Η χρηματοδότηση της AgTech σκοντάφτει στους ρυθμούς της φύσης

Η γεωργική καινοτομία υπόσχεται λύσεις σε κρίσιμα ζητήματα όπως η επισιτιστική ασφάλεια, η αποδοτικότητα των πόρων και η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Ωστόσο, η χρηματοδότηση της AgTech αντιμετωπίζει εμπόδια που λίγοι είχαν προβλέψει  και πολλοί υποτιμούν. Τα παραδοσιακά επενδυτικά κεφάλαια, με το βλέμμα στραμμένο στη γρήγορη μεγέθυνση και στις υψηλές αποδόσεις σε σύντομο χρόνο, συχνά συγκρούονται με τον αργό ρυθμό που επιβάλλουν οι βιολογικοί κύκλοι και οι ιδιαιτερότητες της γεωργίας.

Μια πρώτη ένδειξη της έντασης αυτής είναι η υποχώρηση στη ροή κεφαλαίων προς την AgTech. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι επενδύσεις έχουν μειωθεί κατά περίπου 70% σε διάστημα τριών ετών. Το 2023 περιορίστηκαν στα 15,6 δισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας πτώση σχεδόν 50% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Στην πρώτη εξάμηνη περίοδο του 2025, οι επενδύσεις σε νεοφυείς επιχειρήσεις του κλάδου έφτασαν μόλις τα 5,1 δισ. δολάρια, καταγράφοντας μείωση άνω του 35% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μόνο στο πρώτο τρίμηνο του 2025 παρατηρήθηκε πτώση 25% στον αριθμό συμφωνιών και σχεδόν 4% στη συνολική χρηματοδότηση. Η AgTech βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πραγματική «στεγνότητα κεφαλαίων».

Η διαφορά στα χρονοδιαγράμματα είναι συχνά το σημείο θραύσης. Μια βιολογική καινοτομία μπορεί να απαιτεί πέντε, επτά ή και δέκα χρόνια δοκιμών, πολλαπλών τοποθεσιών και εποχών. Στον αντίποδα, ένα ψηφιακό εργαλείο διαχείρισης αγροκτήματος ενδέχεται να φτάσει στην αγορά μέσα σε δύο ή τρία χρόνια. Οι επενδυτές όμως συνηθίζουν να δουλεύουν με χρονοδιάγραμμα 3–5 ετών μέχρι την έξοδο. Όταν η διάρκεια της επένδυσης απομακρύνεται από αυτό το πλαίσιο, οι πιέσεις για ρευστότητα ή αποεπένδυση γίνονται βασικός ανασταλτικός παράγοντας για τις startups.

Η κλιμάκωση των τεχνολογιών στη γεωργία είναι επίσης πιο σύνθετη απ’ ό,τι σε άλλους τομείς: μια λύση που αποδίδει σε μία περιοχή μπορεί να μην λειτουργεί αλλού λόγω διαφορετικών εδαφών, κλιμάτων και πρακτικών καλλιέργειας. Η «παντού κερδίζει» στρατηγική σπάνια ισχύει. Η τοπική προσαρμογή αυξάνει το κόστος, απαιτεί πρόσθετα πειράματα και επιβραδύνει την ταχύτητα διάδοσης, παράγοντες που συγκρούονται με την προοπτική μιας γρήγορης εφαρμογής.

Η διάσταση των δημόσιων παρεμβάσεων είναι ζωτικής σημασίας. Πολλά από τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία εφαρμόζουν βραχείς κύκλους στήριξης, μιμούμενα τις πρακτικές του ιδιωτικού τομέα, και έτσι δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της γεωργίας που λειτουργεί με βιολογικούς ρυθμούς. Αν η γεωργική τεχνολογία θεωρείται κρίσιμη για τη βιωσιμότητα και την επισιτιστική ασφάλεια, τότε οι χρηματοδοτικές αρχιτεκτονικές πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τον φυσικό ρυθμό της γεωργίας, αντί να τον παρακάμπτουν.

Επιπλέον, οι δημόσιες δαπάνες προς τη γεωργία εξακολουθούν να επικεντρώνονται περισσότερο στη στήριξη εισοδημάτων και λιγότερο στην καινοτομία. Μόνο περίπου 12% των συνολικών κονδυλίων κατευθύνεται σε υποδομές, έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη, ενώ σε παγκόσμια κλίμακα μόλις το 6% των μεταβιβάσεων του προϋπολογισμού προς τον αγροτικό τομέα χρησιμοποιείται για συστήματα καινοτομίας. Η υποχρηματοδότηση αυτή, σε έναν τομέα με μακροχρόνια απόδοση, αφήνει κενά που συχνά οδηγούν σε εγκατάλειψη υποσχόμενων έργων.

Μόνο αν οι επενδυτές και οι δημόσιοι φορείς αποδεχθούν ότι η γεωργία δεν είναι startup τεχνολογία fast-track,  αλλά ένα πεδίο όπου η υπομονή, η προσαρμογή και η συνέπεια με τους βιολογικούς ρυθμούς είναι θεμελιώδη  θα υπάρξει πιθανότητα να αξιοποιηθεί η πραγματική δυναμική των καινοτόμων λύσεων.

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις