Όταν το καλάθι γίνεται καθρέφτης της κοινωνίας τι αποκαλύπτει η ΕΛΣΤΑΤ για τις δαπάνες των νοικοκυριών

Η νέα έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ για το 2024 αποτυπώνει με ακρίβεια το πορτρέτο της κατανάλωσης στην Ελλάδα, φέρνοντας στην επιφάνεια τις ανισότητες, τις μεταβολές των συνηθειών και τις αντοχές των νοικοκυριών απέναντι στον πληθωρισμό. Τα στοιχεία είναι εύγλωττα: το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών κατευθύνεται σε είδη διατροφής (20,7%), στη στέγαση (14,4%) και στις μεταφορές (13,3%), συγκροτώντας τον πυρήνα των αναγκών που απορροφούν τον οικογενειακό προϋπολογισμό.

Η μέση ετήσια δαπάνη διαμορφώθηκε σε 20.694,48 ευρώ ή 1.724,54 ευρώ τον μήνα, σημειώνοντας αύξηση 3,6% σε τρέχουσες τιμές σε σχέση με το 2023. Σε σταθερές τιμές, η άνοδος περιορίζεται στο 1%, καθώς η αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στο 2,6% απορρόφησε σημαντικό μέρος της αγοραστικής δύναμης. Το γεγονός ότι η σημερινή δαπάνη υπολείπεται κατά 16,6% εκείνης του 2008 αποκαλύπτει μια διαχρονική υποχώρηση της καταναλωτικής δυνατότητας, που ακόμη δεν έχει ανακτηθεί μετά την πολυετή κρίση.

Η εικόνα διαφοροποιείται έντονα ανάλογα με το εισοδηματικό επίπεδο. Για το φτωχότερο 20% του πληθυσμού, η στέγαση και η διατροφή απορροφούν 55,9% των συνολικών δαπανών, ενώ για το πλουσιότερο 20% το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 24,7%. Το χάσμα γίνεται ακόμη πιο έντονο αν εξεταστεί το μερίδιο που αφιερώνεται αποκλειστικά στα είδη διατροφής: 33,5% για τα φτωχά νοικοκυριά, έναντι 12,7% για τα εύπορα. Ο συντελεστής ανισότητας φθάνει στο 5,68, καταδεικνύοντας την τεράστια διαφορά στο επίπεδο διαβίωσης.

Παράλληλα, η γεωγραφία παίζει καθοριστικό ρόλο. Στην Αττική, η μέση ετήσια δαπάνη φθάνει τα 24.363,24 ευρώ, υπερβαίνοντας κατά 17,7% τον εθνικό μέσο όρο, ενώ στη Στερεά Ελλάδα περιορίζεται στα 14.214,96 ευρώ, μόλις 68,7% του μέσου όρου. Οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών δαπανούν 28,8% λιγότερο από αυτούς των αστικών κέντρων, γεγονός που αντανακλά τόσο χαμηλότερα εισοδήματα όσο και διαφοροποιημένες ανάγκες.

Αξιοσημείωτες είναι οι μεταβολές στην κατανομή της δαπάνης ανά κατηγορία προϊόντων. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν στην αναψυχή και τον πολιτισμό (13,5%), την ένδυση και υπόδηση (9,5%) και την κατανάλωση σε εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (6,5%). Στην κατηγορία τροφίμων, η μηνιαία δαπάνη για έλαια και λίπη αυξήθηκε κατά 12,6%, για ψάρια κατά 9,3% και για φρούτα κατά 4,8%, ενώ μειώθηκε η δαπάνη για ελαιόλαδο (-13,9%), γαλακτοκομικά (-1,7%) και δημητριακά (-0,8%). Πρόκειται για διαφοροποιήσεις που υποδηλώνουν τόσο μεταβολές στις τιμές όσο και αλλαγές στις διατροφικές επιλογές.

Στον τομέα της ενέργειας, τα νοικοκυριά στράφηκαν περισσότερο προς την ηλεκτρική ενέργεια (+8,3%), περιορίζοντας τη χρήση παραδοσιακών στερεών καυσίμων (-16,2%) και φυσικού αερίου (-14,8%). Η στροφή αυτή αντανακλά τις αυξήσεις κόστους αλλά και τις νέες μορφές κατανάλωσης που διαμορφώνονται.

Τέλος η έρευνα αναδεικνύει,τις υλικές συνθήκες διαβίωσης: το 98,8% των νοικοκυριών διαθέτει τηλεόραση, το 95,8% κινητό τηλέφωνο, ενώ το 78,9% χρησιμοποιεί κλιματιστικό. Η κατοικία εξακολουθεί να είναι περιορισμένης έκτασης, καθώς το 57,6% ζει σε διαμερίσματα 61–100 τ.μ., με το 43,1% να χρησιμοποιεί μόλις τρία δωμάτια.

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις