Βιολογική γεωργία: Εγκλωβισμένα στη γραφειοκρατία τα βιολογικά σκευάσματα στην Ευρώπη

Σημαντικά εμπόδια στην πορεία προς μια πράσινη γεωργία αποκαλύπτει η επεξεργασία του σχεδίου ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τίτλο «Εξασφάλιση ταχύτερης έγκρισης και υιοθέτησης βιολογικών μέσων ελέγχου». Σύμφωνα με τις κατατεθειμένες τροπολογίες, η μέση καθυστέρηση για την έγκριση ενός βιολογικού φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην Ε.Ε. φθάνει τα 7 έως 10 έτη, με αποτέλεσμα να αποθαρρύνεται η καινοτομία και να ανακόπτεται η αντικατάσταση των χημικών ουσιών.

Η απόσυρση 95 συμβατικών φυτοπροστατευτικών προϊόντων από το 2018 συνοδεύτηκε από την παράλληλη εξαφάνιση 19 «πράσινων» σκευασμάτων, όπως καταγγέλλεται στην τροπολογία 26, υπογραμμίζοντας ότι η διαδικασία έγκρισης παραμένει εξίσου γραφειοκρατική και για τα λεγόμενα χαμηλού κινδύνου προϊόντα. Οι εισηγητές επισημαίνουν ότι μόλις το 15% των συνδυασμών καλλιεργειών-εχθρών έχει σήμερα εγκεκριμένα βιολογικά μέσα ελέγχου, ενώ ο αριθμός των κατεπειγόντων εθνικών εγκρίσεων (emergency authorisations) παραμένει υψηλός, δείγμα των ανεπαρκών διαθέσιμων εναλλακτικών.

Η συζήτηση επαναφέρει στο προσκήνιο τη συγκρουσιακή σχέση μεταξύ περιβαλλοντικών στόχων και γεωργικής παραγωγικότητας, καθώς σύμφωνα με μελέτες που παρατίθενται στο κείμενο (τροπολογία 24), η μειωμένη διαθεσιμότητα φυτοπροστατευτικών ουσιών ενδέχεται να προκαλέσει πτώση παραγωγής έως 30% σε βασικές καλλιέργειες όπως οι ελιές και οι τομάτες στην Ιταλία και την Ισπανία, με αντίκτυπο τόσο στις εξαγωγές όσο και στις τιμές.

Παράλληλα, στην τροπολογία 31 γίνεται αναφορά στους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας για μείωση κατά 50% της χρήσης επικίνδυνων φυτοφαρμάκων μέχρι το 2030, με νομική δέσμευση που απορρέει και από τη διεθνή Συμφωνία Kunming–Montreal για τη βιοποικιλότητα. Ωστόσο, σύμφωνα με το ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η αδυναμία ταχείας διάθεσης βιώσιμων εναλλακτικών στην αγορά εγείρει ζητήματα εφικτότητας αυτών των στόχων.

Ιδιαίτερο βάρος δίνεται και στις επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, με τροπολογίες να τεκμηριώνουν τη συσχέτιση έκθεσης σε χημικά φυτοφάρμακα με καρκίνο, νευροεκφυλιστικές νόσους και ενδοκρινολογικές διαταραχές, ενώ η ρύπανση των υδάτων από PFAS σκευάσματα –όπως αναφέρεται στην τροπολογία 52– εκτιμάται ότι κοστίζει στην Ευρώπη έως και 18 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως μόνο για την απορρύπανση πόσιμου νερού.

Παρά τη διαφαινόμενη πολιτική σύγκλιση υπέρ της βιολογικής καταπολέμησης, απουσιάζει ένας ενιαίος ορισμός για τα βιολογικά μέσα φυτοπροστασίας σε επίπεδο Ε.Ε., γεγονός που περιπλέκει τις εγκριτικές διαδικασίες και ευνοεί την κατηγοριοποίησή τους με βάση τα αυστηρά πρότυπα των χημικών ουσιών. Την ίδια στιγμή, άνισες εγκριτικές ταχύτητες μεταξύ κρατών-μελών αναγκάζουν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να εγκαταλείπουν επενδυτικά σχέδια λόγω καθυστερήσεων και αβεβαιότητας.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί την Επιτροπή να δρομολογήσει νέο θεσμικό πλαίσιο, με στόχο την ταχύτερη, διαφοροποιημένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη αξιολόγηση των βιολογικών σκευασμάτων, ώστε να διασφαλιστεί η συμβατότητα με τους στόχους της βιώσιμης γεωργίας, αλλά και η ανταγωνιστικότητα του αγροδιατροφικού τομέα της Ε.Ε. σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η μετάβαση δεν μπορεί να επιτευχθεί με κενά λόγια και παρατεταμένες εγκρίσεις· απαιτεί νομική σαφήνεια, επιστημονική επάρκεια και επενδυτική ασφάλεια – πριν το κενό προστασίας στις καλλιέργειες μετατραπεί σε κενό τροφής στην ευρωπαϊκή αγορά.

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις