Για περισσότερο από δύο δεκαετίες, η Κίνα υπήρξε η πιο γρήγορα αναπτυσσόμενη αγορά κρασιού στον κόσμο, ένα πεδίο όπου η κατανάλωση και οι επενδύσεις αυξάνονταν με ρυθμούς που ξεπερνούσαν ακόμη και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2010, η εγχώρια αγορά έμοιαζε να εξελίσσεται σε νέο κέντρο βάρους της παγκόσμιας οινολογίας. Όμως η διαδρομή από την εκρηκτική άνοδο στην εντυπωσιακή υποχώρηση υπήρξε σύντομη και αποκαλυπτική.
Σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα η κινεζική κατανάλωση κρασιού κορυφώθηκε το 2017, φθάνοντας τα 1.928 εκατ. λίτρα, για να καταρρεύσει μέσα σε λίγα χρόνια στα μόλις 553 εκατ. λίτρα το 2024, μια μείωση της τάξης του 71%. Η ανοδική πορεία που για χρόνια ερμηνευόταν ως ένδειξη ωρίμανσης της αγοράς αποδείχθηκε περισσότερο ιδιαιτέρως ευαίσθητη σε μεταβολές πολιτικής, εισαγωγικών ροών, αλλαγών στο lifestyle των αστικών τάξεων και ανακατατάξεων στο εμπόριο ποτών.
Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη όταν εξετάζει κανείς την παραγωγή. Η εγχώρια οινοποίηση στην Κίνα, η οποία τροφοδότησε διεθνείς προσδοκίες για μια αναδυόμενη δύναμη, άγγιξε το ιστορικό της υψηλό το 2012, φθάνοντας τα 1.607 εκατ. λίτρα. Έκτοτε, η παραγωγή μειώθηκε κατακόρυφα κατά 84%, φτάνοντας μόλις τα 263 εκατ. λίτρα το 2024. Η πτώση αυτή δεν αποτυπώνει μόνο την υποχώρηση της ζήτησης, αλλά και μια δομική αναδιάταξη της κινεζικής αγροτικής οικονομίας, η οποία στρέφεται προς καλλιέργειες υψηλότερης απόδοσης ή χαμηλότερου κόστους.
Πίσω από τους αριθμούς βρίσκονται διαφορετικές πραγματικότητες. Η αλλαγή στις προτιμήσεις των νέων καταναλωτών, η ενίσχυση εναλλακτικών ποτών, η αναδιαμόρφωση του καθεστώτος εισαγωγών –ιδίως μετά τις εμπορικές αντιπαραθέσεις με χώρες όπως η Αυστραλία– και οι εσωτερικές πιέσεις στην αγορά ακινήτων και στην αγοραστική δύναμη διαμόρφωσαν ένα τοπίο όπου το κρασί έχασε την αίγλη του ως δείκτης κοινωνικού status. Ταυτόχρονα, η παραγωγή αντιμετώπισε προκλήσεις που συνδέονται με το αυξανόμενο κόστος γης, τις μεταβολές στην πολιτική αγροτικών επιδοτήσεων και τις συνέπειες της κλιματικής αστάθειας σε περιοχές όπως η Ningxia και η Shandong.
Παρά την εντυπωσιακή κάμψη, η κινεζική αγορά συνεχίζει να αποτελεί ένα αχαρτογράφητο πεδίο για διεθνείς παραγωγούς, οι οποίοι εξακολουθούν να παρακολουθούν προσεκτικά τις εξελίξεις, γνωρίζοντας ότι οι μετασχηματισμοί της Κίνας συχνά φέρουν ευρύτερες επιπτώσεις στο εμπόριο τροφίμων και ποτών. Η επιστροφή της σε υψηλότερα επίπεδα κατανάλωσης δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, αλλά η έκταση των μεταβολών καθιστά σαφές ότι η επόμενη φάση δεν θα οριστεί από απλή ανάκαμψη, αλλά από νέα ισορροπία.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η δεκαετία που ακολουθεί θα προσφέρει ένα από τα πιο ενδιαφέροντα τεστ για την αντοχή και την προσαρμοστικότητα της παγκόσμιας οινοβιομηχανίας: κατά πόσο μπορεί να προσαρμοστεί σε μια αγορά που κάποτε υποσχόταν αδιάκοπη ανάπτυξη και σήμερα υπενθυμίζει με ένταση πόσο ρευστές είναι οι παγκόσμιες οικονομικές συμπεριφορές.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις