Σε μια εποχή που η γεωργία επαναπροσδιορίζει την ισορροπία μεταξύ παραγωγικότητας και βιωσιμότητας, οι βιολογικές λύσεις δεν θεωρούνται πλέον εναλλακτική λύση, αλλά γίνονται ο στρατηγικός πυρήνας της παγκόσμιας μεταμόρφωσης. Το τμήμα S&P Global Commodity Insights – Crop Science παρακολουθεί στενά αυτή τη μετάβαση, αναλύοντας τις αγορές, τους κανονισμούς και τις τεχνολογικές τάσεις που αναδιαμορφώνουν το τοπίο της γεωργίας και των τροφίμων σε όλο τον κόσμο.
Σε αυτή την αποκλειστική συνέντευξη, ο Δρ Bharti Malhotra (Επικεφαλής Έρευνας Αγοράς Crop Science), ο Luca Volontè (αναλυτής της Crop Science Market Research) και ο Θεοφάνης Καραμπλιανής (αναλυτής της Crop Science Market Research) της S&P Global Commodity Insights μοιράζονται τις απόψεις τους με τον Γιώργο Μπακόλα, ιδρυτή και αρχισυντάκτη του Agrocapital, προσφέροντας μια προοπτική βασισμένη σε δεδομένα σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση της βιολογικής γεωργίας και την πορεία της στο μέλλον.

Γ. Μπακόλας: Από τη δική σας οπτική γωνία, πώς αξιολογείτε την τρέχουσα θέση των βιολογικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των βιολογικών μέσων ελέγχου, των βιοδιεγερτικών και των βιολογικών λιπασμάτων, σε σύγκριση με τις συμβατικές αγορές φυτοπροστασίας;
Luca Volontè: Ο τομέας των βιολογικών προϊόντων είναι εξαιρετικά εξειδικευμένος, αλλά και ένας από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους παγκοσμίως, με αναμενόμενο CAGR +8,6% για την περίοδο 2025-2030. Το 2024, η αγοραία αξία του ανήλθε σε περίπου 9 δισεκατομμύρια δολάρια, με το 46% να προέρχεται από βιολογικά μέσα ελέγχου (BCA), το 38% από βιοδιεγέρτες και το 16% από βιολογικά λιπάσματα.
Αν και τα BCA εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν ένα μικρό μερίδιο της συνολικής αγοράς φυτοπροστασίας, ο ρόλος τους γίνεται όλο και πιο κεντρικός στα ολοκληρωμένα συστήματα διαχείρισης καλλιεργειών. Η ρυθμιστική πίεση για τη μείωση της χρήσης χημικών, οι αυστηρότερες διαδικασίες έγκρισης και η αυξανόμενη ζήτηση των καταναλωτών και των λιανοπωλητών για προϊόντα με χαμηλά ή μηδενικά υπολείμματα επιταχύνουν την υιοθέτησή τους.
Αντίστοιχα, τα βιολιπάσματα επωφελούνται από την αυστηροποίηση των κανονισμών για τα ανόργανα λιπάσματα, που στοχεύουν στη μείωση της περιβαλλοντικής απορροής, ενώ οι βιοδιεγέρτες αποκτούν στρατηγική σημασία εν μέσω της κλιματικής αστάθειας, ενισχύοντας την ανθεκτικότητα των καλλιεργειών απέναντι στην ξηρασία, τη ζέστη και τα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Γ. Μπακόλας: Ποια στοιχεία — όπως οι τάσεις των πωλήσεων, οι εγκρίσεις προϊόντων ή τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης — φαίνεται να είναι οι ισχυρότεροι παράγοντες της παγκόσμιας ανάπτυξης των οργανικών και βιολογικών εισροών;
Θεοφάνης Καραμπλιάνης: Οι βασικοί παράγοντες ανάπτυξης είναι οι εγκρίσεις προϊόντων και τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης. Ιστορικά, τα βιολογικά προϊόντα εστίαζαν σε καλλιέργειες υψηλής αξίας, κυρίως φρούτα και λαχανικά, αλλά τώρα παρατηρούμε επιταχυνόμενη επέκταση σε καλλιέργειες μεγάλης έκτασης.
Αυτό το τμήμα αντιπροσωπεύει μια πολύ μεγαλύτερη αγορά από άποψη έκτασης, αλλά απαιτεί εξατομικευμένες λύσεις, για παράδειγμα, βιολογικά προϊόντα για την επεξεργασία σπόρων. Ο αριθμός των νέων καταχωρημένων προϊόντων αυξάνεται σταθερά και η αγοραία αξία αυξάνεται αναλόγως. Σύμφωνα με το Commodity Insights Biologicals Tracker, οι μεγάλοι παράγοντες του κλάδου προωθούν τεχνολογίες που βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα, τη σταθερότητα αποθήκευσης και τη συμβατότητα μεταξύ βιολογικών και χημικών προϊόντων. Αυτές οι καινοτομίες αναμένεται να καθορίσουν την επόμενη φάση ανάπτυξης του κλάδου.
Γ. Μπακόλας: Πώς αξιολογείτε τον ρόλο των ψηφιακών τεχνολογιών γεωργίας, όπως τα drones, οι αισθητήρες και οι πλατφόρμες διαχείρισης αγροκτημάτων, στην υποστήριξη της υιοθέτησης και της αποτελεσματικότητας των βιολογικών προϊόντων;
Luca Volontè: Σε πολλές αγορές, τα βιολογικά προϊόντα εξακολουθούν να θεωρούνται «ευχάριστα» και όχι απαραίτητα, εν μέρει λόγω των ασυνεπών αποτελεσμάτων και της έλλειψης εμπειρογνωμοσύνης μεταξύ των καλλιεργητών και των συμβούλων. Η ψηφιακή γεωργία μπορεί να αλλάξει αυτή την αντίληψη.
Τεχνολογίες όπως αισθητήρες, εργαλεία ακριβείας και λογισμικό διαχείρισης αγροκτημάτων μπορούν να βοηθήσουν στον προσδιορισμό του βέλτιστου χρόνου και των βέλτιστων συνθηκών για την εφαρμογή των προϊόντων, βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα και τη συνέπεια. Επιπλέον, αυτές οι πλατφόρμες προωθούν την ευαισθητοποίηση και την εκπαίδευση με βάση τα δεδομένα, δίνοντας τη δυνατότητα στους αγρότες να ενσωματώσουν με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση τα βιολογικά προϊόντα στις γεωργικές τους πρακ
Γιώργος Μπακόλας: Τα κανονιστικά πλαίσια αλλάζουν ραγδαία σε όλο τον κόσμο. Πώς οι περιορισμοί στις δραστικές ουσίες στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με τις πολιτικές βιωσιμότητας, αναδιαμορφώνουν την ισορροπία ανταγωνισμού μεταξύ των συμβατικών αγροχημικών και των βιολογικών προϊόντων;
Θεοφάνης Καραμπλιανής: Ο κανονιστικός έλεγχος συνεχίζει να εντείνεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Από το 2019, οκτώ από τις 20 κορυφαίες δραστικές ουσίες (AI) στον κόσμο έχουν υποστεί νομικούς ή κανονιστικούς περιορισμούς. Σύμφωνα με το Active Ingredient Approval Tracker της S&P Global, κατά την ίδια περίοδο, 49 AI απαγορεύτηκαν ή καταργήθηκαν σταδιακά στη Λατινική Αμερική, 41 στην Ευρώπη, 38 στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού και 11 στη Βόρεια Αμερική, με τα εντομοκτόνα να είναι η κατηγορία που επηρεάστηκε περισσότερο.
Αυτό το περιβάλλον ωθεί τη βιομηχανία να αναζητήσει εναλλακτικές λύσεις, ωστόσο στην Ευρώπη η διαδικασία καταχώρισης των παραγόντων βιολογικού ελέγχου (BCA) παραμένει σχεδόν εξίσου απαιτητική με εκείνη των χημικών προϊόντων. Ωστόσο, η πολιτική «Όραμα για τη γεωργία και τα τρόφιμα» (2025) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποτελεί σημείο καμπής, καθώς μεταβαίνει από προσεγγίσεις βασισμένες σε κυρώσεις σε βιωσιμότητα βασισμένη σε κίνητρα. Δεσμεύεται να «εξορθολογίσει την πρόσβαση στα βιολογικά φυτοφάρμακα» και να εξετάσει «περαιτέρω απαγορεύσεις των [χημικών] φυτοφαρμάκων μόνο όταν υπάρχουν βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις», σηματοδοτώντας ένα πιο ισορροπημένο πλαίσιο σε σχέση με την προηγούμενη ατζέντα της Πράσινης Συμφωνίας.

Γ. Μπακόλας: Στον τομέα των σπόρων, πώς βλέπετε τις αναδυόμενες τεχνικές, όπως οι νέες τεχνολογίες αναπαραγωγής (NBT) και η γονιδιακή επεξεργασία, να συμβάλλουν στις βιολογικές λύσεις και στα βιώσιμα συστήματα καλλιέργειας;
Dr. Bharti Malhotra: Οι NBT δίνουν τη δυνατότητα σε επιστήμονες και εταιρείες να αναπτύξουν ποικιλίες καλλιεργειών ανθεκτικές σε παράσιτα, ασθένειες και περιβαλλοντικές πιέσεις, βελτιώνοντας παράλληλα την απόδοση και την ποιότητα των θρεπτικών συστατικών. Σε συνδυασμό με τα βιολογικά προϊόντα, αυτές οι καινοτομίες μπορούν να προσφέρουν βιώσιμες και αποτελεσματικές απαντήσεις στις προκλήσεις του κλίματος και της παραγωγής.
Η βάση δεδομένων Seed Innovation Database της S&P Global Commodity Insight, η οποία παρακολουθεί τις εξελίξεις στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης και τις ρυθμιστικές εξελίξεις, περιλαμβάνει σήμερα περίπου 1.000 προϊόντα που βασίζονται σε NBT και καλύπτουν περισσότερους από 60 τύπους καλλιεργειών. Σε αντίθεση με τα προηγούμενα γενετικά τροποποιημένα χαρακτηριστικά, τα οποία εστίαζαν κυρίως στην αντοχή στα ζιζανιοκτόνα και την αντοχή στα έντομα, οι NBT αντιμετωπίζουν ένα ευρύτερο φάσμα χαρακτηριστικών, όπως οι προτιμήσεις των καταναλωτών, η ποιότητα επεξεργασίας, οι μειωμένες απαιτήσεις NPK, η αντοχή στην ξηρασία και η βελτιωμένη περιεκτικότητα σε έλαια ή θρεπτικά συστατικά. Είναι σημαντικό ότι οι NBT αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο όπως η συμβατική αναπαραγωγή σε πολλές χώρες όπου έχουν αναπτυχθεί κανονιστικά πλαίσια, γεγονός που μειώνει το κόστος της κανονιστικής συμμόρφωσης και τον χρόνο που απαιτείται για την κυκλοφορία των προϊόντων στην αγορά, επιτρέποντας ταχύτερους κύκλους καινοτομίας. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει έλλειψη εναρμόνισης των κανονισμών, καθώς ορισμένες χώρες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν τις NBT ως ΓΤΟ και, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι κανονισμοί δεν έχουν ακόμη αναπτυχθεί ή οι ορισμοί δεν είναι σαφείς, γεγονός που ενδέχεται να καθυστερήσει την υιοθέτηση αυτών των προϊόντων στην αγορά. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, τα προϊόντα αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με βιολογικά προϊόντα και αναμένεται να συμπληρώσουν τις βιολογικές λύσεις, προσφέροντας από κοινού μια βιώσιμη λύση για τη γεωργία.
Γ. Μπακόλας: Με βάση τα δεδομένα και τις προβλέψεις της S&P Global, ποιες περιοχές, εταιρείες ή κατηγορίες προϊόντων αναμένεται να καθορίσουν την πορεία της βιολογικής και βιολογικής γεωργίας κατά την επόμενη δεκαετία;
Luca Volontè: Επί του παρόντος, η Λατινική Αμερική, με επικεφαλής τη Βραζιλία, είναι η περιοχή που προσελκύει τον μεγαλύτερο όγκο επενδύσεων, ακολουθούμενη από την Ασία-Ειρηνικό (APAC). Η Ευρώπη έχει επίσης ισχυρό δυναμικό επιτάχυνσης, εάν καταφέρει να θεσπίσει ένα ειδικό κανονιστικό πλαίσιο για τα βιολογικά προϊόντα.
Τα βιοδιεγερτικά και τα βιολογικά λιπάσματα αναπτύσσονται με ταχύτερους ρυθμούς, κυρίως λόγω της συνάφειάς τους με τις καλλιέργειες σε σειρές, ενώ τα βιολογικά μέσα ελέγχου συνεχίζουν να κυριαρχούν στις αγορές φρούτων και λαχανικών, αφήνοντας περιθώρια για περαιτέρω διείσδυση στη γεωργία μεγάλων εκτάσεων.
Σε εταιρικό επίπεδο, παρατηρούμε μια αναδιάρθρωση του ανταγωνιστικού τοπίου: οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες Ε&Α εντείνουν τη δέσμευσή τους στον τομέα των βιολογικών προϊόντων, ενώ οι εταιρείες επιπέδου 2 και 3 ενοποιούνται, δημιουργώντας νέες πολυεθνικές εταιρείες με έμφαση στα βιολογικά προϊόντα. Παράλληλα, οι κατασκευαστές λιπασμάτων εισέρχονται όλο και περισσότερο στην αγορά, διαφοροποιώντας τα προϊόντα τους σε βιολογικά λιπάσματα και βιοδιεγέρτες, προκειμένου να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση για βιώσιμα εισροές καλλιεργειών. Η συζήτηση με την ομάδα Commodity Insights Crop Science υπογραμμίζει μια αποφασιστική στιγμή για την παγκόσμια γεωργία. Η σύγκλιση της επιστήμης, της τεχνολογίας και της βιωσιμότητας δεν είναι πλέον μια μελλοντική φιλοδοξία, αλλά το θεμέλιο μιας νέας αγρονομικής πραγματικότητας.
Από τη βιολογική προστασία των καλλιεργειών που ελαχιστοποιεί τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, έως τους σπόρους νέας γενιάς και τις ψηφιακές πλατφόρμες που βελτιστοποιούν την ακρίβεια και την αποδοτικότητα, ο τομέας εξελίσσεται σε ένα μοντέλο όπου η καινοτομία και η οικολογική ευθύνη προχωρούν χέρι-χέρι.
Τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη, η πρόκληση έγκειται στο να γεφυρωθούν οι πολιτικές φιλοδοξίες με την πρακτική εφαρμογή, εξασφαλίζοντας ότι οι αγρότες έχουν πρόσβαση στις γνώσεις, τα εργαλεία και τα κίνητρα που χρειάζονται για να προσαρμοστούν. Υπό αυτή την έννοια, οι πληροφορίες και τα δεδομένα που παρέχει η S&P Global Commodity Insights χρησιμεύουν ως πυξίδα για την κατανόηση της κατεύθυνσης που ακολουθεί ο αγροτικός κόσμος και των στρατηγικών επιλογών που θα καθορίσουν το βιώσιμο μέλλον του.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις