Η Syngenta σε τροχιά αναγέννησης — Όταν οι ηγέτες αποφασίζουν να ξαναγράψουν τους κανόνες

Όταν η Syngenta εγκατέλειψε την προοπτική μιας δημόσιας εγγραφής αξίας 9 δισ. δολαρίων στη Σαγκάη πριν από  έναν χρόνο, πολλοί εκτίμησαν ότι επρόκειτο για μία τεχνική μετατόπιση, μια αλλαγή διαδρομής στην ίδια οικονομική πορεία. Η απόφαση, ωστόσο, να επαναξιολογήσει την εισαγωγή στο Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ αποκαλύπτει κάτι πολύ βαθύτερο: μια εσωτερική αναδιάρθρωση που επιχειρεί να απαντήσει στις πιέσεις της διεθνούς αγοράς, στις απαιτήσεις θεσμικών επενδυτών και στις διαρθρωτικές αντιφάσεις ενός ομίλου που δημιουργήθηκε μέσα από διαδοχικές εξαγορές.

Ο όμιλος Syngenta Group, αποτέλεσμα της εξαγοράς των 43 δισ. δολαρίων από την ChemChina το 2017, αποτελεί ένα μωσαϊκό δραστηριοτήτων: από φυτοπροστασία και σπόρους, μέχρι κινεζικά λιπάσματα, χημικά ενδιάμεσα και εμπορία σιτηρών. Με κύκλους εργασιών που φτάνουν τα 13,2 δισ. δολάρια στη φυτοπροστασία, τα 4,8 δισ. δολάρια στους σπόρους και τα 4,1 δισ. δολάρια της ADAMA, ο όμιλος διαθέτει έναν όγκο που εντυπωσιάζει.

Το Χονγκ Κονγκ προσφέρει κάτι που η ηπειρωτική Κίνα δεν μπορούσε να εγγυηθεί πρόσβαση σε  επενδυτές της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, αλλά και ένα καθεστώς διαφάνειας που απαιτεί αποκαλύψεις σε βάθος. Με πιθανές ESG υποχρεώσεις που εκτιμώνται από 28 έως και 155 δισ. δολάρια, κανένα χρηματιστήριο δεν θα υποδεχθεί τη Syngenta χωρίς την εκ των προτέρων εκκαθάριση του χαρτοφυλακίου της. Η διαφάνεια γίνεται έτσι μοχλός αναγκαστικού μετασχηματισμού: πριν από την IPO, η εταιρεία πρέπει να απαντήσει σε ένα απλό αλλά κρίσιμο ερώτημα ,τι θα παραμείνει στον όμιλο και τι πρέπει να φύγει.

Η πιο ισχυρή υποψηφιότητα προς πώληση είναι η ADAMA, η ισραηλινή εταιρεία γενόσημων φυτοπροστατευτικών που δραστηριοποιείται στις ίδιες αγορές με την Syngenta Crop Protection. Με χαμηλότερα περιθώρια και άμεση εσωτερική σύγκρουση στρατηγικής, η αποχώρησή της θα καθάριζε τον επιχειρηματικό χάρτη. Δεύτερη στη σειρά εμφανίζεται η Sinofert, ο βραχίονας λιπασμάτων  και ίσως το μεγαλύτερο βάρος σε όρους ESG. Τα συνθετικά λιπάσματα, ήδη αυστηρά παρακολουθούμενα από επενδυτές και ρυθμιστικές αρχές, καθίστανται προβληματικό απόθεμα για μια εταιρεία που χρειάζεται το “πράσινο” αποτύπωμα για να προσελκύσει θεσμικά κεφάλαια. Στο περιθώριο αυτών, η δραστηριότητα εμπορίας σιτηρών, που έχει δει πτώση πωλήσεων 39%–55% το 2024, δείχνει ήδη να αποσυνδέεται οργανικά.

Αντίθετα, η ενότητα των σπόρων παρά το μικρότερο μερίδιο εσόδων δύσκολα θα αποτελέσει αντικείμενο αποεπένδυσης. Η παγκόσμια αγορά βλέπει τη φυτοπροστασία και τους σπόρους ως ζεύγος που δύσκολα διαχωρίζεται χωρίς να διαταραχθεί η μακροπρόθεσμη στρατηγική. Ωστόσο, η πρόσφατη επιλογή της Corteva να διαχωρίσει τα δύο πεδία έχει ανοίξει τη συζήτηση για ακόμη πιο ριζικές ανακατατάξεις.

Η μετατόπιση της Syngenta προς το Χονγκ Κονγκ δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο ακολουθεί τη θεαματική κίνηση της Corteva αλλά και τα σχέδια της BASF να εισαγάγει τη μονάδα Agricultural Solutions στη Φρανκφούρτη έως το 2027. Το μήνυμα των αγορών είναι κοινό οι επενδυτές προτιμούν εταιρείες καθαρού προφίλ, σαφείς στρατηγικές, και νέα επιχειρηματικά μοντέλα.

Αν υπάρχει μια περιοχή που θα αισθανθεί άμεσα τον αντίκτυπο, αυτή είναι η Νότια Αμερική, η αγορά με το υψηλότερο δυναμικό ανάπτυξης για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και τα υβρίδια σπόρων θα βρεθεί μπροστά σε έναν πιο κεφαλαιοποιημένο, πιο επιθετικό ανταγωνιστή. .

Πάντως η αγορά, περισσότερο από οποιαδήποτε ρυθμιστική αρχή, ωθεί τους αγροχημικούς κολοσσούς να εγκαταλείψουν τις παλιές λογικές των ομίλων και να υιοθετήσουν μια αρχιτεκτονική πιο καθαρή, πιο ευέλικτη, πιο ευανάγνωστη για τους επενδυτές. 

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις