Οι εισαγωγές σιταριού της Αιγύπτου για την εμπορική περίοδο 2025/26 αναμένεται να φτάσουν τους 12,7 εκατομμύρια μετρικούς τόνους (ΜΜΤ), σημειώνοντας αύξηση 1,6% σε σχέση με πέρυσι, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του USDA (Grain and Feed Update) που δημοσιεύτηκε στις 22 Σεπτεμβρίου. Η άνοδος αποδίδεται στη συνεχιζόμενη αύξηση κατανάλωσης λόγω της σταθερής πληθυσμιακής ανάπτυξης.
Με πληθυσμό που ξεπερνά πλέον τα 108 εκατομμύρια και προβλέπεται να φτάσει τα 124 εκατομμύρια έως το 2030, η Αίγυπτος παραμένει ο μεγαλύτερος εισαγωγέας σιταριού παγκοσμίως.
Η εγχώρια παραγωγή σιταριού προβλέπεται να αυξηθεί ελαφρώς στα 9,2 ΜΜΤ την περίοδο 2025/26 από 9 ΜΜΤ την προηγούμενη περίοδο, ενισχυμένη από υψηλότερες τιμές προμήθειας που προσφέρει η κυβέρνηση, ενθαρρύνοντας τους αγρότες να αυξήσουν την καλλιέργεια και να πουλήσουν απευθείας σε κρατικούς φορείς. Οι αρχές προσφέρουν εγγυημένες τιμές παραγωγού που κυμαίνονται από 277 έως 290 δολάρια/τόνο, πολιτική που έχει ήδη εξασφαλίσει σχεδόν 4 ΜΜΤ σιταριού φέτος. Ωστόσο, η εγχώρια παραγωγή καλύπτει μόλις το 50-55% των εθνικών αναγκών, λόγω και του εκτεταμένου προγράμματος επιδότησης ψωμιού που στηρίζει την πλειονότητα του πληθυσμού.
Η κατανάλωση αναμένεται να αγγίξει τα 20,3 ΜΜΤ, αυξημένη από τα 20 ΜΜΤ την περίοδο 2024/25, λόγω της ζήτησης σε τρόφιμα, σπόρους και βιομηχανικές χρήσεις. Ο ιδιωτικός τομέας ενίσχυσε την τελευταία δεκαετία τον ρόλο του στις εισαγωγές, τροφοδοτώντας την παραγωγή αλευριού για εξαγωγές σε γειτονικές αγορές και την τροφοδοσία αρτοποιείων και καφέ υψηλής ποιότητας.
Ωστόσο, οι εξαγωγές αλεύρου σιταριού αναμένεται να υποχωρήσουν στο 1 ΜΜΤ την περίοδο 2025/26, μειωμένες κατά 23% σε σχέση με τα 1,3 ΜΜΤ της προηγούμενης περιόδου, λόγω αυστηρότερων κυβερνητικών κανονισμών που αποσκοπούν στην ισορροπία μεταξύ εσωτερικών αναγκών και εξαγωγών.
Για το καλαμπόκι, η παραγωγή εκτιμάται στα 6,7 ΜΜΤ για την περίοδο 2025/26 (Οκτώβριος–Σεπτέμβριος), μειωμένη κατά 7,6% σε σχέση με προηγούμενες προβλέψεις, εξαιτίας υψηλών θερμοκρασιών και σοβαρών εντομολογικών προσβολών, όπως του fall armyworm, που περιόρισαν την απόδοση. Η κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 4,4% σε ετήσια βάση στα 16,5 ΜΜΤ, κυρίως λόγω της ζήτησης από τον πτηνοτροφικό κλάδο. Για να καλυφθούν τα ελλείμματα, οι εισαγωγές αναμένεται να αυξηθούν κατά 9% και να φτάσουν τα 9,5 ΜΜΤ. Η εγχώρια παραγωγή καλύπτει λιγότερο από το 30% των αναγκών, με τις εισαγωγές να προέρχονται κυρίως από Βραζιλία, Ουκρανία και Αργεντινή.
Στο ρύζι, η παραγωγή προβλέπεται στα 4,2 ΜΜΤ την περίοδο 2025/26, αυξημένη κατά 7,7% σε σχέση με προηγούμενες εκτιμήσεις και υψηλότερη από τα 3,9 ΜΜΤ του 2024/25. Η άνοδος οφείλεται στο χαμηλότερο κόστος παραγωγής σε σύγκριση με άλλα θερινά καλλιεργήσιμα είδη, όπως το καλαμπόκι ή το βαμβάκι, γεγονός που οδήγησε πολλούς αγρότες να ξεπεράσουν τα όρια καλλιέργειας που θέτει το Υπουργείο Υδάτινων Πόρων και Άρδευσης.
Η κατανάλωση και οι λοιπές χρήσεις αναμένεται να παραμείνουν σταθερές στα 4 ΜΜΤ, με εισαγωγές 140 χιλιάδων τόνων να καλύπτουν τη ζήτηση.