"Ανίχνευση και προσδιορισμό μυκοτοξινών και αφλατοξινών σε καλλιέργειες καλαμποκιού στη Θεσσαλία"

Την σύμβαση με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών υπέγραψε ο περιφερειάρχης Κώστας Αγοραστός: «Στηρίζουμε τον παραγωγό, προστατεύουμε τον καταναλωτή και βελτιώνουμε την ποιότητα των θεσσαλικών προϊόντων»

Ένα νέο πρόγραμμα για την "Ανίχνευση και προσδιορισμό μυκοτοξινών και αφλατοξινών σε καλλιέργειες καλαμποκιού στη Θεσσαλία" ξεκινά η Περιφέρεια Θεσσαλίας, καθώς ο περιφερειάρχης κ. Κώστας Αγοραστός υπέγραψε την σύμβαση του έργου με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το πρόγραμμα έχει σαν στόχο τη βελτίωση της ποιότητας του καλαμποκιού, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της εμπορικότητάς του στην ελληνική και διεθνή αγορά. Η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Λάρισας θα αναλάβει το συντονισμό της μελέτης και οι δειγματοληψίες θα πραγματοποιηθούν σε ολόκληρη την Θεσσαλία. Η δράση αυτή αφορά στην ανίχνευση και τον προσδιορισμό αφλατοξινών και φουμονισινών και των μυκοτοξικογόνων μυκήτων Aspergillus spp. και Fusarium spp. σε καλλιέργειες καλαμποκιού στη Θεσσαλία.

Ο κ. Κ. Αγοραστός σημείωσε ότι το πρόγραμμα αυτό αφορά την καταγραφή ενδεχόμενης ύπαρξης μυκοτοξινών και αφλατοξινών σε καλλιέργειες, έτσι ώστε να προφυλαχθεί ο καταναλωτής αλλά και ο ίδιος ο παραγωγός: «Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ανησυχητικά φαινόμενα στην περιοχή μας, εμείς προβαίνουμε σε αυτούς τους ελέγχους, έτσι ώστε να προλαμβάνουμε και να θεραπεύσουμε τα όποια προβλήματα εμφανιστούν στο μέλλον. Στηρίζουμε τον παραγωγό, προστατεύουμε τον καταναλωτή και βελτιώνουμε την ποιότητα των θεσσαλικών προϊόντων.

Όπως έγινε γνωστό η κύρια ιδέα για την ανάπτυξη της πρότασης προήλθε από την έλλειψη μιας εμπεριστατωμένης καταγραφής της υφιστάμενης κατάστασης στη Θεσσαλία, όσον αφορά τις μυκοτοξίνες που παράγονται από είδη των γενών Aspergillus και Fusarium, αλλά και την πληθυσμιακή τους διακύμανση στο καλαμπόκι, μια ιδιαίτερα σημαντική καλλιέργεια γι’ αυτή την Περιφέρεια όπου καλλιεργούνται περισσότερα από 300.000 στρέμματα.

Οι μυκοτοξίνες είναι μια από τις μεγαλύτερες απειλές για την ασφάλεια και την ποιότητα των τροφίμων, ιδιαίτερα οι τοξικοί και καρκινογόνοι μεταβολίτες χαμηλού μοριακού βάρους που παράγονται από ορισμένα είδη μυκήτων. Έχουν εντοπιστεί εκατοντάδες είδη μυκοτοξινών, που διαφέρουν από χημική άποψη, αλλά έχουν σαν κοινή ιδιότητα ότι μολύνουν τρόφιμα και ζωοτροφές με οξεία ή χρόνια τοξικότητα για ανθρώπους και ζώα. Μέσα στη χρόνια τοξική δράση τους περιλαμβάνεται η καρκινογένεση καθώς και ηπατικές, νεφρικές και άλλες βλάβες. Οι απώλειες τροφίμων που οφείλονται σε μυκοτοξίνες και οι δαπάνες της διαχείρισής τους αυξάνονται σε ανησυχητικό επίπεδο παγκοσμίως. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι περίπου το 25% των καλλιεργειών μολύνονται με μυκοτοξίνες σε παγκόσμιο επίπεδο σε ετήσια βάση (FAO). Στο παρελθόν, οι μυκοτοξίνες θεωρούνταν ότι παράγονται μόνο κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης των γεωργικών προϊόντων από διάφορους μύκητες που αναπτύσσονταν στα προϊόντα. Περαιτέρω όμως έρευνες, απέδειξαν ότι διάφορες μυκοτοξίνες παράγονται και κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των καλλιεργειών στον αγρό. Ομοίως, η παρουσία τους στις ζωοτροφές μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά τους και σε ζωικά προϊόντα που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, γεγονός που μπορεί να έχει βλαβερές συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία και να προκαλέσει μέχρι και θάνατο (παρατηρείται ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες). Αξιόπιστες λύσεις για τον περιορισμό των μυκοτοξινών είναι ακόμα ελάχιστες και πρακτικά ανεφάρμοστες. Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την παρουσία των μυκοτοξινών σε διάφορα προϊόντα είναι πολύ αυστηρή και κάνει επιτακτική την ανεύρεση αποτελεσματικών λύσεων. Οι οικονομικά αποτελεσματικές λύσεις, είναι εκείνες που με τη βοήθεια της γεωργικής τεχνολογίας και γνώσης θα συμβάλλουν στον αποκλεισμό των μυκήτων από το φυτό-ξενιστή ή/και την παρεμπόδιση παραγωγής μυκοτοξινών στα φυτά-ξενιστές τους, με τη βοήθεια ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης φιλικού προς το περιβάλλον.

Ανάμεσα στις καρκινογόνες μυκοτοξίνες που αρχίζουν να αποτελούν σημαντικό πρόβλημα για την Ελλάδα είναι οι αφλατοξίνες και οι φουμονισίνες που παράγονται κυρίως από διάφορα είδη μυκήτων του γένους Aspergillus και Fusarium. Η αφλατοξίνη Β1 ανήκει στις πιο ισχυρές καρκινογόνες ουσίες (Class 1, IARC). Διάφορα τρόφιμα μπορεί να είναι μολυσμένα με αφλατοξίνες και φουμονισίνες όπως καλαμπόκι, ξηροί καρποί (αράπικα και κελυφωτά φιστίκια και καρύδια), δημητριακά, σύκα, μπαχαρικά, γαλακτοκομικά προϊόντα. Καμία οικονομικά εφικτή διαδικασία επεξεργασίας δεν είναι διαθέσιμη σήμερα για να αφαιρέσει τις μυκοτοξίνες από τα τρόφιμα που είναι ήδη μολυσμένα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει σειρά κανονισμών που καθορίζουν τα μέτρα ελέγχου που πρέπει να λαμβάνονται στα κράτη μέλη για τον έλεγχο της μόλυνσης των τροφίμων από μυκοτοξίνες. Τα καλαμπόκια έχουν συχνά αναφερθεί ως μολυσμένα με αφλατοξίνη και οι ξηροφυτικές συνθήκες των τελευταίων χρόνων κατά το μήνα Αύγουστο, έχουν ευνοήσει τις μολύνσεις σε πολλές περιοχές των Βαλκανίων συμπεριλαμβανομένων και της Ελλάδας. Οι κρατικοί έλεγχοι αποκλείουν την εισαγωγή και αποτρέπουν τη διακίνηση προϊόντων που περιέχουν ανεπιθύμητα επίπεδα μυκοτοξινών.

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις