«Η Θεσσαλία μετά τις πλημμύρες: Μια πρώτη αποτίμηση»

Εκδήλωση με θέμα «Η Θεσσαλία μετά τις πλημμύρες: Μια πρώτη αποτίμηση» διοργάνωσε το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ την Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023 στη Λάρισα.

Στο Χατζηγιάννειο Πνευματικό Κέντρο, στο οποίο πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση, έδωσαν το παρών επιστημονικοί αυτοδιοικητικοί και παραγωγικοί φορείς. Την συζήτηση, άνοιξε ο Γενικός Διευθυντής του ΕΝΑ Παναγιώτης Σκευοφύλαξ ο οποίος μίλησε για τη δραστηριότητα του Παρατηρητηρίου Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΠΒΑ) του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του οποίου μελετώνται το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής και οι αναγκαίες πολιτικές για την κλιματική προσαρμογή και την πράσινη μετάβαση στην Ελλάδα.

Ο μετεωρολόγος, Διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΝΑ Δρ. Κώστας Λαγουβάρδος μίλησε για το ακραίο μετεωρολογικό φαινόμενο στη Θεσσαλία, εξηγώντας τα αίτια των ακραίων πλημμυρών. Δίνοντας έμφαση στην αύξηση των έντονων καιρικών  φαινομένων τα τελευταία χρόνια με ολοένα και ισχυρότερες επιπτώσεις στη χώρα, προχώρησε σε μία σειρά προτάσεων πολιτικής:1) Επενδύσεις σε μετρητικά δίκτυα (για επέκταση/πύκνωση δικτύων παρακολούθησης). 2) Ενσωμάτωση καινοτομίας για προγνώσεις (καιρού, πλημμυρών, κατολισθήσεων, κ.ά). 3) Διαμόρφωση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης (ΣΕΠ) σε τοπικό επίπεδο (Δήμοι και Περιφέρειες). 4) Εκπαίδευση των στελεχών Πολιτικής Προστασίας σε επίπεδο Περιφέρειας και Δήμου στη χρήση των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και παρακολούθησης των καιρικών φαινομένων. 5) Δημιουργία μόνιμης ομάδας εργασίας σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο.

Για τις επιπτώσεις της πρόσφατης καταστροφής στη φυτική παραγωγή στη Θεσσαλία μίλησε ο Δρ. Δημήτρης Σταυρίδης, Αναπληρωτής Διευθυντής Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας της Περιφερειακής Ενότητας Λάρισας. Τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι πλημμύρισαν περίπου 700.000 στρέμματα καλλιέργειας βαμβακιού, 130.000 στρέμματα μηδικής και 110.000 στρέμματα καλαμποκιού, επισημαίνοντας τα επακόλουθα προβλήματα στη συγκομιδή τους. Το κόστος ζημιών για τις καλλιέργειες υπολογίζεται ότι θα φτάσει συνολικά τα 200-250 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τον Δ. Σταυρίδη, ο οποίος επισήμανε τις απώλειες σε βάθος χρόνου για τους παραγωγούς, αναφέροντας ενδεικτικά ότι «το κόστος αντικατάστασης είναι σημαντικό αφού μπορεί να φτάσει ακόμη και 1.000 ευρώ το στρέμμα».

Για τις επιπτώσεις στη ζωική παραγωγή μίλησε η κτηνίατρος και πρώην βουλευτής κα Παναγιώτα Βράντζα. Επισήμανε τις άμεσες επιπτώσεις στην κτηνοτροφία με τεράστιες ζημιές σε ζωικό κεφάλαιο, κτιριακές εγκαταστάσεις, εξοπλισμό, ζωοτροφές και εφόδια και τις έμμεσες επιπτώσεις, όπως η μείωση της παραγωγής, οι ζωονόσοι, η απώλεια εισοδήματος και η μείωση οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή. Η Π. Βράντζα τόνισε μια σειρά προβλημάτων που αφορούν στην αντιμετώπιση των συνεπειών της καταστροφής: α) Η υποστελέχωση και η αναποτελεσματικότητα  των υπηρεσιών, πρωτίστως του ΥΠΑΑΤ και των περιφερειών. β) Ο ελλιπής και παρωχημένος κανονισμός του ΕΛΓΑ. γ) Η έλλειψη μηχανοργάνωσης και διασύνδεσης των υπηρεσιών. δ) Η επί της ουσίας, μη λειτουργία σημαντικών  υπηρεσιών, όπως τα κέντρα γενετικής βελτίωσης.

Ο Νικόλαος Δέρκας, Γεωπόνος, Πολιτικός Μηχανικός, Καθηγητής Γεωργικής Υδραυλικής του ΓΠΑ μίλησε για τις υποδομές στη γεωργία. Για τα κόστη των ζημιών στον Γενικό Οργανισμό Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ) αντιστοιχούν συνολικά 120 εκατ. στον Τοπικό Οργανισμό Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) Ταυρωπού 24 εκατ. και στον ΤΟΕΒ Τιτανίου 3,5 εκατ. ευρώ.

Για τις συνέπειες των πλημμυρών στο έδαφος μίλησε ο Χρίστος Τσαντήλας, Γεωπόνος, Δρ. Εδαφολογίας, πρώην Διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, επιστημονικός συνεργάτης του ΕΝΑ. Υπογράμμισε τον ρόλο και τη σημασία του εδάφους στη λειτουργία και τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων, συμπληρώνοντας ότι τον αντίκτυπο των πρόσφατων ακραίων πλημμυρών σε αυτές  και «ανάλογα με τη θέση των περιοχών σε σχέση με τα υδάτινα ρεύματα προκάλεσαν όλων των μορφών τις διαβρώσεις με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να έχει αλλάξει από ελαφρά έως ριζικά η μορφή των περιοχών αυτών». Τέλος υπογράμμισε την ανάγκη ενός Φορέα Διαχείρισης Εδαφοϋδατικών Πόρων, τη δημιουργία δηλαδή υπηρεσιακής δομής με κύριο αντικείμενο τη διαχείριση των εδαφών και νερών.

Ο Λόης Λαμπριανίδης, Οικονομικός Γεωγράφος, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, πρώην ΓΓ Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης και μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του ΕΝΑ προχώρησε σε σειρά προτάσεων για ανάκαμψη της περιοχής της Θεσσαλίας.«Σήμερα, υπάρχει η αίσθηση του “κατεπείγοντος” που απαιτεί δράσεις σε δυο επίπεδα: Χρειάζονται άμεσα μέτρα για να αρχίσει να ομαλοποιείται η ζωή στην περιοχή (διαχείριση αποβλήτων, υγειονομική προστασία κ.λπ.), να καταβληθούν αποζημιώσεις και κυρίως για να διασφαλιστεί κάποιου είδους “κοινωνικός μισθός” ώστε να μπορέσουν να ζήσουν στην περιοχή τα επόμενα 1-2 χρόνια. Τα άμεσα μέτρα δεν μπορούν να προστατεύσουν από μελλοντικούς κινδύνους. Χρειάζονται λοιπόν μεσο-μακροπρόθεσμα  που θα αποτρέψουν την εγκατάλειψη της παραγωγής, πώληση γεωργικής γης, μετανάστευση και κυρίως να σχεδιαστεί μια δυναμική ανάπτυξη της περιοχής» πρόσθεσε.

Ο κ. Αργύρης Μπαϊρακτάρης, Πρόεδρος Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Τυρνάβου υπογράμμισε στην ομιλία του τις συνέπειες της καταστροφής στη Θεσσαλία στην κλάδο της κτηνοτροφίας, όπως η μείωση του ζωικού κεφαλαίου, η οικονομική ζημιά σε τοπικό, αλλά και εθνικό επίπεδο, η εσωτερική μετανάστευση και η ερήμωση της υπαίθρου. Υπενθύμισε τις ζημιές της καταστροφής από τις φωτιές. Αυτή η καταστροφή θα έχει μια συνέπεια και στην τοπική οικονομία, αλλά και στην εθνική. Στη Θεσσαλία παράγεται το 33% του πρόβειου γάλακτος, το 10% σε χοιρινό κρέας, το 15% σε βόειο κρέας, το 40% σε μαλακά τυριά, το 25% σε σκληρά τυριά και όλη η κτηνοτροφική παραγωγή στη μεταποίηση αντιστοιχεί στο 39% πανελλαδικά, μεταφράζοντας τα ποσοστά αυτά στο 6-9% του ΑΕΠ και σημειώνοντας τις συνέπειες για τον δευτερογενή και τον τριτογενή τομέα.

Ο κ. Αχιλλέας Γεροτόλιος, αγρότης από Σωτήριο Λάρισας που έχει πληγεί από την πρόσφατη κακοκαιρία αναφέροντας ότι δεν έχουν δοθεί ακόμα οι αποζημιώσεις της οικοσυσκευής από το κράτος, ενώ την ίδια ώρα εξακολουθούν να τρέχουν οικονομικές υποχρεώσεις. «Το χωριό είναι ένα κουφάρι έχουν μείνει μόνο σπίτια, είμαστε περιβαλλοντικοί πρόσφυγες και μετανάστες μέσα στη χώρα μας» ανέφερε, σημειώνοντας τις σκέψεις αναζήτησης εργασίας εκτός χώρας. Παράλληλα, προειδοποίησε για τον κίνδυνο ασθενειών στην περιοχή, μετά τις πλημμύρες, ένας από τους λόγους αποξήρανσης της λίμνης Κάρλας το 1962.

Για τα προβλήματα της μελισσοκομίας στη Θεσσαλία μίλησε ο κ. Πέτρος Σαρούδης, μελισσοκόμος και Πρόεδρος της Ομοσπονδίας. Αναφέρθηκε στις μεγάλες ζημιές τόσο σε ζωικό κεφάλαιο όσο και σε μελισσοκομικό εξοπλισμό και υποδοχές (εργαλεία, αποθήκες, αυτοκίνητα, κ.ά.). «Το ζήτημα είναι πόσοι θα μείνουν στη μελισσοκομία. Το κόστος των μηχανημάτων είναι υψηλό. Οι νέοι ως 39 ετών που μπήκαν σε κάποια προγράμματα έχουν κάποιες δεσμεύσεις» προειδοποίησε και κατέληξε, τονίζοντας ότι «σε δύο χρόνια και αν θα μπει σε κανονικότητα η μελισσοκομία μέχρι να έρθουν πίσω οι 112.000 κυψέλες που έχουν χαθεί».

Ο NικόλαοςΔαλέζιος, Αγρομετεωρολόγος, αφυπηρετήσας Καθηγητής του ΠΘ μίλησε για μία σύγχρονη ιεραρχική προσέγγιση της γεωργίας στη Θεσσαλία. «Με δεδομένο ότι η γεωργία της Θεσσαλίας και κατ’ επέκταση της Ελλάδας ανήκουν στη γεωργία της Μεσογείου, η οποία χαρακτηρίζεται ως ευάλωτη κυρίως εξαιτίας της περιορισμένης δυνατότητας υδατικών πόρων. Αυτό κυρίως προέρχεται από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Έτσι, όλοι λειτουργούμε βάσει του τριπτύχου επιπτώσεις – αντιμετώπιση – προσαρμογή. Στο πλαίσιο αυτό έχουμε μείωση βροχοπτώσεων, αύξηση θερμοκρασίας, έξαρση της συχνότητας και της έντασης των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως ο Daniel και ο Elias» ανέφερε.

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις