Το τέλος του έτους λειτουργεί παραδοσιακά ως περίοδος απολογισμού, αλλά και αποτίμησης των προοπτικών της επόμενης χρονιάς. Για τη γεωργία και το λιανικό εμπόριο, δύο κλάδους με στενή αλληλεξάρτηση, η εικόνα που διαμορφώνεται είναι σύνθετη, με χαμηλές αλλά σταθερές τιμές βαμβακιού, αυξημένο κόστος παραγωγής και έντονη αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές.
Όπως αναφέρει το cottoninc.com στον αγροτικό τομέα, οι τιμές του βαμβακιού παρέμειναν σταθερές, αλλά σε χαμηλά επίπεδα, γεγονός που επιβαρύνει τους παραγωγούς. Την ίδια στιγμή, αυτή η σταθερότητα δημιουργεί ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις ένδυσης και τους λιανοπωλητές, οι οποίοι επωφελούνται από το χαμηλότερο κόστος πρώτης ύλης. Όπως σημείωσε ο ανώτερος οικονομολόγος της Cotton Incorporated, Jon Devine, η σταθερότητα των τιμών μπορεί να αποτελέσει ένα θετικό στοιχείο σε ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας για τον κλάδο.
Σύμφωνα με την έρευνα Lifestyle Monitor™ 2025 της Cotton Incorporated, το βαμβάκι διατηρεί ισχυρή απήχηση στους καταναλωτές: το 74% δηλώνει ότι προτιμά το βαμβάκι, το τζιν ή μείγματα βαμβακιού, ενώ το 59% αναφέρει ότι θα πλήρωνε υψηλότερη τιμή για φυσικές ίνες. Η έρευνα βασίζεται σε 500 μηνιαίες συνεντεύξεις καταναλωτών στις ΗΠΑ, ηλικίας 13 έως 70 ετών.
Ο Devine επισημαίνει ότι οι τιμές των καλλιεργειών έχουν επιστρέψει σε επίπεδα προ πανδημίας, ενώ το κόστος των εισροών έχει αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας (USDA), το κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί κατά περίπου 30% από το 2019, οδηγώντας πολλούς παραγωγούς σε αρνητικές αποδόσεις. Ο συνδυασμός χαμηλών τιμών και υψηλού κόστους συμπιέζει τα περιθώρια κέρδους.
Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών παίζει η μείωση των εισαγωγών βαμβακιού από την Κίνα, η οποία, αν και παραμένει ο μεγαλύτερος παραγωγός και υφαντής παγκοσμίως, εισάγει πλέον σαφώς λιγότερες ποσότητες. Όπως ανέφερε ο Devine, μετά τις εισαγωγές-ρεκόρ 15 εκατ. δεμάτων το 2023/24, η Κίνα περιορίστηκε κοντά στα 5 εκατ. δέματα το 2024/25, τάση που αναμένεται να συνεχιστεί. Παράλληλα, η παγκόσμια προσφορά έχει αυξηθεί, κυρίως λόγω της Βραζιλίας, η οποία έχει υπερτριπλασιάσει την παραγωγή της τα τελευταία 15 χρόνια, εντείνοντας τον ανταγωνισμό και πιέζοντας τις τιμές.

Στο πλαίσιο αυτό, ο επικεφαλής λύσεων βιωσιμότητας της Indigo Ag, Ewan Lamont, υποστηρίζει ότι η αναγεννητική γεωργία μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της κερδοφορίας και της ανθεκτικότητας των καλλιεργειών. Όπως ανέφερε στο Lifestyle Monitor™, η ποιότητα των ινών και οι σχετικές πριμοδοτήσεις επηρεάζονται όλο και περισσότερο από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, γεγονός που καθιστά τις βιώσιμες πρακτικές κρίσιμες για τη μακροπρόθεσμη διαχείριση κινδύνων.
Σε ό,τι αφορά την καλλιεργητική περίοδο 2025/26, ο Devine σημειώνει ότι οι καιρικές συνθήκες παρουσίασαν βελτίωση σε βασικές περιοχές, όπως το Δυτικό Τέξας, μειώνοντας τα ποσοστά εγκατάλειψης καλλιεργειών. Οι αποδόσεις στις ΗΠΑ αναμένεται να είναι υψηλότερες, εξέλιξη που μπορεί να ενισχύσει τα έσοδα των παραγωγών, αλλά ταυτόχρονα αυξάνει την παγκόσμια προσφορά και διατηρεί την πίεση στις τιμές.
Οι προοπτικές για το άμεσο μέλλον παραμένουν συγκρατημένες. Ο Devine εκτιμά ότι οι τιμές του βαμβακιού θα παραμείνουν σταθερές αλλά χαμηλές, καθώς η ισορροπία προσφοράς και ζήτησης δεν αναμένεται να αλλάξει ουσιαστικά. Παράγοντες όπως η συνέχιση των υψηλών δασμών στις εισαγωγές των ΗΠΑ, η αβεβαιότητα γύρω από την εμπορική πολιτική και η υποτονική καταναλωτική ζήτηση σε βασικές αγορές, όπως οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Κίνα, περιορίζουν τις προοπτικές ανάκαμψης.
Τέλος, σύμφωνα με τον Lamont, οι επιχειρήσεις μόδας μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο στην ενίσχυση της ζήτησης βαμβακιού, επενδύοντας σε πρακτικές αναγεννητικής γεωργίας και στηρίζοντας τους παραγωγούς σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας. Όπως υπογράμμισε, η συνεργασία μεταξύ αγροτών, προμηθευτών και σχεδιαστών αποτελεί βασική προϋπόθεση για πιο ανθεκτικούς και βιώσιμους εφοδιασμούς στο μέλλον.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις