Η εικόνα που προκύπτει από την τελευταία Έκθεση Ανοικτού Διαδικτύου της ΕΕΤΤ για το 2024–2025 αποκαλύπτει μια διπλή πραγματικότητα: από τη μία πλευρά, οι κάτοικοι μεγάλων αστικών κέντρων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης απολαμβάνουν ταχύτητες που τους επιτρέπουν πλήρη πρόσβαση στην κοινωνία της πληροφορίας∙ από την άλλη, περιοχές της επαρχίας παραμένουν εγκλωβισμένες σε ταχύτητες που θυμίζουν την εποχή του ADSL. Το χάσμα αυτό δεν είναι μόνο τεχνολογικό∙ είναι κοινωνικό και οικονομικό, υπονομεύοντας την ισότιμη συμμετοχή πολιτών και επιχειρήσεων στο ψηφιακό μέλλον της χώρας.
Στους δήμους της Αττικής, όπως οι Σπέτσες και το Μαρούσι, οι ταχύτητες μέσω κινητής ξεπερνούν τα 290 Mbps, ενώ σε νησιωτικούς και αγροτικούς δήμους οι τιμές πέφτουν σε επίπεδα κάτω από τα 50 Mbps. Στον Δήμο Γ. Καραϊσκάκη της Άρτας η μέση ταχύτητα μόλις αγγίζει τα 10 Mbps, ενώ στο αρνητικό ρεκόρ της Αργιθέας στην Καρδίτσα η πρόσβαση μέσω σταθερού δικτύου περιορίζεται σε 6,86 Mbps. Ακόμη και σε τουριστικούς προορισμούς, όπως η Σύρος και η Κέρκυρα, το σταθερό διαδίκτυο σπανίως ξεπερνά τα 50 Mbps, δείχνοντας την απουσία ουσιαστικής επένδυσης σε οπτικές ίνες.
Στην Αιτωλοακαρνανία, και ειδικά στην ευρύτερη περιοχή του Μεσολογγίου, σε κεφαλοχώρια με πληθυσμό κοντά στους 5.000 κατοίκους, οι πολίτες πληρώνουν για γραμμές 50 Mbps αλλά στην πράξη δεν φτάνουν ούτε τα 10 Mbps. Όπως κατέγραψε το Agrocapital, οι κάτοικοι δηλώνουν αγανακτισμένοι: «Μόνο να παίρνουν τα χρήματα ξέρουν, τίποτε άλλο δεν κάνουν». Οι καταγγελίες στρέφονται κυρίως προς την Cosmote, που εξακολουθεί να κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά χωρίς να καλύπτει τις πραγματικές ανάγκες των συνδρομητών.
Το πρόβλημα αποτυπώνεται και στα στοιχεία της ΕΕΤΤ. Μόνο το 2024 κατατέθηκαν 271.663 παράπονα για ταχύτητες ή άλλα προβλήματα απόδοσης, εκ των οποίων το 80% αφορούσε δίκτυα σταθερής. Σχεδόν όλες οι μετρήσεις αποκλίσεων σε ADSL και VDSL επιβεβαίωσαν ότι η πραγματική ταχύτητα ήταν χαμηλότερη από την ονομαστική, ενώ σε 62,3% των περιπτώσεων οι αποκλίσεις κρίθηκαν σοβαρές. Παρ’ όλα αυτά, οι αποζημιώσεις που κατέβαλαν οι πάροχοι περιορίστηκαν μόλις σε 1.120 συνδρομητές μετά από ελέγχους, ενώ σε συνολικό επίπεδο καταγράφηκαν 28.639 αποζημιώσεις – κυρίως με τη μορφή «δώρων», όπως δωρεάν λεπτά ή πακέτα δεδομένων, αντί για ουσιαστικές μειώσεις τιμολογίων.
Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο ανισομερής όταν συγκρίνει κανείς σταθερά με κινητά δίκτυα. Στην Κέρκυρα η μέση ταχύτητα κινητής ανέρχεται σε 127 Mbps, στη Ρόδο σε 117 Mbps, ενώ ακόμη και στον Δήμο Αρταίων οι ταχύτητες κινητής φτάνουν κοντά στα 150 Mbps – πολλαπλάσιες από τις ταχύτητες σταθερής πρόσβασης.
Η Ελλάδα του 2025 βρίσκεται έτσι αντιμέτωπη με ένα παράδοξο οι πάροχοι διαφημίζουν επενδύσεις σε δίκτυα νέας γενιάς, αλλά μεγάλα τμήματα του πληθυσμού εξακολουθούν να ζουν με ταχύτητες περασμένων δεκαετιών. Το ψηφιακό χάσμα δεν περιορίζεται στην καθημερινότητα των χρηστών∙ υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα αγροτικών περιοχών, εμποδίζει την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου και αποκλείει νέες μορφές απασχόλησης όπως η τηλεργασία.
Η ανάγκη για τεκμηριωμένες πολιτικές είναι πλέον αδιαμφισβήτητη. Η επέκταση οπτικών ινών στην περιφέρεια, ο ουσιαστικός έλεγχος των παρόχων και η εφαρμογή διαφανών μηχανισμών αποζημίωσης δεν είναι μόνο τεχνικές απαιτήσεις∙ είναι όροι κοινωνικής δικαιοσύνης. Γιατί δεν μπορεί να μιλάμε για ψηφιακή Ελλάδα, όταν το μισό της χώρας παραμένει κολλημένο στον χαλκό.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις