Ελαιόλαδο: Πτώση τιμών και νέοι κανόνες στην Ελλάδα – Η ευρωπαϊκή αγορά σε τροχιά επανακαθορισμού

Του Ιωάννη Δημ. Σουλέ

Παραγωγός ελαιολάδου – Πιστοποιημένος γευσιγνώστης ελαιολάδου

Σε φάση αποκλιμάκωσης εισέρχεται η αγορά του ελαιολάδου κατά το 2025, μετά από δύο χρόνια έντονων διακυμάνσεων και ιστορικών υψηλών τιμών. Η βελτίωση των αποθεμάτων στην Ιβηρική Χερσόνησο και η σταδιακή αποκατάσταση της παραγωγής συνδιαμορφώνουν ένα νέο τοπίο, την ώρα που η Ελλάδα προετοιμάζεται για τη μετάβαση σε ένα αυστηρότερο πλαίσιο ψηφιακής ιχνηλασιμότητας και ελέγχου διακίνησης.

Η περίοδος 2022-2024 χαρακτηρίστηκε από ακραίες συνθήκες ξηρασίας στις κύριες χώρες παραγωγής, ιδίως στην Ισπανία και την Ιταλία. Οι κλιματικές αυτές πιέσεις οδήγησαν σε μειωμένες αποδόσεις, με αποτέλεσμα οι τιμές του έξτρα παρθένου ελαιολάδου να εκτοξευθούν σε επίπεδα άνω των 9 ευρώ ανά κιλό σε πολλές ευρωπαϊκές αγορές. Το 2024 προσέφερε μερική ανακούφιση, καθώς η παραγωγή στην Ισπανία άρχισε να ανακάμπτει, χωρίς όμως να φτάσει τα ιστορικά της επίπεδα.

Το 2025, η Ισπανία, η χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή ελαιολάδου παγκοσμίως, καταγράφει γενικευμένη πτώση τιμών. Το έξτρα παρθένο διαμορφώνεται στα 3,82 ευρώ ανά κιλό, παρουσιάζοντας μείωση 0,79% σε σχέση με την προηγούμενη δεκαήμερη περίοδο. Το παρθένο ελαιόλαδο ακολουθεί πτωτική πορεία, φτάνοντας τα 3,25 ευρώ ανά κιλό, μειωμένο κατά 0,61%. Αντίθετα, το λαμπάντε – το χαμηλότερης ποιότητας ελαιόλαδο – κινείται στα 2,88 ευρώ ανά κιλό, σημειώνοντας μικρή άνοδο 0,44%, κυρίως λόγω αυξημένης ζήτησης για βιομηχανική χρήση.

Η Ανδαλουσία, ως η βασική ελαιοπαραγωγική περιφέρεια της χώρας, αντανακλά αυτή την τάση. Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο αγγίζει τα 3,80 ευρώ ανά κιλό, καταγράφοντας μικρή αύξηση 0,50%. Το παρθένο παραμένει αμετάβλητο στα 3,10 ευρώ ανά κιλό, ενώ το λαμπάντε ενισχύεται στα 3,02 ευρώ ανά κιλό, με άνοδο 1,68% μέσα σε δέκα ημέρες.

Σε αντίθεση με την Ισπανία, η Ιταλία συνεχίζει να διατηρεί τις υψηλότερες τιμές στην ευρωπαϊκή αγορά. Το έξτρα παρθένο καταγράφεται στα 9,58 ευρώ ανά κιλό, επιβεβαιώνοντας το προφίλ της χώρας ως παραγωγού premium προϊόντων. Το παρθένο ελαιόλαδο ανέρχεται στα 6,82 ευρώ ανά κιλό, ενώ το λαμπάντε διαμορφώνεται στα 2,51 ευρώ ανά κιλό, τιμή αισθητά χαμηλότερη, γεγονός που αντικατοπτρίζει την επικέντρωση της ιταλικής αγοράς στα ανώτερα ποιοτικά επίπεδα.

Η Ελλάδα κινείται σε σταθερότερα επίπεδα τιμών, με το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο να διαμορφώνεται στα 4,08 ευρώ ανά κιλό και το παρθένο στα 3,18 ευρώ ανά κιλό. Το λαμπάντε όμως πιέζεται περισσότερο, στα 2,28 ευρώ ανά κιλό, γεγονός που ενδέχεται να επιφέρει επιπτώσεις στο εισόδημα των παραγωγών.

Ωστόσο, η ελληνική αγορά ελαιολάδου βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κομβική θεσμική αλλαγή. Από την 1η Οκτωβρίου 2026, εισάγεται ένα νέο καθεστώς ιχνηλασιμότητας, με υποχρεωτικές δηλώσεις συγκομιδής και βαριά πρόστιμα για την παράνομη διακίνηση. Παραγωγός που αποκρύπτει 6.000 κιλά ελαιόκαρπου θα βρεθεί αντιμέτωπος με πρόστιμο 3.600 ευρώ, ενώ σε περίπτωση υποτροπής, το πρόστιμο αυτό προσαυξάνεται κατά 50%.

Οι δηλώσεις συγκομιδής θα κατατίθενται μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας gov.gr, με καταληκτική ημερομηνία την 31η Μαΐου κάθε έτους, ενώ η Διεύθυνση Αξιοποίησης και Τεχνολογίας Τροφίμων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης θα διαχειρίζεται και θα ελέγχει τα δεδομένα, συντάσσοντας τις απαραίτητες αναφορές για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιοκομίας.

Η Τυνησία παραμένει σε μεσαία επίπεδα τιμών, με το έξτρα παρθένο να διαμορφώνεται στα 3,98 ευρώ ανά κιλό και το λαμπάντε στα 2,68 ευρώ ανά κιλό. Η Τουρκία ακολουθεί ελαφρώς υψηλότερη στρατηγική τιμών, με το έξτρα παρθένο στα 4,32 ευρώ ανά κιλό και το λαμπάντε στα 3,36 ευρώ ανά κιλό.

Ο Λίβανος, τέλος, εμφανίζει ελαφρώς χαμηλότερες τιμές, με το έξτρα παρθένο στα 3,96 ευρώ ανά κιλό, το παρθένο στα 3,70 ευρώ ανά κιλό και το λαμπάντε στα 2,64 ευρώ ανά κιλό, αντικατοπτρίζοντας τις ιδιαίτερες συνθήκες της τοπικής αγοράς.

Η διατήρηση της ποιότητας, η προσαρμογή στη διεθνή ζήτηση και η διαφάνεια στη διακίνηση του προϊόντος δεν αποτελούν πλέον επιλογές, αλλά προϋποθέσεις επιβίωσης και ανάπτυξης σε μια παγκοσμιοποιημένη αγορά.

Το στοίχημα για τους Έλληνες παραγωγούς και εξαγωγείς είναι διπλό: αφενός να διατηρήσουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα στις μεσαίες κατηγορίες τιμών, αφετέρου να ενισχύσουν την υπεραξία του ελληνικού ελαιολάδου, επενδύοντας σε διαφοροποίηση προϊόντων και συμμόρφωση με τα νέα πρότυπα ιχνηλασιμότητας.
Καθώς η διεθνής αγορά αναζητά τη νέα της ισορροπία, το ελαιόλαδο παραμένει σύμβολο πολιτιστικής κληρονομιάς και διατροφικού θησαυρού. Το αν θα αποτελέσει και στο μέλλον οικονομικό πυλώνα για τις χώρες του Νότου, θα εξαρτηθεί από την ικανότητα του κλάδου να προσαρμόζεται, να καινοτομεί και να προστατεύει την αυθεντικότητά του.

 

 

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις