Η αναγνώριση της ιταλικής κουζίνας ως Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO συμπίπτει με ένα κρίσιμο ευρωπαϊκό σταυροδρόμι για τη γεωργία. Από το Teatro Argentina στη Ρώμη έως τις διαβουλεύσεις στις Βρυξέλλες στις 18 Δεκεμβρίου, το ζήτημα της αειφορίας, του εισοδήματος και της διατροφικής ασφάλειας επανέρχεται στο επίκεντρο ενός δημόσιου διαλόγου που δεν αφορά μόνο την Ιταλία, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη.
Η επίσημη εγγραφή της ιταλικής κουζίνας στον κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO δεν αποτελεί απλώς έναν φόρο τιμής σε μια παγκόσμια γαστρονομική παράδοση· λειτουργεί ως υπενθύμιση ότι πίσω από κάθε πολιτισμικό οικοδόμημα βρίσκεται ένας πρωτογενής τομέας που πρέπει να παραμείνει ζωντανός για να επιβιώσει και η μνήμη και το σύστημα αξιών που τον συνοδεύει. Το γεγονός συνέπεσε, όχι τυχαία, με την εθνική συνέλευση της Confagricoltura στο ιστορικό Teatro Argentina της Ρώμης, όπου οι συζητήσεις κινήθηκαν από τη γαστρονομία στην αγροτική πολιτική, από την παράδοση στη γεωπολιτική της τροφής.
Οι εργασίες άνοιξαν με τους χαιρετισμούς του Roberto Caponi, γενικού διευθυντή της οργάνωσης, προετοιμάζοντας το έδαφος για μια πιο αιχμηρή τοποθέτηση. Λίγο αργότερα, ο πρόεδρος Massimiliano Giansanti διατύπωσε με σαφήνεια το αίτημα προς την Ευρώπη: να συνδυάσει τη βιωσιμότητα με το εισόδημα, τη διατροφική ασφάλεια με τη μετάβαση στην ενέργεια χαμηλών εκπομπών, την καινοτομία με αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας. Η παρέμβασή του απηχούσε μια ευρύτερη ανησυχία που διατρέχει τις αγροτικές κοινωνίες της Ένωσης· ότι οι δημοσιονομικές και ρυθμιστικές μεταβολές της επόμενης περιόδου δεν θα πρέπει να οδηγήσουν σε αποεπένδυση σε έναν τομέα που συνεισφέρει το 15% του ιταλικού ΑΕΠ και υπερβαίνει τα 70 δισ. ευρώ σε εξαγωγές.
Η απόφαση της οργάνωσης να μεταφέρει τον διάλογο στο κέντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής κορυφώνεται με την παρουσία της στις Βρυξέλλες στις 18 Δεκεμβρίου, όπου μαζί με άλλες ευρωπαϊκές γεωργικές ενώσεις θα διατυπωθεί ένα σαφές «όχι» στη σταδιακή περιστολή των κονδυλίων για τον αγροτικό τομέα και ένα «ναι» σε μια μελλοντική Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) που να διατηρεί τη θεσμική της συνοχή και τον αναπτυξιακό της προσανατολισμό. Η συζήτηση για την επόμενη γενιά πολιτικών της ΕΕ γίνεται σε ένα πλαίσιο που επηρεάζεται από τις μεταβολές στα διεθνή εμπορικά πρότυπα, τις πιέσεις στις αγορές τροφίμων και τις αυξανόμενες απαιτήσεις του περιβαλλοντικού κεκτημένου.
Στο Ρωμαϊκό θέατρο, ο Καρδινάλιος Gianfranco Ravasi πρόσθεσε μια πνευματική διάσταση, υπενθυμίζοντας ότι η έννοια της γης προηγείται της παραγωγής· αποτελεί πρωταρχικό στοιχείο πολιτισμού, όχι απλώς συνιστώσα της οικονομίας. Η τοποθέτηση αυτή λειτούργησε ως γέφυρα προς μια σειρά παρεμβάσεων από προσωπικότητες που εκπροσωπούν το ευρύ φάσμα της ιταλικής αγροδιατροφικής αλυσίδας: τον υπουργό Επιχειρήσεων και Made in Italy Adolfo Urso, τον υπουργό Γεωργίας Francesco Lollobrigida, τον πρόεδρο της ICE Matteo Zoppas, την επιστήμονα Sara Farnetti MD, PhD, καθώς και κορυφαίους επιχειρηματίες του τομέα όπως ο Angelo Mastrolia της Newlat, η Marzia Varvaglione του CEEV, ο Zefferino Francesco Monini και ο Matteo Bruno Lunelli των Cantine Ferrari. Η παρουσία τους επιβεβαίωσε ότι η συζήτηση για το μέλλον της κουζίνας —και κατ’ επέκταση της ταυτότητας— είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις πραγματικότητες των καλλιεργειών, των αγορών και της βιομηχανίας.
Η αναγνώριση της UNESCO λειτουργεί λοιπόν ως ένα συμβολικό παράθυρο σε μια πολύ πιο σύνθετη πραγματικότητα. Η αξία της ιταλικής κουζίνας μεταφράζεται καθημερινά σε ένα πλέγμα επαγγελματιών που συντηρούν μια αλυσίδα παραγωγής υψηλής ακρίβειας, από τη φροντίδα της γης έως την τελική μεταποίηση. Η βιωσιμότητα αυτού του οικοσυστήματος εξαρτάται από πολιτικές που εξισορροπούν την περιβαλλοντική φιλοδοξία με την οικονομική σταθερότητα, μια εξίσωση που οι αγρότες θεωρούν πλέον αναπόφευκτο να τεθεί εκ νέου στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών αποφάσεων.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις