Οι φετινές προσδοκίες για μια καλή ελαιοκομική χρονιά διαψεύστηκαν με τον πιο ηχηρό τρόπο. Οι Έλληνες ελαιοπαραγωγοί βρίσκονται σε πραγματικό αδιέξοδο, καθώς η παραγωγή αποδεικνύεται πολύ χαμηλότερη από ό,τι αναμενόταν, την ώρα που το κόστος καλλιέργειας και συγκομιδής έχει χτυπήσει κόκκινο. Το κλίμα αισιοδοξίας που υπήρχε πριν από λίγους μήνες έχει δώσει τη θέση του σε μια γενικευμένη ανησυχία, με προβληματικές αναφορές να έρχονται όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά από σχεδόν όλες τις μεσογειακές χώρες.
Οι νέες εκτιμήσεις για το 2025/26 κάνουν λόγο για παραγωγή γύρω στους 200.000 τόνους – αρκετά χαμηλότερη από τους 250.000 τόνους που αρχικά προβλέπονταν. Παρατεταμένη ξηρασία, κόπωση των δέντρων και κακή καρποφορία συνθέτουν ένα σκηνικό που πολλοί χαρακτηρίζουν ως «τη δυσκολότερη χρονιά της τελευταίας δεκαετίας». Ιδιαίτερα στην Κρήτη και την Πελοπόννησο, η εικόνα εμφανίζεται πιο επιβαρυμένη απ’ όσο υποψιαζόταν η αγορά.
Στην ήδη περιορισμένη παραγωγή, προστίθεται και το αυξημένο κόστος παραγωγής. Μεροκάματα, καύσιμα, λιπάσματα και φυτοφάρμακα βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, ενώ η έλλειψη εργατικών χεριών έχει μετατρέψει τη συγκομιδή σε καθημερινό αγώνα.
Πολλοί παραγωγοί αναγκάζονται είτε να καθυστερούν τον τρύγο είτε να πληρώνουν υπέρογκα ποσά για να εξασφαλίσουν συνεργεία, επιβαρύνοντας περαιτέρω το ήδη πιεσμένο οικονομικό αποτέλεσμα.
Την ίδια στιγμή, οι τιμές παραγωγού δεν προσφέρουν την ανακούφιση που θα περίμενε κανείς από μια χρονιά μειωμένων ποσοτήτων. Με τιμές από 4,20 έως 5,50 ευρώ το κιλό, η απόσταση από το κόστος παραγωγής συχνά είναι οριακή. Λακωνία και Μεσσηνία κινούνται στα ίδια επίπεδα, ενώ ούτε η Κρήτη –που συνήθως κρατά ένα premium– δείχνει να μπορεί να προσφέρει κάτι καλύτερο.
Στη λιανική αγορά, το ελαιόλαδο ξεκινά από τα 5,85 ευρώ το λίτρο, με τους καταναλωτές ήδη να βλέπουν διακυμάνσεις. Στελέχη της αγοράς εκτιμούν πως οι τιμές στο ράφι δύσκολα θα παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα, αφού όσο ξεκαθαρίζει η εικόνα της διεθνούς παραγωγής, τόσο φαίνεται ότι οι ανοδικές πιέσεις θα ενταθούν.
Και στο διεθνές πεδίο, τα μηνύματα μόνο καθησυχαστικά δεν είναι. Η Ισπανία –ο μεγαλύτερος παραγωγός παγκοσμίως– αντιμετωπίζει ξανά προβλήματα λόγω ξηρασίας, ενώ η Ιταλία, παρότι εμφανίζει καλύτερη εικόνα στον νότο, εξακολουθεί να απέχει πολύ από τα προηγούμενα επίπεδα παραγωγικότητας. Η μοναδική πραγματικά θετική νότα έρχεται από την Τυνησία, η οποία οδεύει προς μια εντυπωσιακή παραγωγή άνω των 400.000 τόνων, χωρίς ωστόσο αυτό να αρκεί για να αλλάξει την παγκόσμια ισορροπία.
Ο FAO και άλλοι διεθνείς οργανισμοί προειδοποιούν ότι η φετινή χρονιά θα κριθεί από τη ζήτηση, αλλά κυρίως από τον καιρό – έναν παράγοντα που, τα τελευταία χρόνια, καθορίζει όλο και πιο έντονα την πορεία του ελαιολάδου. Με αυτά τα δεδομένα, δύσκολα μπορεί κανείς να περιμένει ότι οι τιμές θα αποκλιμακωθούν άμεσα.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι Έλληνες παραγωγοί αισθάνονται ότι βιώνουν ξανά το ίδιο μοτίβο: υψηλά έξοδα, χαμηλές ποσότητες, τιμές παραγωγού που δεν ανταμείβουν τον κόπο και μια λιανική αγορά που ανεβαίνει, χωρίς όμως να επιστρέφει ουσιαστικό όφελος στους ίδιους. Το μεγάλο ερώτημα που αιωρείται πλέον είναι αν η αγορά μπορεί να αντέξει ακόμη μία τόσο δύσκολη χρονιά – ή αν η ελληνική ελαιοκαλλιέργεια οδεύει προς ακόμη πιο απαιτητικές εποχές.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις