Η υπόθεση ανοίγει ευρύτερη συζήτηση για την προστασία προσωπικών δεδομένων, τη λογοδοσία και τα όρια της κρατικής ευθύνης στην εποχή της ψηφιακής διακυβέρνησης
Σε μια ήπειρο που επενδύει δισεκατομμύρια στην ψηφιακή διακυβέρνηση και τη διαφάνεια, μια αναφορά ενός Ούγγρου πολίτη έρχεται να ξεγυμνώσει ένα βαθιά εδραιωμένο, όσο και σιωπηλό, πρόβλημα: την απόλυτη εξάρτηση του φορολογικού μηχανισμού από τρίτους μεσολαβητές – τους λογιστές.
Ο καταγγέλλων, με την αναφορά αριθ. 1232/2024 προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ισχυρίζεται πως σε αρκετά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι φορολογικές αρχές μεταβιβάζουν σιωπηλά την ευθύνη επικοινωνίας και ενημέρωσης προς τους επιχειρηματίες στους λογιστές τους. Όχι ως τεχνικούς βοηθούς, αλλά σχεδόν ως θεσμικά υποκατάστατα της δημόσιας διοίκησης.
Σύμφωνα με την αναφορά, αυτό το μοντέλο υπονομεύει το θεμελιώδες δικαίωμα στην προσωπική ενημέρωση, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο για παραβίαση της ιδιωτικότητας, κατάχρηση διαπιστευτηρίων και, τελικά, επιβολή κυρώσεων χωρίς προειδοποίηση. Πρόκειται, όπως υποστηρίζει, για συστημική αστοχία, ικανή να παραβιάσει τον ίδιο τον πυρήνα του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (ΓΚΠΔ).
Η Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έκρινε το ζήτημα παραδεκτό και προχώρησε σε σχετική διαδικασία εξέτασης, ζητώντας την τοποθέτηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η απάντηση ήρθε στις 24 Μαρτίου 2025 και αποτυπώνει με νομική ψυχραιμία, αλλά και πολιτική απόσταση, τα όρια των ευρωπαϊκών αρμοδιοτήτων.
Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι ο ΓΚΠΔ εφαρμόζεται αυτοδίκαια σε όλα τα κράτη-μέλη και ότι η επεξεργασία δεδομένων από δημόσιες αρχές ή εξωτερικούς συνεργάτες οφείλει να βασίζεται σε σαφείς νομικές βάσεις, όπως η συγκατάθεση, η εκτέλεση σύμβασης ή οι διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας. Ωστόσο, δεν υιοθετεί την πρόταση του αναφέροντος για μια πανευρωπαϊκή πλατφόρμα καταγγελιών, επικαλούμενη ότι η αρμοδιότητα ελέγχου ανήκει στις εθνικές εποπτικές αρχές προστασίας δεδομένων.
Το ενδιαφέρον όμως βρίσκεται αλλού. Ο αναφέρων θέτει στο τραπέζι το αίτημα για την άμεση και υποχρεωτική ενημέρωση των επιχειρηματιών από τις φορολογικές αρχές, παρακάμπτοντας τον ενδιάμεσο κρίκο του λογιστή. Παράλληλα, προτείνει σύστημα αδειοδότησης για λογιστές, ένα είδος ευρωπαϊκού μητρώου επαγγελματικής ευθύνης και διαφάνειας.
Αν και η πρόταση δεν σχολιάζεται επί της ουσίας, η Επιτροπή σπεύδει να διευκρινίσει ότι τέτοιου τύπου παρεμβάσεις δεν εμπίπτουν στο ευρωπαϊκό φορολογικό δίκαιο, αφού η άμεση φορολογία –και κατ’ επέκταση οι σχέσεις κράτους-φορολογουμένου– παραμένουν αρμοδιότητα των κρατών-μελών. Όπως σημειώνει, «ο ρόλος των λογιστών και η σχέση τους με τις φορολογικές αρχές υπάγεται στο εθνικό διοικητικό δίκαιο».
Το ίδιο ισχύει και για την φορολόγηση της εξ αποστάσεως εργασίας, η οποία συνεχίζει να ρυθμίζεται με βάση τις διμερείς συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας – θεσμικό υπόλειμμα μιας εποχής που ο εργαζόμενος δεν ήταν ποτέ ψηφιακά μεθοριακός.
Στο τέλος της ημέρας, το βασικό μήνυμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι καθαρό: το ευρωπαϊκό πλαίσιο υπάρχει, αλλά η εφαρμογή του είναι εθνική υπόθεση. Και αυτό ίσως είναι το πιο ανησυχητικό πως σε έναν κόσμο όπου η τεχνολογία καταργεί τα σύνορα, η προστασία του πολίτη εξαρτάται ακόμη από το πόσο “ξύπνιο” είναι το κράτος στο οποίο κατοικεί.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις