Μια λεπτομερής ανάλυση των πρόσφατων στατιστικών του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου (ΔΟΕ) για τον Νοέμβριο 2025, που αποτυπώνει τις μετατοπίσεις στις τιμές παραγωγού, τις ανακατατάξεις στο διεθνές εμπόριο και τη νέα καμπύλη κατανάλωσης στην ΕΕ-27.
Στην τελευταία του ενημέρωση για την κατάσταση της παγκόσμιας αγοράς, το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου παρουσιάζει μια εικόνα που συνδυάζει αποκλιμάκωση των τιμών παραγωγού, ανθεκτική εμπορική δραστηριότητα εκτός ΕΕ και αξιοσημείωτη μεταστροφή στην κατανάλωση εντός της ευρωπαϊκής αγοράς. Πρόκειται για μια σύνθετη συγκυρία που δεν υπακούει σε έναν ενιαίο κανόνα, αλλά αποτυπώνει το πλέγμα των διαφορετικών ρυθμών παραγωγής, των κλιματικών πιέσεων και των εμπορικών στρατηγικών στα κύρια ελαιοκομικά κέντρα.
Η πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου 2025 επιβεβαίωσε την απόκλιση ανάμεσα στις μεγάλες παραγωγικές ζώνες της Μεσογείου. Στη Χαέν, η τιμή παραγωγού εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου ανήλθε στα 439€/100 kg, σημειώνοντας άνοδο 5,4% σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα, αλλά παραμένοντας 36% χαμηλότερη από την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου καλλιεργητικού έτους. Αντιθέτως, στο Μπάρι της Ιταλίας, όπου η αγορά εξακολουθεί να λειτουργεί με μεγαλύτερη τάση σταθερότητας, η τιμή υποχώρησε στα 750€/100 kg, καταγράφοντας ετήσια μείωση 16%. Στην Ελλάδα, τα 440€/100 kg στα Χανιά αποτυπώνουν μια υποχώρηση της τάξης του 29%, που συνδέεται με τις προσδοκίες για μια πιο ισορροπημένη παραγωγή σε σχέση με τις έντονες διακυμάνσεις των προηγούμενων ετών.
Πέρα όμως από την εσωτερική εικόνα των τιμών, η μεγάλη τομή του φθινοπώρου εντοπίζεται στις εξαγωγές. Τον Σεπτέμβριο 2025, η μοναδιαία αξία των εξαγωγών ελαιολάδου της ΕΕ προς τρίτες χώρες διαμορφώθηκε στα 526€/100 kg, υποχωρώντας κατά 40,3% σε ετήσια βάση. Παρά την πτώση αυτή, ο όγκος των εξαγωγών αυξήθηκε εντυπωσιακά κατά 27,9%, ξεπερνώντας τους 66.000 τόνους, με το 67,3% να αφορά εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο — περίπου 44.540 τόνους. Η δυναμική αυτή υποδηλώνει ότι, σε περιόδους μειωμένης αξίας, η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων της ΕΕ ενισχύεται σε διεθνές επίπεδο, ιδιαίτερα σε αγορές όπου η τιμή υπερισχύει ως κίνητρο έναντι της διαφοροποίησης.
Ένα από τα πλέον αξιοσημείωτα στοιχεία της έκθεσης είναι η έντονη μεταστροφή του δείκτη μοναδιαίας αξίας, ο οποίος από τον Μάρτιο 2024 κινείται πτωτικά και τον Σεπτέμβριο 2025 βρέθηκε μειωμένος κατά 72,8% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει ότι το διεθνές περιβάλλον χαρακτηρίζεται πλέον από μια νέα σχέση μεταξύ όγκου και τιμής: η αύξηση της προσφοράς δεν μεταφράζεται αυτόματα σε υψηλότερη αξία, ενώ η πίεση στις τιμές τείνει να διευρύνει το εμπορικό αποτύπωμα του ευρωπαϊκού ελαιολάδου σε αγορές όπως η Βόρεια Αμερική και η Ασία.
Στις εισαγωγές, το διάστημα Οκτωβρίου 2024 – Αυγούστου 2025 καταγράφει συνολική αύξηση 11% στις κύριες αγορές του κλάδου, με την Αυστραλία, τον Καναδά, την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες να επανέρχονται σε υψηλότερα επίπεδα ζήτησης. Οι βασικοί προμηθευτές τους παραμένουν η Ισπανία, η Τυνησία και η Ιταλία, μία διαδοχή που δεν αλλάζει εύκολα καθώς συνδέεται με τάσεις πολυετούς διάρκειας, από την ποιότητα μέχρι τις εμπορικές συμφωνίες και τις σταθερές ροές.
Ως προς την κατανάλωση, τα δεδομένα της ΕΕ-27 δείχνουν μια συνεχιζόμενη αποκλιμάκωση. Ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) για το ελαιόλαδο υποχώρησε τον Σεπτέμβριο κατά 28,1%, τη μεγαλύτερη μείωση από τις αρχές του έτους. Η πτωτική τάση, που ξεκίνησε τον Απρίλιο 2024, υποδηλώνει ότι οι ευρωπαϊκές αγορές σταδιακά προσαρμόζονται στο υψηλό κόστος της προηγούμενης διετίας, με τις Γαλλία, Φινλανδία και Βουλγαρία να εμφανίζουν τις σημαντικότερες μειώσεις. Η εξομάλυνση αυτή δημιουργεί προϋποθέσεις για μια πιο προβλέψιμη σχέση μεταξύ τιμής και κατανάλωσης, αν και οι διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών-μελών παραμένουν έντονες.
Στον παράλληλο τομέα των επιτραπέζιων ελιών, η εικόνα είναι διαφορετική. Οι εισαγωγές κατά το καλλιεργητικό έτος 2024/2025 μειώθηκαν κατά 11%, με μόνη εξαίρεση τον Καναδά, ενώ οι εκτιμήσεις για τις συνολικές εισαγωγές εκτός ΕΕ υπερβαίνουν τους 112.000 τόνους, με αξία περίπου 311 εκατ. ευρώ. Οι βασικές χώρες-εταίροι της Ένωσης. Μαρόκο, Τουρκία, Αίγυπτος, Αλβανία— συνεχίζουν να διατηρούν σταθερό ρόλο στην αλυσίδα εφοδιασμού, επιβεβαιώνοντας τη διαχρονική γεωγραφική δομή του κλάδου.
Τα στοιχεία που παραθέτουμε λειτουργούν ως στιγμιότυπο μιας αγοράς που διατηρεί την ευμετάβλητη φύση της, αλλά εξακολουθεί να κινείται μέσα σε αναγνωρίσιμα όρια. Η πορεία των τιμών, η διεύρυνση των εξαγωγικών ροών και η σταδιακή επαναφορά της κατανάλωσης στην ΕΕ-27 συνθέτουν το περίγραμμα ενός κλάδου που προσαρμόζεται σε νέες συνθήκες, καθώς τα δεδομένα μεταβάλλονται με ταχύτερο ρυθμό από εκείνον που υπαγορεύουν οι παραδοσιακοί αγροτικοί κύκλοι. Μέσα σε αυτή τη δυναμική, το ελαιόλαδο δεν χάνει τη θέση του ως στρατηγικό προϊόν, αλλά αποκτά μια ακόμη πιο πολύπλοκη σχέση με τις διεθνείς αγορές και τις οικονομίες που το στηρίζουν.