Ανάγκη συντονισμού και προγραμματισμού της παραγωγής κηπευτικών

Η ελληνική γεωργία διέρχεται κρίσιμη φάση, η οποία επηρεάζεται από το διεθνές και το ευρωπαϊκό περιβάλλον, που σε συνδυασμό με την αποσύνδεση των επιδοτήσεων από το ύψος της παραγωγής, πιθανόν να δημιουργήσουν προβλήματα ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων και να καταστήσουν κάποιες από τις παραδοσιακές καλλιέργειες αντιοικονομικές.

Η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της ελληνικής γεωργίας μπορεί να αποτελέσει τον μοχλό ανάπτυξης της υπαίθρου, όπου είναι εφικτή η ανάπτυξη μιας νέου τύπου βιώσιμης γεωργίας, βασισμένης στην ποιότητα και την προσαρμογή στην αγορά και όχι σε επιδοτήσεις,  που σέβεται το περιβάλλον και διαχειρίζεται αειφορικά τους φυσικούς πόρους.
 


Ειδικά στην παραγωγή κηπευτικών η Ελλάδα διαθέτει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις να γίνει λαχανόκηπος της Ευρώπης.
Οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες αποτελούν μια δυναμική έκφραση της πρωτογενούς παραγωγής και μπορούν να αποτελέσουν διέξοδο και ταυτόχρονα σημαντικό παράγοντα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, ιδιαίτερα, σήμερα, με τα διάφορα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής γεωργίας.


Οι πολύ καλές κλιματικές συνθήκες, η εύκολη πρόσβαση στις αγορές της Ευρώπης λόγω γεωγραφικής θέσης, οι σημαντικές ποσότητες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που μπορεί να υποκαταστήσει τα συμβατικά καύσιμα (βιομάζα, γεωθερμία), η  τεχνογνωσία από εξειδικευμένα εργαστήρια, οι υποδομές, ο εξοπλισμός και το ανθρώπινο δυναμικό αποτελούν ενδεικτικά συγκριτικά πλεονεκτήματα των θερμοκηπιακών καλλιεργειών.


Αρχικός στόχος των υπό κάλυψη κατασκευών (θερμοκήπια) ήταν η επίτευξη μιας σχετικής πρωιμότητας των κηπευτικών με τη φυσική αύξηση της θερμοκρασίας μέσα στον χώρο, λόγω της ηλιοφάνειας, αλλά και η προστασία της καλλιέργειας από τη βροχή, τον αέρα και τα βλαβερά έντομα, τους κύριους εχθρούς των φυτών.


Σήμερα πλέον στα παραπάνω προστίθεται η ανάγκη για παραγωγή εμφανίσιμων, αλλά κυρίως υγιεινών και εύγευστων προϊόντων για τον καταναλωτή απαλλαγμένων από υπολείμματα χημικών ουσιών, το οποίο γίνεται καλύτερα εφικτό σε ένα προστατευμένο και ελεγχόμενο περιβάλλον όπως ο χώρος του θερμοκηπίου.


Για να γίνει δυνατή και οικονομικά βιώσιμη η ανάπτυξη των θερμοκηπίων υιοθετούνται πλέον  τεχνικές και  τεχνολογίες προσαρμοσμένες στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την αειφορία των αγροτικών οικοσυστημάτων οι οποίες στοχεύουν, μεταξύ άλλων, στη βελτίωση της ποιότητας και ποσότητας των παραγόμενων προϊόντων με χρήση νέων τεχνικών καλλιέργειας (υδροπονία, νέα υποστρώματα, σύσταση και διαχείριση θρεπτικών διαλυμάτων κ.λπ.).


Στόχος είναι η μείωση των εισροών ενέργειας (εξοικονόμηση ενέργειας, αξιοποίηση βιομάζας και λοιπών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καλύτερη διαχείριση μικροκλίματος) όπως και η μείωση των χημικών εισροών (ολοκληρωμένη παραγωγή, δίχτυα εντομοστεγανότητας, φωτοεκλεκτικά υλικά κάλυψης) κ.ά.


Στην Ελλάδα υπάρχουν περιοχές με συγκέντρωση θερμοκηπιακών καλλιεργειών όπως είναι στην Κρήτη, την Τριφυλία, την Πρέβεζα, την Κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες, ως επιχείρηση πλέον και όχι ως «παραδοσιακή» αγροτική απασχόληση, δείχνουν το μέλλον στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων.
Στον Νομό Χανίων υπάρχουν εκτεταμένες και δυναμικές θερμοκηπιακές καλλιέργειες με αυξητικές τάσεις.

Εντοπίζονται σε όλο τον Νομό, αλλά εμφανίζουν μεγάλη συγκέντρωση κυρίως σε τρεις περιοχές, περισσότερο γνωστές ως τουριστικοί προορισμοί για τις διάσημες παραλίες τους. Στην περιοχή Πλατάνου – Φαλασάρνων, στην περιοχή Ελαφονησίου – Χρυσοσκαλίτισσας και στην περιοχή Κουντούρας Παλαιόχωρας.


Το μικροκλίμα των περιοχών αυτών με την εκτεταμένη ηλιοφάνεια (πάνω από 300 ημέρες), η νότια έκθεση, οι σχετικά υψηλές επικρατούσες θερμοκρασίες, τα εδάφη πλούσια σε ασβέστιο σε συνδυασμό με καλής ποιότητας νερό άρδευσης προερχόμενο από γεωτρήσεις σε ασβεστολιθικά πετρώματα, καθιστούν τις περιοχές αυτές ιδανικές για την ανάπτυξη θερμοκηπιακών καλλιεργειών.


Στις παραπάνω περιοχές είναι εγκατεστημένες πάνω από 300 θερμοκηπιακές εκμεταλλεύσεις  και καλλιεργούνται πάνω από 2.000 στρέμματα καλλιεργειών υπό κάλυψη.


Ο κύριος όγκος παραγωγής κηπευτικών (άνω του 70%) είναι διάφορες ποικιλίες και υβρίδια τομάτας. Καλλιεργούνται κλασικά υβρίδια της στρογγυλής μεσόκαρπης τομάτας (Ελπίδα, Μπελαντόνα, Δάφνη κ.ά.) και  εξειδικευμένα τύπου Τσέρυ, Τσαμπί, Πομοντόρι, Βελανίδι, των οποίων η ζήτηση ολοένα και αυξάνεται.


Επίσης καλλιεργούνται αγγούρια (Κοντό τύπου Κνωσού – Μακρύ), πιπεριές (Κέρατο, Φλάσκα, Ντολμάς, Φλωρίνης, Καυτερή), μελιτζάνες (Φλάσκες) και  πεπόνια, με προοπτική επέκτασης και σε νέα είδη.


Η εποχή φύτευσης ορίζεται από τα μέσα Αυγούστου έως τα μέσα – τέλη Οκτωβρίου για την κύρια φύτευση. Η κύρια φύτευση με σχετικά ευνοϊκές καλλιεργητικές και περιβαλλοντικές συνθήκες φτάνει έως τον Ιούνιο. Στις περιπτώσεις της δεύτερης καλλιέργειας μέσα στην ίδια σεζόν, η δεύτερη φύτευση ξεκινάει από τα τέλη Ιανουαρίου και καταλήγει συνήθως, ανάλογα με το είδος και το υβρίδιο που θα καλλιεργηθεί, στα τέλη Ιουλίου.


Η διαδικασία της παραγωγής τομάτας διαρκεί περίπου 18 εβδομάδες. Ξεκινάει με το όργωμα των χωραφιών και ακολουθεί η απολύμανση (2η-10 εβδομάδα). Η απολύμανση γίνεται κυρίως με τη μέθοδο της ηλιοαπολύμανσης όπου το έδαφος καλύπτεται με πλαστικό φιλμ, εγκλωβίζεται η θερμότητα και αυξάνεται η θερμοκρασία όπου φτάνει μέχρι και τους 65-70 βαθμούς Κελσίου. Με αυτή τη μέθοδο και χωρίς να έχουν χρησιμοποιηθεί χημικά απολυμαντικά , επιτυγχάνεται ο έλεγχος των διαφόρων ασθενειών, αλλά και η ταυτόχρονη καταπολέμηση των διαφόρων ζιζανίων.


Στη συνέχεια γίνεται η φύτευση συνήθως κατευθείαν στο έδαφος ή σε υποστρώματα και στη συνέχεια η γονιμοποίηση των ανθέων κατά την οποία χρησιμοποιούνται συνήθως βομβίνοι – μέλισσες (μπούμπουρες στην τοπική διάλεκτο) που έχουν υποκαταστήσει πλέον τη χρήση ορμονών καρπόδεσης. Η διαδικασία της ανάπτυξης και παραγωγής των καρπών διαρκεί περίπου 10 εβδομάδες. Μετά το πέρας των πρώτων 18 εβδομάδων οι ντομάτες ωριμάζουν πλέον ανά εβδομάδα.


Μετά τη συγκομιδή οι καρποί οδηγούνται σε κατάλληλες εγκαταστάσεις όπου γίνεται ο τελικός διαχωρισμός ανάλογα με το μέγεθος, το χρώμα και το βάρος. Τη διαδικασία συσκευασίας ακολουθεί η εισαγωγή του προϊόντος σε θάλαμο ελεγχόμενης σταθερής θερμοκρασίας, η οποία εξακολουθεί να διατηρείται και κατά τη μεταφορά από τα φορτηγά ψυγεία μέχρι την παράδοση.


Η διάθεση των προϊόντων γίνεται στην εγχώρια αγορά, σε μεγάλες αλυσίδες super market και  κεντρικές λαχαναγορές, αλλά και σε αγορές του εξωτερικού κυρίως στην Ευρώπη.


Η ανάγκη συντονισμού και προγραμματισμού της παραγωγής κηπευτικών στις περιοχές αυτές καθώς επίσης η συγκέντρωση και εμπορία της παραγωγής οδήγησε τους παραγωγούς στην ίδρυση συνεργατικών σχημάτων Ομάδων Παραγωγών κηπευτικών. Στον Νομό δραστηριοποιούνται έξι Ομάδες Παραγωγών (ΟΠ). Τρεις  στην ευρύτερη περιοχή Πλάτανου – Φαλασάρνων (ΟΠ Κηπευτικά Φαλάσαρνας ΙΚΕ, ΟΠ Αγροτικών Προιόντων “Φαλάσαρνα” – Στ. Κομπογεννητάκης και ΣΙΑ Ο.Ε., ΟΠ κηπευτικών ΑΣ Πλατάνου), δύο στην περιοχή Ελαφονησίου – Χρυσοσκαλίτισσας (ΑΣΟΠ Ελαφονησίου ΣΥΝ.Π.Ε., Αγροτικός Συνεταιρισμός Παραγωγών Κηπευτικών Θερμοκηπίου Ελαφονησίου – Χρυσοσκαλίτισσας) και μία στην περιοχή Κουντούρας (ΟΠ Αγροτικού Συνεταιρισμού Παραγωγών Κηπευτικών Κουντούρας) που αποτελεί τη μεγαλύτερη.


Όλες οι ομάδες διαθέτουν καθετοποιημένες μονάδες συσκευαστηρίων με σύγχρονα μηχανήματα παραλαβής, διαλογής, συσκευασίας και συντήρησης των κηπευτικών, με διάφορες δυνατότητες συσκευασιών και μικροσυσκευασιών και είναι πιστοποιημένες κατά ISO 22000: 2005 (HACCP).


Το σύνολο της παραγωγής  όλων των Ομάδων γίνεται στα πλαίσια συστημάτων διασφάλισης ποιότητας και πιστοποιούνται βάσει των προτύπων ποιότητας Agro 2.1 & Agro 2.2. και του διεθνώς αποδεκτού GLOBALG.A.P. Η πιστοποίηση και ο έλεγχος αποτελούν απαραίτητη συνθήκη για την εμπορία κηπευτικών και αφορούν στη διασφάλιση  της ποιότητας  των τροφίμων γεωργικής παραγωγής χρησιμοποιώντας ορθές γεωργικές πρακτικές (Good Agricultural Practices).

 

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις