.

 

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις