Αλβανία: Η εισαγόμενη αυτάρκεια και η εγκατάλειψη της υπαίθρου

Στην Αλβανία του 2025, το πιάτο του πολίτη γεμίζει όλο και περισσότερο από προϊόντα που διανύουν χιλιάδες χιλιόμετρα για να φτάσουν στο τραπέζι του. Κι όμως, πρόκειται για μια χώρα με εύφορη γη, βαθιά αγροτική παράδοση και χέρια που ξέρουν να σπέρνουν.

Η εξίσωση δεν βγαίνει πια. 

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2023, οι εισαγωγές τροφίμων αντιστοιχούσαν στο 16,1% των συνολικών εισαγωγών της Αλβανίας. Παρόμοια ήταν η εικόνα και σε άλλα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων, όπως το Μαυροβούνιο (24%) και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη (16,3%) — ποσοστά που καταδεικνύουν μία δομική αδυναμία των εν λόγω οικονομιών να εξασφαλίσουν επισιτιστική αυτάρκεια.

Σε αντίστιξη, χώρες με περισσότερο ανεπτυγμένους αγροτικούς και βιομηχανικούς τομείς, όπως η Σερβία (5,8%), η Σλοβενία (6,2%) και η Τσεχία (6,3%), διατηρούν σε χαμηλότερα επίπεδα το ποσοστό των εισαγόμενων αγροδιατροφικών προϊόντων.

Παρά την ύπαρξη επαρκούς καλλιεργήσιμης γης, η Αλβανία βλέπει τη διατροφική της επάρκεια να διαβρώνεται. Μεγάλα τμήματα γεωργικής γης έχουν μετατραπεί σε βοσκότοπους ή έχουν εγκαταλειφθεί, ενώ η αγροτική παραγωγή συνεχίζει την καθοδική της πορεία. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της INSTAT, το 2024 καταγράφηκε μείωση της αγροτικής παραγωγής για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά, με πτώση 1,1%, έπειτα από αντίστοιχη πτώση 1,8% το 2023.

Τα στοιχεία αποτυπώνουν μία τάση που ξεπερνά τη στατιστική ανάγνωση. Η απασχόληση στον πρωτογενή τομέα, που εξακολουθεί να καλύπτει το 32,2% του εργατικού δυναμικού, έχει μειωθεί κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες από το 2019. Παράλληλα, η κτηνοτροφία καταρρέει: ο αριθμός των ζώων για γαλακτοπαραγωγή και κρεατοπαραγωγή έχει σχεδόν υποδιπλασιαστεί μέσα σε μία δεκαετία, οδηγώντας χιλιάδες μικρές μονάδες σε αφανισμό.

Η κοινωνική γεωγραφία της υπαίθρου αλλάζει. Η μείωση και η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού επιταχύνουν τη μετάβαση από το παραδοσιακό, οικογενειακό μοντέλο παραγωγής σε ένα νέο, πιο επιχειρηματικό. Οργανωμένα θερμοκήπια, συχνά με εξαγωγικό προσανατολισμό, αναδύονται ως το μέλλον της αγροτικής δραστηριότητας.

Ωστόσο, αυτή η μετάβαση δεν είναι χωρίς κόστος. Πολλοί μικροπαραγωγοί, που παλαιότερα διασφάλιζαν την αυτάρκεια των οικογενειών τους, έχουν μετατραπεί σε καταναλωτές εισαγόμενων τροφίμων. Το φαινόμενο αυτό διογκώνει περαιτέρω το εμπορικό έλλειμμα και εντείνει την ευαλωτότητα της χώρας σε διεθνείς κρίσεις — πολεμικές συγκρούσεις, αυξήσεις στο κόστος μεταφοράς, ακραία καιρικά φαινόμενα λόγω της κλιματικής αλλαγής.

Οι διεθνείς οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένης της Παγκόσμιας Τράπεζας και του FAO, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα, με αιχμή του δόρατος τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, τη βελτίωση υποδομών, την κατάρτιση των παραγωγών και τη στήριξη μέσω επιδοτήσεων και ευνοϊκών δανείων, συνιστούν την προτεινόμενη στρατηγική ανάσχεσης.

Το στοίχημα για την Αλβανία και τους εταίρους της στα Δυτικά Βαλκάνια δεν είναι απλώς η διατροφική αυτάρκεια. Είναι η ανάκτηση της παραγωγικής τους κυριαρχίας, σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο αβέβαιος.

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις