Η μεταρρύθμιση που άργησε χρόνια: H κυβέρνηση υιοθετεί καθυστερημένα όσα το Agrocapital είχε αναδείξει εγκαίρως

Η ανάρτηση σε δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου για τη μεταφορά του ΟΠΕΚΕΠΕ στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) σηματοδοτεί μια θεσμική καμπή με σαφείς επιπτώσεις για το σύστημα πληρωμών των αγροτικών ενισχύσεων. Από την 1η Ιανουαρίου 2026, η ΑΑΔΕ θα αναλάβει τον πλήρη ρόλο του Οργανισμού Πληρωμών, μαζί με όλες τις διαπιστεύσεις του, μεταφέροντας στη δική της σφαίρα τις κρίσιμες λειτουργίες που έως σήμερα συγκροτούσαν την καρδιά του μηχανισμού επιδοτήσεων.

Πρόκειται για μια εξέλιξη που το Agrocapital είχε προαναγγείλει εδώ και πολλά χρόνια μερικές φορές υπό αμφισβήτηση, μερικές φορές υπό σφοδρές αντιδράσεις. Τον Δεκέμβριο, του 2022  και  ποιο συγκεκριμένα την 28 ημέρα  με αρθρο και τίτλο  Πώς μια Ανεξάρτητη Αρχή θα έλυνε το πρόβλημα - Μήπως να φανταστούμε μια ΑΑΔΕ αντί του ΟΠΕΚΕΠΕ;  και έπειτα, το μέσο μας είχε ήδη περιγράψει, με τρόπο που τότε θεωρήθηκε αιχμηρός, την αναγκαιότητα ενός «μοντέλου τύπου ΑΑΔΕ» για τις αγροτικές ενισχύσεις. Είχε επισημάνει ότι η διαχείριση επιδοτήσεων από έναν οργανισμό ενταγμένο στη διοικητική ιεραρχία και εξαρτώμενο από υπουργικές αποφάσεις δεν μπορούσε να διασφαλίσει την αξιοπιστία και τη διαφάνεια που απαιτούν τα ευρωπαϊκά όργανα.

Σήμερα, η κυβέρνηση, υπό το βάρος των συνεχών παρατηρήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, νομοθετεί εκείνο που άλλοτε αντιμετωπιζόταν ως υπερβολή: έναν πλήρως ανεξάρτητο μηχανισμό πληρωμών, με αυστηρούς κανόνες, ενισχυμένη τεχνολογική υποδομή και διαδικασίες ανάκτησης παρανόμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντων ενισχύσεων βασισμένες στο μοντέλο των εκτελεστών τίτλων της ΑΑΔΕ.

Η σύμπτωση ανάμεσα στα παλαιότερα ρεπορτάζ και στην τωρινή κυβερνητική προσέγγιση δεν είναι απλή παράλληλη τροχιά· είναι σχεδόν ταύτιση. Το Agrocapital είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου ήδη από την περίοδο των καθυστερήσεων του ΟΣΔΕ 2023, όταν περιέγραφε ως δομικό πρόβλημα την ανάθεση διαχείρισης ευαίσθητων στοιχείων σε ιδιωτικές εταιρείες, μέσω της υποχρεωτικής χρήσης κωδικών Taxisnet για την υποβολή της δήλωσης καλλιέργειας. Η προειδοποίηση τότε ήταν σαφής, καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν θα ανεχόταν μια τέτοια πρακτική σε καθεστώς επιδοτήσεων δισεκατομμυρίων.

Το σημερινό νομοσχέδιο δείχνει ότι εκείνη η κριτική δεν ήταν υπερβολή αλλά τεχνικά ακριβής διάγνωση. Η κυβέρνηση προχωρά στη μεταφορά όχι μόνο του οργανισμού, αλλά και του προσωπικού, απαγορεύοντας για τρία χρόνια κάθε μετακίνηση ώστε να μην αποδυναμωθεί ο νέος μηχανισμός. Παράλληλα, επιβάλλεται για πρώτη φορά απαγόρευση συμμετοχής υπαλλήλων σε εμπορικές εταιρείες – ένα μέτρο που επαναφέρει την έννοια της θεσμικής ουδετερότητας.

Η δήλωση του Κωστή Χατζηδάκη ότι η μετάβαση «βάζει τάξη στις αγροτικές επιδοτήσεις» συνοδεύεται από τη ρητή διαπίστωση ότι η ΑΑΔΕ διαθέτει «αναμφισβήτητα εχέγγυα αποτελεσματικότητας». Ο Κυριάκος Πιερρακάκης μιλά για «ένα σύστημα που λειτουργεί με κανόνες», ενώ ο Κώστας Τσιάρας τονίζει την ανάγκη «διαφάνειας, ταχύτητας και αξιοπιστίας σε κάθε ευρώ». Το πολιτικό λεξιλόγιο αυτών των δηλώσεων μοιάζει να αντλεί ευθεία από τα ρεπορτάζ που είχαν δημοσιευθεί όταν το Agrocapital περιέγραφε τον ΟΠΕΚΕΠΕ ως «έναν οργανισμό που διαχειρίζεται χρήματα που φέρνουν οι αγρότες, όχι χρήματα της εκάστοτε κυβέρνησης».

Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της σύγκλισης είναι το επιχείρημα περί ανεξαρτησίας. Το Agrocapital είχε υποστηρίξει ότι «μια Ανεξάρτητη Αρχή κάνει πολύ πιο σοβαρά τη δουλειά της καθώς φέρει μεγαλύτερη ευθύνη». Το νομοσχέδιο ενσωματώνει ακριβώς αυτή τη λογική, η ΑΑΔΕ δεν υπόκειται σε υπουργικές εντολές, διαθέτει μηχανισμούς ελέγχου και διασταύρωσης, και οι πράξεις της αποτελούν εκτελεστούς τίτλους, επιταχύνοντας την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων πόρων του ΕΛΕΓΕΠ.

Η πραγματικότητα είναι ότι η Ελλάδα βρισκόταν υπό αυξημένο ευρωπαϊκό έλεγχο. Το Σχέδιο Δράσης που εγκρίθηκε από την Κομισιόν πριν από λίγες ημέρες άφησε ελάχιστο περιθώριο ελιγμών: η χώρα όφειλε να παρουσιάσει έναν οργανισμό πληρωμών που να ανταποκρίνεται στα πρότυπα διαφάνειας και αξιολόγησης που ισχύουν σε κράτη-μέλη όπου τα συστήματα επιδοτήσεων δεν αποτελούν πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά τεχνοκρατικής λειτουργίας.

Η μετάβαση στην ΑΑΔΕ δεν απαντά σε όλα τα διαχρονικά λάθη. Ούτε αίρει την κούραση και τον θυμό των παραγωγών που βλέπουν κάθε χρόνο τις πληρωμές να εξελίσσονται σε ατέρμονη διαδικασία ανακοινώσεων, αναβολών και τεχνικών προβλημάτων. Αλλά συνιστά, τουλάχιστον σε επίπεδο αρχιτεκτονικής, μια θεμελιώδη αποδοχή ότι ο προηγούμενος τρόπος λειτουργίας δεν ήταν βιώσιμος.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν ο νέος μηχανισμός θα λειτουργήσει όπως περιγράφεται ή αν θα μεταφέρει απλώς τα προβλήματα σε διαφορετική θεσμική στέγη. Η ΑΑΔΕ διαθέτει τις υποδομές και την εμπειρία· αυτό που δεν διαθέτει ακόμη είναι η απόλυτη εναρμόνιση των αγροτικών δεδομένων με τους δικούς της κανόνες αξιολόγησης και εκτέλεσης. Αυτή η προσαρμογή, η οποία θα εξελίσσεται μέσα στο 2025, θα κρίνει αν η μεταρρύθμιση θα αποδώσει.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι η πολιτεία μοιάζει ίσως για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια–να ευθυγραμμίζεται με τα συμπεράσματα της δημοσιογραφικής έρευνας. Και αυτό, σε μια χώρα όπου η αδράνεια συχνά κερδίζει τον χρόνο, είναι από μόνο του μια αξιοσημείωτη μεταβολή

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις