Η ύπαιθρος δεν κρατά πια μόνο την ιστορία του αγροτικού επαγγέλματος που χάνεται, αλλά ενός κόσμου που αλλάζει χωρίς να ρωτά. Αν το σκοτάδι έρχεται, ίσως να μην είναι το τέλος αλλά η αρχή μιας δύσκολης αναμέτρησης με την αλήθεια. Η ευλογιά στα αιγοπρόβατα εξελίσσεται σε κοινωνικό και οικονομικό ναρκοπέδιο. Οι παραγωγοί ζητούν αποζημιώσεις, το κράτος αναζητά χρόνο και ισορροπίες, ενώ ολόκληρες κοινότητες βυθίζονται στη σιωπή της απώλειας.
Η φράση «τελειώσαμε, δεν υπάρχει μέλλον» ακούγεται όλο και συχνότερα στα τηλέφωνα που δέχονται τις τελευταίες ημέρες τα πολιτικά γραφεία και τα υπουργικά τηλέφωνα. Οι κτηνοτρόφοι της Θεσσαλίας και άλλων περιοχών όπου η ευλογιά έχει πλήξει κοπάδια αιγοπροβάτων, βρίσκονται σε οικονομική και ψυχολογική ασφυξία. Οι περιφερειακές υπηρεσίες, οι βουλευτές και οι συνεταιρισμοί δέχονται ασφυκτικές πιέσεις, καθώς η κατάσταση ξεπερνά τα όρια διαχείρισης. Στους διαδρόμους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η αγωνία είναι έκδηλη «Αν ανάψει η σπίθα, δεν θα μπορούμε να τη σβήσουμε» αναφέρει κυβερνητικός παράγοντας, αφήνοντας να εννοηθεί πως ο φόβος κινητοποιήσεων ή μπλόκων δεν είναι πια μακρινό σενάριο.
Πίσω από τα τηλέφωνα και τις εκκλήσεις βρίσκονται οικογένειες που είδαν, μέσα σε λίγες ημέρες, τη δουλειά μιας ζωής να χάνεται. Οι παραγωγοί κάνουν λόγο για πάγια έξοδα 800 έως 1.600 ευρώ τον μήνα, δάνεια σε τράπεζες, επενδύσεις σε υποδομές και μηχανήματα που πλέον δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν. «Δεν έχουμε έσοδα από πουθενά» λένε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας πως η τιμή των ζωοτροφών —τριφύλλι, σανά, καλαμπόκι— παραμένει υψηλή, ενώ οι ίδιοι στερούνται ακόμη και τη δυνατότητα πώλησης γάλακτος ή ζώντων ζώων λόγω των περιορισμών μετακίνησης.
Η κυβέρνηση αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο lockdown 15 ημερών για τις πληγείσες περιοχές, με αυστηρή απαγόρευση μετακινήσεων ζώων και διακίνησης γάλακτος. Ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμωναναγνώρισε τη σοβαρότητα της κατάστασης, σημειώνοντας ότι εξετάζεται κάθε σενάριο για να περιοριστεί η εξάπλωση του ιού. Ωστόσο, ένα τέτοιο μέτρο θα σήμαινε πλήρη οικονομική παράλυση για εκατοντάδες οικογένειες της υπαίθρου.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των παραγωγών, η κρατική μηχανή κινήθηκε αργά και ασυντόνιστα
. Από την καθυστέρηση των δειγματοληψιών μέχρι την απουσία συντονισμού ανάμεσα σε Περιφέρειες και Δήμους, χάθηκαν πολύτιμες ημέρες. Ενώ τα πρώτα θετικά κρούσματα είχαν επιβεβαιωθεί, οι οδηγίες για σφαγές, απολυμάνσεις και απαγορεύσεις μετακίνησης εκδόθηκαν πολλές ημέρες αργότερα, επιτρέποντας την ανεξέλεγκτη διασπορά. Οι απολυμαντικές μονάδες τοποθετήθηκαν «όταν όλα είχαν ήδη χαθεί».
Η εικόνα που περιγράφεται είναι σχεδόν δυστοπική: άδεια μαντριά, χωράφια με απούλητες ζωοτροφές, χωριά όπου το βράδυ δεν ακούγεται πια κανένα κουδούνι ζώου. Η ζημιά πλέον ξεπερνά την απώλεια των κοπαδιών είναι πρώτα οικονομική, μετά ψυχολογική, αλλά και κοινωνική. Βλέπουμε νέους αγρότες που είχαν ενταχθεί στα προγράμματα του ΥΠΑΑΤ να παραμένουν νομικά δεσμευμένοι για οκτώ χρόνια, χωρίς παραγωγή και χωρίς εισόδημα. «Είναι σαν να δουλεύεις ένα χρόνο χωρίς να πληρώνεσαι», λένε, δείχνοντας την απόγνωση μιας γενιάς που ήθελε να μείνει στον τόπο της και τώρα σκέφτεται τη μετανάστευση.
Οι ζημιές είναι τεράστιες εγκαταστάσεις αξίας 250.000 – 300.000 ευρώ, τρακτέρ των 100.000 ευρώ, αρμεκτικοί εξοπλισμοί και μηχανήματα, όλα χρηματοδοτημένα με δάνεια, μένουν σήμερα άχρηστα. Την ίδια ώρα, οι αποζημιώσεις για τα θανατωμένα ζώα κυμαίνονται από 150 έως 200 ευρώ ανά ζώο, ποσό που «δεν καλύπτει ούτε τις ζωοτροφές», όπως επισημαίνουν οι παραγωγοί. Ζητούν τουλάχιστον 500 ευρώ ανά πρόβατο, πάγωμα δανείων και άτοκα δάνεια 5–10 ετών για να ανασυστήσουν τα κοπάδια τους.
Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με αγροτοσυνδικαλιστές και συνεταιρισμούς, επιχειρώντας να κατευνάσει τις αντιδράσεις και να αποτρέψει κοινωνική έκρηξη. Παράλληλα, προαναγγέλλεται πρόγραμμα ανασύστασης και κοινωνικής στήριξης, αλλά χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα. Οι καθυστερήσεις στις αποζημιώσεις των πυρόπληκτων παραγωγών του περασμένου έτους έχουν ήδη υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στον μηχανισμό του κράτους.
Παράλληλα, το ζήτημα δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως μια περιφερειακή κρίση, αλλά έχει μεταφερθεί στα ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια. Σύμφωνα με πηγές του Agrocapital, το Μέγαρο Μαξίμου παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, ενώ ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι στο πεδίο των αγροτικών πληρωμών και της λειτουργίας του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει παρέμβει επανειλημμένα και ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης, ο οποίος έχει τοποθετηθεί δημόσια για τις καθυστερήσεις και τα δομικά προβλήματα στον οργανισμό. Ωστόσο παρά και τις δικές του δημόσιες τοποθετήσεις, η κατάσταση παραμένει στάσιμη εάν όχι χειρότερο. Και αυτό γιατί οι αγρότες εξακολουθούν να βλέπουν άδειους τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, παρά τα “φουσκωμένα” ποσά πληρωμών που υποστηρίζει ότι καταβάλει το ΥΠΑΑΤ. Ποσά που μέχρι σήμερα τουλάχιστον, δεν έχουν πιστωθεί ποτέ στους λογαριασμούς των πραγματικών δικαιούχων.
Η ανασφάλεια που προκαλεί η εναλλαγή στις πληρωμές «σήμερα γίνονται, αύριο όχι» όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι παραγωγοί, έχει οξύνει την ένταση, με πολλούς να εκτιμούν πως, εάν δεν υπάρξει άμεση δημοσιονομική απάντηση, η ύπαιθρος θα βγει στους δρόμους όχι για διαβούλευση, αλλά για κλιμάκωση.
Από την πλευρά τους, οι κτηνοτρόφοι υπογραμμίζουν ότι η θανάτωση των άρρωστων ζώων δεν αρκεί για να σταματήσει η μετάδοση, καθώς ο ιός μπορεί να μεταφέρεται από άγρια ζώα, αδέσποτα ή κυνηγετικούς σκύλους. Ζητούν συντονισμένα μέτρα, όχι αποσπασματικές εντολές. Οι ευθύνες, όπως λένε, είναι διάσπαρτες: από τις τοπικές αρχές έως το κεντρικό κράτος, όλοι γνώριζαν, κανείς δεν έδρασε έγκαιρα.
Η ελληνική ύπαιθρος μοιάζει εγκλωβισμένη σε μια αλυσίδα απωλειών. Και όπως μας ψιθύρισε ένας από αυτούς, «το σκοτάδι δεν έρχεται το φέρνει η αδιαφορία».
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις