Μικροπλαστικά στον θαλάσσιο κόσμο: Σοκαριστικά ποσοστά ρύπανσης στα θαλασσινά

Μια ανησυχητική εικόνα για την έκταση της μικροπλαστικής ρύπανσης στους ωκεανούς και τη διείσδυσή της στη διατροφική αλυσίδα αποτυπώνει πρόσφατη επιστημονική μελέτη που διεξήχθη στις ακτές του Όρεγκον, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με τα ευρήματα, μικροπλαστικά ανιχνεύθηκαν στο 99% των θαλασσινών δειγμάτων που εξετάστηκαν – συγκεκριμένα, σε 180 από τα 182 ψάρια και καρκινοειδή.

Ανάμεσα στα είδη που αναλύθηκαν περιλαμβάνονται ο σολομός Chinook, η ρέγγα του Ειρηνικού, ο μπακαλιάρος και οι γαρίδες, με τις τελευταίες να εμφανίζουν τις υψηλότερες συγκεντρώσεις μικροπλαστικών, λόγω του τρόπου σίτισής τους ως φίλτρα. Το πλέον ανησυχητικό, ωστόσο, είναι ότι τα μικροπλαστικά δεν εντοπίζονται μόνο στο πεπτικό σύστημα των οργανισμών, αλλά και στον μυϊκό ιστό – το μέρος δηλαδή που καταλήγει στο πιάτο του καταναλωτή.

Τα μικροπλαστικά προέρχονται από μια ευρεία γκάμα ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Συνθετικές ίνες από ρούχα απελευθερώνονται στο πλύσιμο, ενώ τα πλαστικά απορρίμματα διασπώνται σταδιακά σε μικροσκοπικά σωματίδια. Βιομηχανικά λύματα, αλλά και αστικές απορροές, επιτείνουν το πρόβλημα. Αφού εισέλθουν στο θαλάσσιο περιβάλλον, τα μικροπλαστικά συσσωρεύονται σε περιοχές πλούσιες σε πλαγκτόν, το οποίο αποτελεί βασική τροφή για πλήθος θαλάσσιων οργανισμών. Οι γαρίδες και άλλα φίλτρα τα καταπίνουν απευθείας, ενώ τα ψάρια τα προσλαμβάνουν μέσω της τροφικής αλυσίδας.

Ιδιαίτερα επιβαρυμένα εμφανίζονται τα είδη που ζουν κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας, με τις γεωγραφικές περιοχές υψηλής ρύπανσης να παρουσιάζουν μεγαλύτερη συγκέντρωση μικροπλαστικών στους οργανισμούς.

Η παρουσία μικροπλαστικών στον ανθρώπινο οργανισμό έχει ήδη τεκμηριωθεί επιστημονικά: έχουν εντοπιστεί σε αίμα, πλακούντα και εσωτερικά όργανα. Τα σωματίδια διαμέτρου κάτω των 10 μικρομέτρων είναι σε θέση να διαπερνούν κυτταρικούς φραγμούς, με πιθανές επιπτώσεις που ακόμα διερευνώνται.

Πέρα από τη φυσική παρουσία τους, τα μικροπλαστικά λειτουργούν και ως φορείς επικίνδυνων χημικών ουσιών. Μεταφέρουν επιβλαβή πρόσθετα, όπως δισφαινόλες και επιβραδυντικά φλόγας, αλλά και εξωτερικούς ρύπους – χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCBs). Οι ενώσεις αυτές έχουν συνδεθεί με φλεγμονές, καρδιαγγειακές διαταραχές και διαταραχές στη μικροχλωρίδα του εντέρου.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων έχει επισημάνει την ανάγκη περαιτέρω μελέτης σχετικά με την τοξικότητα των μικροπλαστικών, ανάλογα με τη χημική τους σύσταση και τη δόση έκθεσης.

Αντιμέτωπη με τη διευρυνόμενη απειλή, η επιστημονική και πολιτική κοινότητα αναζητά λύσεις σε πολλαπλά επίπεδα. Στο τεχνολογικό πεδίο, δοκιμάζονται ειδικά φίλτρα για πλυντήρια ρούχων, ικανά να συγκρατούν έως και το 87% των μικροϊνών, καθώς και φρεάτια καθίζησης που παγιδεύουν τα μικροσωματίδια προτού καταλήξουν στη θάλασσα.

Στο πεδίο των πιστοποιήσεων, προγράμματα όπως το GGN του GLOBALG.A.P. ενισχύουν τις πρακτικές βιώσιμης υδατοκαλλιέργειας. Παράλληλα, οι καταναλωτές μπορούν να συμβάλουν με απλές καθημερινές πρακτικές: πλύσιμο των θαλασσινών πριν την κατανάλωση, χρήση ψυχρού νερού στο πλυντήριο για μείωση της αποβολής μικροϊνών και προτίμηση προϊόντων με οικολογική σήμανση.

Το ζήτημα των μικροπλαστικών δεν αποτελεί πλέον θεωρητικό πρόβλημα του μέλλοντος, αλλά μια υπαρκτή απειλή για τα θαλάσσια οικοσυστήματα και τη δημόσια υγεία. Η αντιμετώπισή του απαιτεί συντονισμένη δράση, τεκμηριωμένη επιστημονική έρευνα και ενεργή συμμετοχή από την πλευρά των πολιτών.

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις